ector-pantasis
ector-pantasis
ΔΡΥΟΦΥΛΛΑ ΣΤΟ ΡΕΜΜΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ
414 posts
Κρατούσα λέει στο όνειρο από τη σπασμένη του φτερούγα τον λαβωμένο μαυροκ��τσυφα για να μου ψάλλει το χερουβικό και τα βαγγέλια της παιδικής μας μνήμης, τότε που δωδεκάχρονοι χανόμαστε σαν καταχνιές μέσα στις ρεματιές να στήνουμε παγίδες στους φτερωτούς...
Don't wanna be here? Send us removal request.
ector-pantasis · 3 years ago
Text
Tumblr media
ατιμόνευτο πνεύμα
Tίποτε δεν έχουμε η ποίηση είναι πάντα με κεφαλαίο Π το ίδιο και το πεζό με Π κεφαλαίο. Ανατρέχουμε στους δασκάλους του ήθους και μαθαίνουμε λέξη λέξη, από τους αρχαίους πρώτους μέχρι τους πρόσφατους τα άλλα είναι αδιάφορα. Δεν υπάρχει σημερινή και χτεσινή ,ένα είναι, η ποίηση είναι όλη σημερινή, η χτεσινή πιο σημερινή απ' όλες μέχρι να έρθει η σειρά των σημερινών.
Η ποίηση γίνεται μεγάλη από τους αναγνώστες της επειδή εκείνη τους δημιουργεί είναι όπως το ιερό κατώφλι του ναού ,λειασμένο από το κοινό συχνό βάδισμα των πιστών, τόσα μάτια τόσα χείλη ψιθύρισαν τη λέξη τους τη ζωντάνεψαν κι έγιναν ένα μ' αυτή. Τι είναι μούσα “μούσαις χάρισι θύε” αλλά τι είναι μούσα (μώσθαι είναι το ρήμα εξού και ίμερος πόθος μεράκι έρως) : να με κινεί ο πόθος, το μεράκι να εργάζομαι μουσικά να έχω ρυθμό να είμαι μέσα στο ρυθμό,να είμαι ρυθμός όπως είπε ο Βιζυηνός “Μετεβλήθη εντός μου ο ρυθμός του κόσμου” όταν τον αποσυντόνισε η μούσα του η δωδεκάχρονη που ερωτεύτηκε μέχρι τρέλας. 
Κάπως αλλιώς αυτά κάνουν κουλτούρα ο ποιητής οι ποιητές ,λάθος αντιλήψεις αφού είμαι πουτάνα γιατί να κάνω τη γκαρσόνα ,είπε μια ψυχή, κι ο ποιητής γιατί να κάνει το μαέστρο, και ποιός λέει ότι συναγελάζεται με τον ποιητή, τον ξέρει; Το πολύ πλησίον τυφλώνει,το υπέστησαν πολλοί , θέλησαν να συχνάσουν το ιερό ,το Διόνυσο, και κάηκαν.Τα ίδια έπαθε ο Ορφέας,αυτό το αρχέτυπο που υποκατέστησε το Διόνυσο, τον διαμέλισαν.Αποφεύγω το παραμιλητό, το γ…ι θέλει δύο όχι ο λόγος, ο λόγος διαλέγει κάνει διαλογή Δεν αφήνει τα πράγματα να πέσουν στο κενό δεν αρέσκεται την κενολογία. Οι μικρές λύπες είναι φλύαρες, η μεγάλη οδύνη είναι σιωπηλή, τα μεγάλα πάθη είναι βουβά,η προπέτεια δεν ξέρει να σταματήσει.
Ο Λ. μόνος του εγκατέλειψε από υπεροψία και μια λάθος πίστη ως προς το θάνατο,ο Κ. παρομοίως ,δεν τον χώραγε το κοστούμι Ελλάδα.Λάθος επιλογές ,η αντίληψη τους χωλαίνει ,δεν είναι στάση αυτή πνευματικών οδηγών.Ο Σωκράτης υποχρεώθηκε να πιει το κώνειο ,αυτοί το ήπιαν κομπάζοντες, αλλά ο Σωκράτης δεν έγραφε ήταν του δρόμου.Τα άφησε αυτά τα φιλόδοξα στους μαθητές του.
Οι δοκησίσοφοι προτιμούν τη μαντίλα από την Ελευθερία, έχουν αλλεργία στο πνεύμα. Η δημοκρατία είναι εδώ και είναι κυρίαρχη ,οι αξιώσεις της κατισχύουν των πάντων Αν χαθεί αυτό ,τελειώσαμε. Είμαστε εδώ γιατί η Φιλοσοφία επικράτησε της Θεολογίας. Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία Συνταγματική. Μόνο αυτό. Στην πράξη, μην ονομάζεις δημοκρατία τις έννοιες των σαλεμένων. Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία είναι μόνο αυτό είναι το μόνο ελεύθερο πολίτευμα, λαϊκές δημοκρατίες νομίζεις ότι είμαστε; Το σύνταγμα δεν είναι για τα δόντια καθενός γράφτηκε με αίμα αιώνων, τώρα τι μπερδεύεις τα κάνεις σωρό δεν μπορούμε να μιλήσουμε έτσι, χρειάζεσαι να καθαρίσεις στο μυαλό σου θέματα, αυτά δεν λένε τίποτε πήγαινε στους πρωτεργάτες να μάθεις πολιτικά γράμματα πάρε έναν καλό οδηγό για το δρόμο, αφελές αίτημα Χωρίς γνώση του αντικειμένου έλλειψη οδηγού πνευματικής καθοδήγησης ,
το ατιμόνευτο πνεύμα, το πνεύμα είναι ευρύτατο βαθύ και γρήγορο , έχει μάτια και στην πλάτη,χωρίς οδηγητικές ράγες η υπόθεση δεν πάει πουθενά,διάβασε όλους τους μεγάλους σιγά σιγά ξεκίνα από το πρώτο σκαλί αλλιώς θα τα μπερδέψεις είναι δύσκολο το άθλημα,και για να καταλάβεις τη δύναμη της Δημοκρατίας θυμήσου οτι τα ολοκληρωτικά καθεστώτα την επικαλούνται, όμως είναι εχθροί της, ζητούν περισσότερη όταν είναι εκτός και την καταργούν όταν αρπάξουν την εξουσία ,για αυτό και οι απαξιώσεις της σημερινής ,προπαγάνδες και ψέματα τα έχουν κοινά ,ολοκληρωτισμός είναι αυτό,δε χρειάζεται καμία τομή. Η Ευρώπη μας φτάνει και περισσεύει,ελεύθερος κόσμος ξέρεις τι είναι; 
Χρειαζόμαστε τη λέξη να λέει, ο λόγος φανερώνεται στο λέγειν, ο Σολωμός,δεν δεχόταν αμετάλλακτα τη δημοτική έκφραση, τη διέπλαθε ακούγοντας.Τίποτε του δημιουργού δεν είναι ετοιμοπαράδοτο. Παραδίδει πλούτο γλωσσικό ποιητικό νεοφανή όπως τα ζητάει το γιαταγάνι που κόβει στεριάς και του πελάγου.
“ Εγγύα πάρα δ' άτη”  το πολύ κοντά μας καίει είτε στο ιερό είτε στο βέβηλο.Είτε σατανιστής είτε εξορκιστής,άναψε κεράκι και συγκρατήσου και ο σεξισμός έχει τέτοιες συνδηλώσεις και η πολιτική ο ακτιβισμός,η ιδεολογία οι φανατισμοι. Η Αγία Γραφή βρήκε τη μορφή της στη γλώσσα των εβδομήκοντα , εκεί στεγάστηκαν τα Ευαγγέλια ο Απόστολος οι Πράξεις των Αποστόλων , στη συνέχεια η γλώσσα αυτή δοξάστηκε από τη γραφίδα των μεγάλων Ιεραρχών.Του Αγίου πνεύματος επειδή.Όλα τα βιβλία θέλουν να γίνουν Βίβλος.
Έχουμε τον ποιητή , τότε μαρτυρείται ποίησις,γεμίζει το σκοτάδι παρουσία μαγική, αλλιώς πώς να μαντέψεις το υπάρχον ποιός θα μας δώσει τα λόγια και ποιός θα κάνει τη γραμμένη ποίηση να μιλήσει έξω απ' τις γραμμές. Πως θα ξέρουμε τι είπαν οι ποιητές;Έδωσε ένα τάφο στους νεκρούς του μέσα στο ποίημα ο στίχος σαν αίμα τους ζωντανεύει.
Έχει ξαπλώσει πάνω στη στοίβα τα βιβλία που κάποιοι γράψανε και τις φράσεις σου πιο πάνω Η νύχτα είναι μωβ στο κίτρινο χαράζει το λένε συνέχεια τραγούδι το καλοκαιράκι οι ερωτευμένοι,λέω τραγούδια φλίβερα του αη γιαννιού ανήμερα πηδώντας στις φωτιές φλόγες αναμμένα κορμιά,δεν έχει ο έρωτας συμπόνια, α-ερος ο έρωτας έχει φτερά περνά μάς αντιχαιρετά οξυδερκής και ας του δένουν τα μάτια,μη ψάχνεις,είναι στη πίσω μεριά της σελίδας,απαντάς σε λάθος θέμα αυτά έχουν μαθητική ποδιά χωρίς να είναι μαθήτριες,ώρα υψικαμίνου του γλαδίολου ο χορός ρόδο μυστικό, κόκκινο πορφυρωμένο ερωτικό έγκαυμα γράψε πάνω στα σύννεφα αυτό που δεν έγραψες στα κύματα πέφτει ο ήλιος σηκώνεται το φεγγάρι την ώρα που μεθούν οι ακρογιαλιές απ' το κρασί τους  Έα Πάρον και σύκα κείνα και θαλάσσιον βίον. Αρχίλοχος.
η γαζέλα χάραζε το δρόμο της η επιφάνεια του νερού ριγούσε παροδίτης στα παρόχθια ο ήχος του νερού
ΧΑϊΚΟΥ ΕΠΟΧΗΣ
τέλος καλοκαιριού αναψοκοκκινισμένες ψυχές φθινόπωρο στα ράφια
Το ακτινοβόλο σύμπαν του φθινοπώρου η μέθη της ποιήτριας
Το πρωί εμφανίζεται πάνω στη σκηνή ο ρόδινος ήλιος της νύχτας
Κι ο χορός των μαλλιών της στου νοτιά το τραγούδι
Περιμένω το πεζογράφημα, να καταδύεσαι εις τα εντός της ψυχής και ν’ ακούς τη μουσική αυτή φτάνει η γραμματική και το πάριο βέλος γραφής από κει δημιουργεί εκρήξεις μετοχής μέθεξη και μέθη, δεν είναι κάτι άλλο ο Σελίν. Ποίηση ζώσα πριν κλειστεί σε στίχο και μας κρατά απέξω
σαν αχτένιστο αγουροξυπνημένο κορίτσι που ρίχνει νερό στο πρόσωπο για να ξυπνήσει κι ύστερα μας κοιτά σαν αγριοκάτσικο που το πιάσαμε απρόσεκτο.Με φόρα ζαρκαδιού διαβαίνει στα μάτια του πράσινο δάσος.Ήδη το ξέρει χρυσώνουν τα κέρατα της,η τραγωδία στη σκηνή αυτό είναι ,αβλαβής χαρά ,ο θάνατος εκεί είναι συμβολικός μαχαίρια και αίμα /υπάρχουν ώρες που δεν ήρθαν ακόμα.Εισχώρησε σε ότι έχει κραδασμό ,και σκάει μέσα σου σαν κάστανο στη φωτιά.
Τα μάτια σου έφεραν τη νύχτα
Γκρίζα μαβιά η θάλασσα
Θάμπισε ο στίχος του Σολωμού
μονόστιχα ήταν τα τελευταία του, κι έμοιαζαν βότσαλα λεία, δες την έκφραση, έχει ωραίο στίχο, είναι καλός ο στίχος του, από το μέρος το όλο, μεταφορά είναι, στίχος αντί ποίημα, δεν είναι κομψό να πούμε "θάμπισε η ποίηση του Σολωμού". Ενώ θάμπισε ο στίχος ... έχει μια ελλειπτική χροιά και ταυτόχρονα λέει κάτι παραπάνω στη λήγουσα των χειλιών κι αν κοιμήθηκες στην παραλήγουσα, το πέλαγος σου γλείφει τα πόδια.
Πεζογράφημα, να καταδύεσαι εις τα εντός της ψυχής και ν’ ακούς τη μουσική αυτή πρέπει να διαστείλλουμε το οργανικό από το αοργικό τον ανόργανο κόσμο, το κοσμικό το οργανώνει ο άνθρωπος όπως στολίζεται η γυναίκα για τον εραστή της και γίνεται στολίδι προσφέρεται και τέρπει αυτό είναι κόσμος, πορφυρός είναι ο θάνατος κακότυχη μοίρα η ψυχή δεν κρύβεται τη φανερώνει το σώμα,
τα κολχικά οργιάζουν. Λωρίδες κύματα από δίψα σκύβουν να πιουν. Η νύχτα είναι μωβ στο κίτρινο χαράζει. Αν η τίγρη επιτίθεται σαν φλόγα η λεοπάρδαλη επιτίθεται σαν δροσιά.
πυροσβέστης ψίθυρος Γεμάτα μωβ τα βράδια.Μωβ είναι τα μισοφέγγαρα της θλίψης τα μάτια μας αχόρταγα ρουφούν φως της αυγής για ν' αγαπήσουν,εσύ κι εγώ έκδοτοι της λύπης η πλάτη σου γίνεται κείμενο που διαβάζουν τα χείλη. Παράδοξο γέλιο ανεκφώνητο πάθος,εκθηλύνονται οι ρώγες, σκάει ο πόθος στα πρόθυρα ,τα ημισφαίρια στις παλάμες δύο μισά της γης του πόθου πόθος εκεί που σμίγουν κρυφός κρατήρας αυτόκλητος ηδονικός Σε εκμαυλίζω τα δρέπω όλα η νύχτα παραπάτησε το χέρι μου περπάτησε ο έρωτας σε πάτησε πέφτει ο ήλιος σηκώνεται το φεγγάρι, όταν κοιμάσαι θυμάσαι  ξεγεννάς τον εαυτό σου μεταβαίνεις απ' το ένα όνειρο στο άλλο στην κρυφή πραγματικότητα στη φύση σου στεγνά να σε πυρπολώ να ανάβεις να σβήνεις να λιώνεις να δίνεις; γαζέλα σε οίστρο / κίτρινοι κρόκοι απ' την αυλή,τριαντάφυλλο φλογερό εσύ ,
Είμαι στον κόσμο σημαίνει είμαι και στο νόημα του κόσμου.Ο λογοτέχνης κρίνεται και από το πόσες εικόνες, μεταφορές θα κάνει για τη θάλασσα.
πέντε εις την πέμπτη δύναμη η ισχύς μου εν τη γνώσει,όπως το παγοθραυστικό ανοίγει δρόμο για τους πόλους έτσι κι ο έρωτας σπάει τις παγωμένες θάλασσες μέσα μας,ακόμα κι αν είναι έρωτας για τη λογοτεχνία.
έχει τύπο χρυσής τομής κι αναλογίας ,οι καθρέφτες τέμνονται,σήμερα έχουν προφανή προτεραιότητα σοβαρά πράγματα,νύχια να σκάβουν βαθιά τους ψυχισμούς και τις ορέξεις τις ονειρώξεις στο κατάμαυρο μολυβιά στο μάτι και στο βάθος σου γαζέλα φτερουγίζει το αίμα Μες στον τρόμο σαν Ιρανή που μόλις πέταξε τη μαντίλα δουλεύω τη φαντασίωση σου Χαφίζ απ' το Σιράζ και ο άλλος μέγας ποιητής ο Σααντί
στον Ισημερινό δακτύλιο που κόβει σαν στριγκάκι τα ημισφαίρια της γης την ώρα που ανάβουν τα λυχνάρια οι πόθοι βρίσκουν το δρόμο οι καρδιές σφραγίζονται με επιθυμία,πάνω στη χορδή που διαγράφει η ερωτική μέση Έρως ανήμερος αγριόγατας φουριόζας,καλό το δράμα αλλά σαν την τραγωδία δεν έχει γιατί σχίζονται τα τραγικά προσωπεία των γυναικών; ώρα υψικαμίνου ο κρατήρας καίει, η λάβα,έπεσε ο ήλιος σηκώθηκε το φεγγάρι ορθόστηθη η κοπελιά στου θάμπους το κατάρτι τα μάτια βόσκουν στο γυμνό της κορμί επιθυμία 
Τι νύχτα κι αυτή
μα πως θα γίνουν τα χαράγματα χωρίς γόβα στιλέτο; μόνο η εικόνα δίνει ποίηση και εικόνα εννοούμε η μεταφορά, αυτό που σε κάνει να ζηλέψεις τη γραφή τα μάτια βόσκουν στο γυμνό της κορμί επιθυμία,δεν αναπαριστούμε δεν είμαστε φωτογράφοι το βόσκουν επιθυμία κάνει ποιητικό το στίχο,είναι η επιθυμία που κοιτάει η επιθυμία είναι κόκκινη, σαν την ψυχή στον ήλιο, και τα γόβα στιλέτο τη σηκώνουν όπως σηκώνονται τα οπίσθια και ... άλλα τινά που επίσης σηκώνονται κι ευθύς πλαγιάζουν, η επιθυμία τρώγεται ξαπλωτή στο ανάκλιντρο,μελαγχολικό απόψε κορίτσι, μόνο με έρωτα γλυκαίνει πέφτει η πίκρα.Μέσα στη θάλασσα αποχρωματίστηκαν οι τζακαράντες καυτό ποτό μας έλιωσε τα σωθικά.
Αυτό το γαλάζιο της σιωπής αυτό σου κλείνει το μάτι, με γαλάζια τέχνη τραβάς πιστολάκι κι αυτοκτονεί ο πράσινος δασοφύλακας,πικρότερο δεν έχει είναι ο μέσος όρος των χρωμάτων όλα σβήνουν στο πράσινο,θα εννοείς το αψέντι, λαβαίνουν όλα αντίθετες όψεις πράσινο ζωηρό η ζωή σφύζουσα, πράσινο ωχρό του πεθαμένου η όψη,η χήρα φορά μαύρο και πράσινα εσώρουχα,πράσινο και κόκκινο είναι η έκφραση του ανθρώπινου πάθους ,μπορούν να σε κάνουν να σκοτώσεις.Η χήρα φορά κάτω από το στιλπνό πένθιμο μαύρο , το αναζωογονημένο μυστήριο της ερωτικής έξαψης πενθεί κι ορέγεται σφοδρά (αυτή είναι η σκέψη : θα ξενογαμηθώ) τα έχουν πει αυτά οι ποιητές από παλιά,από το γάμο κατ αρχήν με όποιον καυλώνει μαζί της και της ρίχνεται δεν έχει ελληνικό και ξένο σ’ αυτά κι έχουν προηγηθεί οι Σκανδιναβοί,με όποιον τη γουστάρει  γίνεται Σοφία Λόρεν ,πρόκληση δεν ξέρει θυμήσου το Ζορμπά ποιος της κάθεται όλοι τη θέλουν είναι βέλος επιθυμίας που γίνεται επιδημία ξελογιάσματος το χτυπάει μέχρι να λιώσει ρίχνεται καβαλάει θα πάει σαν τη χήρα στο κρεβάτι λένε ,άσε τα χαζά δεν ξέρεις να εκτιμήσεις τα αυτονόητα, είναι αναφορικό αλλά δε φαίνεται να σκαμπάζεις γρυ απ αυτά μια αγραμματοσύνη είναι εμφανής μπερδεύεις τη λογοτεχνία με τα μπούτια σου μην ασχολείσαι σε χαλάει
ου φροντίς...η επιθυμία πανσέληνος φτιάχνει χρυσάφι ,μαγνητίζει τα πλοία Στις θύελλες των ψυχών κατάρτι το κυπαρίσσι τ’ αψηλό,οι πυριτόλιθοι βγάνουν πιο δυνατή σπίθα μέσα στη μαύρη νύχτα.Σβήσε τον καύσωνα της ψυχής υδρία,ψηλαφώντας γνωρίζουμε το πρόσωπο της νύχτας και όλα είναι τόσο φανερά που τα μάτια τα χάνουν.Εκκωφαντική σιωπή πάνω απ τον κόσμο,ένας άφωνος άνεμος σαρώνει την υπόσταση,χρώματα ερήμωσης με τρυφερό πόνο για τον απανταχού άνθρωπο που πονά και υποφέρει από μια αόριστη απειλή.Ένας ήχος γαλάζιος δονεί την πέτρα κι αργυρόηχες σαΐτες διαπερνούν το στερέωμα. όλο το ασήμι ρίχνει η σελήνη στις τσέπες σου.Ποίημα θάλασσα μόνο η γυναίκα σου μοιάζει το ωραίο το παίρνεις ,το κάλλος σε παίρνει και σε σηκώνει.Κράτα μου λίγο θαλασσόσπορο ,μαγιά της τέχνης.
Πάντα να παρατηρείς πού έγινε η σφαγή.Γιατί ο καμβάς τεντωμένο δέρμα της χώρας είναι, κι από το κορμί μας. Έχετε ένα σημείο ισορροπίας στην έκφραση ,αλφάδι του Φειδία να το πω έτσι, και αφήνετε τη μελανή καμπύλη να υπογραμμίζει.Το ποιητικό υπάρχει έξω απ' τις λέξεις σαν υποβολή της μελαγχολίας του που είναι γιορτινή με ένα μετάξι σαν βρύα που σάπισαν στην όχθη, �� χρόνος σαλεύει, ακούς τα πέταλα που θρυμματίζουν τον πάγο της μνήμης.
Ένα ούτι χάλκευε τις χορδές του καθώς τις συντόνιζε ο άνεμος.
ο μουσικός καιρός να σε συντροφεύει στα εύκολα στα δύσκολα, χαρίζετε μυστική λάμψη λιώνει τη μελαγχολία την περιρρέουσα σαν ζάχαρη,κάπως αργά ήρθε αλλά φώτισε ,φέγγει την απελπισία μας γητειά στα μωβ
Μου'ρθες σαν έκλαμψη μέσα στην ασημένια σου στολή ,φεγγαρόφωτη
Έτσι μου'ρθες .
Μέσα στην ασημένια σου σιωπή .
φεγγαρόκρουστη
Και ποιός λέει τέτοια σ αυτό το φοβερό καιρό θα μου πεις και θα έχεις δίκιο είδα κι εθαύμασα επίσης το χρυσό καταρράκτη των μαλλιών σου αντίστιξη με το βράχο υδάτινη ,υγρή ,λεία υπέροχα χρώματα ερωτική Ένα άνθος στο κύμα κι ο χορός των μαλλιών σου στου νοτιά το τραγούδι σέρφινγκ ομορφιάς έχει τύπο χρυσής τομής κι αναλογίας ,οι καθρέφτες τέμνονται Περιμένοντας τη νύχτα να τη βάψω ροζ
έκοψε τη λύπη ψυχική δίαιτα.
0 notes
ector-pantasis · 3 years ago
Text
Tumblr media
οι κρήνες της Άρτεμης κλαίνε
Γλύκηα μάτερ ,ού τοι δύναμαι κρέκην τον ίστον πόθω δάμεισα παίδος βραδίναν δι’ Αφροδίταν/ Γλυκιά μου μάνα στο χτένι να υφαίνω δεν αντέχω ριγμένη απ' του μορφονιού τον πόθο δαμασμένη από τη ραδινή Αφροδίτη. 
Δεν τους έκανε αστρονομία ,ποιητική οντολογία τις δίδασκε. Τις μάθαινε πως να ρεμβάζουν τα φωτεινά βράδια τα ξάστερα. Την ώρα που η διαφάνεια διαπερνάει τις ψυχές .Λένε είναι οι ψυχές. Λένε είναι οι πίκρες οι μικρές.Τις διδάσκει έναστρο είναι οι δροσεροί αστερισμοί της νύχτας στα νεανικά τους πρόσωπα απορίας/ αμφί κάλαν σελάναν/ γύρω απ' το όμορφο φεγγάρι/ ενώ απέναντι στο Ιλίου πεδίο οι άντρες γύρω απ' τις φωτιές που είναι διάσπαρτες στο νυχτερινό πεδίο της μάχης όπως τα αστέρια στον ουρανό  με ξαναμμένα πρόσωπα ονειρεύονται την αγάπη τους που παίζει σαν φλόγα. Συνομιλεί με τον ποιητή στην εικόνα αυτή, εναλλαγή πόλεμου ειρήνης, τον Άρη δεν τον εκτιμά. Το φτερωτό παιδί περνάει ανάμεσα στους στίχους όπως ο άνεμος αόρατα, στα κορίτσια τον βλέπεις που τρέμουν από έρωτα άμαθες.
 Ποτάμι δίπλα σε ποτάμι και τριγύρω βουερή θάλασσα, μια ορμή προς τη θάλασσα ένας αφανισμός. Παράκληση, κάν’το παρθένο  σαν βγει στην υγρή λεωφόρο, να' σαι και δασκάλα του και μαθητευόμενη, παγωμένο φεγγάρι όπως χάνεται στη θάλασσα να μπαίνει . Κά'ντα να ξεπαγώσουν  να αποκτούν αφροδίσια υφή να γίνονται ερωτικά να βγουν στον αέρα, να βρουν έκφραση.
Το έναστρο Είναι. Με το διαχυμένο σκοτεινό φως της νύχτας.
 Ντύνω τη γύμνια σου χάδι αναταράζεται η θάλασσα, ανατριχιάζουν του πύργου οι αντηρίδες ,ο αφρός πλένει τα στοιχειωμένα του τειχιά, τα παραθυρόφυλλα ανοίγουν διάπλατα, η θάλασσα αναδεύει το σκοτάδι. Καινουργιωμένα τα κορμιά στα λουτρά του ύπνου και της αγκαλιάς ρίχνονται στη μέρα.
Στο μπλε του ουρανού πορτοκαλί ουλή σαν πύλη ξερνάνε φως οι μελανές κηλίδες. Οι κρήνες της Άρτεμης κλαίνε. 
Η σελίδα λευκαίνει καμιά φορά από διαύγαση όπως όταν η θάλασσα γυρίζει από το πολύ σμαράγδι στο λευκό άνθισμα του κυματισμού το αφρώδες σαν τις χιονισμένες κορυφές και τα κύματα λάμπουν. Ένα κομμάτι φλόγα ένα κομμάτι πάγος .Η γλώσσα όσο αντέξει θα το πει.  Κι όσο πιο αφαιρετική τόσο πιο πολλά θα περιλάβει από το όλον .Με το καλημέρα κι έφεξε. Άνοιξε το ένα φύλλο. 
Απ’ την ώρα που εκείνο το παιδί το μυθικό εκεί στα Παρίσια άρπαξε τη ομορφιά ένα πρωινό την ακούμπησε στα γόνατά του και τη βλαστήμησε, ένας μετεωρίτης γαλαζωπός βούτηξε στην πλατεία Κολωνακίου, συγκεκριμένα στο παλιό Ντόλτσε κι άνοιξε μια τρύπα ίσα με τη Δεξαμενή, ώστε γύρω γύρω ακροβολίστηκαν ο Παπαδιαμάντης και η παρέα του, και το τοπίο έκτοτε έμεινε σφόδρα μεταφυσικό, με εμάς χάσκοντες άκοντες. Άντε μη πάρω τώρα κι εγώ την ομορφιά και τη βλαστημήσω ,όπως το παιδί εκείνο το μυθικό. 
Ο χρόνος έκανε το χρώμα του τοίχου τρυφερό να μη γδέρνει τη μνήμη ,να σαλεύει το φύλλωμά της ελεύθερο, έτσι που το πράσινο δεν ντρέπεται ,φυλλορροεί από σεβασμό στο πορτοκαλόχρυσο. Παράθυρο άδειο σκοτεινό μάτι, όσο κρατούν οι τοίχοι κρατάει η ψυχή ,δεν το άλωσαν ακόμη αγριοσυκιές. Οι πόρτες ήταν ανοιχτές, όλοι έψαχναν γιατί δεν πιάνει κλειδί στα λουκέτα, Πίσω, ρόδιζε έσταζε κίτρινα ταξίδευε στα κάδρα του Μπονάρ μέσα απ’ τα ξύλινα πλαίσια. Κορνίζες του χρόνου. Τίποτε δεν είναι αυτό που το λένε. Αν ήταν δεν θα το λέγανε ,θα ήταν, απλά. ποιος ποτέ μπόρεσε να είναι τίποτα; 
Για να επιστρέψω στο θέμα δε με εκφράζει κάτι στη διάθεση που έχω λόγω περιστάσεων.
Στου ήλιου το δρόμο εικόνα του Θεού να δέσεις  πάσχιζες  -που ένα κλάμα μας αναγγέλλει πνοή στερνή ψηλά τί στέλνει;  Κι οι ζυγαριές δε σταματούν . Μοίρα του κόσμου του ανθρώπου μόρος. 
.
Ο σπινθήρας βγαίνει όταν συναντηθούνε βίαια στο σκοτάδι δύο αστερόπετρες, εκεί όπου η σκέψη φαίνεται να αλητεύει σε μια γλυκιά και άεργη ελευθερία, εκεί είναι και το έργο. Εγώ ένας μειοψηφών στην κάτω βουλή, κοιτώ το βαθύ σκοτείνιασμα μέχρι να φανεί το ρήγμα, στιγμή που το ρήμα αναχαράζει εκφέρεται λόγος και το χάσμα κλείνει δεν είναι μόνο ρόδο : βούτα τα χέρια στο λουλάκι βάψε τα μάτια, άνθος του κόσμου. Η καλύτερη στιγμή είναι όταν ανοίγ��υν οι θάλαμοι των αρωμάτων.
Ουκ όντος ον όντως έστιν όντος εικών ο ορισμός της τέχνης κατά Πλάτωνα, δεν αποτελεί όψη όντος είναι πραγματικά εικόνα όντος δηλ. στην πραγματικότητα δεν είναι ον ,όμως είναι εικόνα του πραγματική. Μπορούμε όμως να πούμε το " ον ενδοχώρος " το εσώτατο είναι ,η ένδον ανάσα ,το atma, μια anima, μυστική ενδοχώρα , αλλά θέλει διασάφηση. Ενών Ενωδών η οργασμική ενδοχώρα. Αυτή τώρα η ειδωλική  περιοχή όπου ενδιατρίβει η τέχνη, είναι  ένας οιωνεί χώρος, το ενδιαίτημά της , εκεί συναντά τις μορφές που θα εισαγάγει στη χώρα της αναπαράστασης. Αυτή η περιοχή τρέμει από ανυπαρξία. Είναι όμως περιοχή ένδοξη, είναι το πέρασμα για τη Μορφή. Είναι αυτό που έλεγε ο Ντοστογιέφσκι όταν γράφω κατεβαίνω στον τάφο μου, αύρα ξεχύνεται απαλή της τέχνης ίνδαλμα. Όταν όλα τα ιόντα αστράφτουν η έκρηξη του οργασμικού νού ο διάττων αστέρας της ενώσεως της εσωτερικής η μυστική αλχημεία κρουστή ενόπτριση στον έσω πυθμένα, στην έσω νύχτα ο οργασμός αστήρ διάττων αχνοφωτίζει μεγεθύνει τα ένδον εκτείνει ηδέως, ενήδονα φώτα γαμήλιος κρημνός η κλίνη , το μηδέν φουντώνει. Στα λαϊκά της ώχρας και της κιμωλίας το διατύπωμα κεντητό, μόνο τρούλος, λουλάκι σαν ουρανός τα φούξια σκιρτούσαν, ��πως στον κορμό της φοινικιάς  κάνεις αναρρίχηση  beata beatrix . 
Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής, αλλά για τον Πλάτωνα μέγα μάθημα αυτογνωσίας είναι να καθρεφτιστεί η μορφή σου στο μάτι του άλλου, ο βυθός του ματιού φέρει ένα ξεχωριστό φως, φως πνευματικό, το αληθινό μας βάθος είναι στο σώμα, το ελαστικό πλαστικό σώμα χαρακτηριστικό ανώτερου ατόμου και άρα πολιτισμικής στάθμης κι όλα συγκεντρώνονται στο βλέμμα, ο τρόπος που βλέπεις που κοιτάζεις είναι αισθητός εκεί, μιλάμε για λεπτά αισθήματα αποχρώσεις, χρόα είναι η επιδερμίδα γι αυτό μιλάμε για παχύδερμα αδιαπέραστα στα λεπτά αισθήματα όντα, σύγχρονη Καρυάτιδα παραστάδα σε παλιότερη αθηναϊκή μεσοαστική οικία γδύνεται το γύψινο φόρεμά της ,αλλά και μέσα στο γύψο η γύμνια είναι ακαταγώνιστη ,γδύνει το βλέμμα μας μέχρι τον μέσα μας εραστή. Μη γυρίσεις να κοιτάξεις η Ευρυδίκη θα χαθεί. Ξεφλουδίζω την ψυχή σου μέχρι την επιθυμία που σε γδύνει σε μένα σε δίνει, ρίξε τη μελαγχολία με τη γλύκα σου, το φιλί σου κάνει την πίκρα μέλι, μαύρο μέλι ,από βαλανιδιά,
Θα δούμε τη σύγχρονη πλευρά κοιτάζοντας μεγάλες συγγραφείς ,και μεγάλους έρωτές τους, που γράφουν ποιητικό δοκίμιο, δοκίμιο ποίημα, όμως δεν είναι να αντιμάχεσαι στο βρόντο, μόνο στη βιωματική περιοχή έχει  άγγιγμα το ποίημα ,η λογοτεχνία, την Κέιν εννοούσα, στην ποίησή της δεν υμνεί το φύλο αλλά τον έρωτά της στο καθημερινό του μεταφυσικό στοιχείο ,στην καθημερινότητα. Το πνεύμα είναι μακριά από αυτούς προτιμώ τις μαγδαληνές που θρηνούν το σούρουπο στον ελαιώνα, ρώτα το μάρμαρο που μόλις κόπηκε και θα σου απαντήσει το φρεσκοκομμένο τι χέρια θέλει να πιάσει τον κόσμο σου να σε κάνει άγαλμα που απορείς. 
Το χέρι ρωτάει η σμίλη, πως να  απομακρύνει τη σκόνη που κρύβει το θησαυρό, χαράζει στο βλέφαρο μια γραμμή που θα γεμίσει ο χρόνος , κι ο γλύπτης το ξέρει πως να τη φυσήξει να ξαναζήσει η ομορφιά στο φως. Κι όλο το ασήμι θα ρίξει η σελήνη στο στρώμα σου/ δάκρυ η ύλη του πόνου, άγριο βοτάνι από τις όχθες του Αχέροντα άχ έρωτα.
ώ νοσταλγία,! χτύπα τις χορδές σου ,χτύπα τις χορδές της ψυχής. 
Φούμαρα τον έρωτα σκονάκια μαθήτριας με μπλε ποδιά αρχαίας μελαγχολίας αφίλητα κορίτσια με άσπρα καλτσάκια σαν αγριοπερίστερα που ξεναγούν οι αποπλανητές τους δάσκαλοι στον αρχαίο ναό,  κάτω από τα μεθυσμένα βλέφαρα του Ανακρέοντα τρεκλίζει το λυρικό όνειρο. 
Αυτό που μπορεί να φέρει ο ορειβάτης ,από την υψιπεδική του εμπειρία είναι κίτρινη και γαλάζια γεντιανή. Μπορούμε να το πούμε κι αλλιώς . Κίτρινο και κυανό γεντιανής, το τελευταίο αφορά τον ποιητή, απόσταγμα από μαλλιά βροχής το ποίημα. Οι πέντε κανόνες της Τέχνης: Τάξη. Ισορροπία. Ενότητα. Αντίθεση. Αρμονία. 
 Στο ανάγλυφο της ηδονής  επιχρυσώνεται η κορνίζα της επιθυμίας. 
0 notes
ector-pantasis · 3 years ago
Text
Tumblr media
θηρευτές
Ο κόσμος είναι αναγκαίος αλλά το διαπιστώνει αυτό η ελευθερία. - ("Το αναγκαίο είναι αδύνατο " Π.Ρικέερ )
1. Δοσμένοι για έργο κυκλώνουν το θάμνο με το θήραμα εύρημα τακτικοί στο κυνήγι ,η στρατηγική τους είναι αυτή ,κυνηγοί με τη γλώσσα θηρευτές της λέξης .
2. Ο ποιητής είναι το ραγισμένο κανάτι του θεού,κατ'εξαίρεση ,αιμορραγεί διαρκώς από τη ραγισματιά ουσία ποίημα ,το ιχώρ της βασιλικής του φλέβας ,ως πληγωμένος από άλλο βέλος .
Από αυτή την εικόνα κατάλαβε τη μετουσία που του είχει δωρηθεί,τρωθείς από τον μουσηγέτη εξαρπαγμένος, μουσόληπτος.
3.Το κακό έχει τη φωλιά του στο επιθυμητό .
Σε κάθε μεγάλη πίκρα θα έρχεται έστω ένας κόμπος μέλι ,μια στάλα να γλυκάνει τη θάλασσα που παράγινε τελευταία αρμυρή.
Μηδέν είναι η ουλή απ' την απουσία του θεού.Ειναι ο δεύτερος πόλος του ανθρώπου μετά το θεό.Η διαφορά δυναμικού υψώνεται από το μηδέν ώς το άπειρο .
4.Ενώ το ζώο κινούνταν αδιάκοπα ,η ζωγραφιά του έμενε καρφωμένη στον τοίχο της σπηλιάς για πάντα.Αυτό έδρασε ως σημείο που ο μάγος χάρισε,δώρο κι αποτροπή .Ο αρχέγονος άνθρωπος που ζούσε μέσα στον τρόμο φοβόταν τόσο το μάτι του θύματος ,ας το είχαν φάει χωνέψει σαν τη ζωγραφιά στα βάθη του σκοταδιού .
5. Πνευματικότητα και ύπαρξη συνυφαίνονται ,ο άνθρωπος αναπνέει σημασία στο μύθο .
-Το μηδέν μας σημαδεύει στο μεσόφρυδο .
Με ένα κρινάκι της ερήμου σου λέω γειά σου .
6.Κάθε νέο ζευγάρι αναλαμβάνει την εντολή πάνω στο κρεβάτι της πρώτης νύχτας του γάμου όπου εξαφανίζεται η νυχτερινή όψη του κόσμου με τη μορφή ηδονής .
7.Τον εξουθενώνει το μηδέν τον λυτρώνει το ποίημα ,το μονοπάτι προς το αιώνιο είναι κακοτράχαλο ,ένα διαρκές παρελθέτω .
Στις ψηλές κορυφές ο αέρας έχει καθαριστεί και χτενιστεί περνώντας μέσα από βελόνες κωνοφόρων ,σαν να πήρε απ' την ανάσα του βουνού .
8.Το όν παίρνει το χρωματισμό του ψυχισμού χαράζεται στη γλώσσα .
Αγγίζεις ένα βιβλίο όπου είναι γραμμένες μεγάλες σκέψεις ,κι έχεις την εντύπωση πως εκεί εγκλείεται το είναι .Μέσα από μια αυταπάτη οντοποιείται η ιεροφάνεια .Δες το κι αλλιώς .ελευθερία είναι να μπορείς να το δεις κι αλλιώς .
Στα χέρια του αναγνώστη το κείμενο ξεχύνει μια αύρα που πολλαπλασιάζει τα πακτωμενα λόγια στο διάφανο αέρα.Έτσι υψώνεται το χερουβικό από μια σταλιά κείμενο στα ύψη του ναού και ακτινοβολείται το παν ,κεραυνοβολείται το ποίμνιο, στην ανώτερη ψαλτική του Βασίλη του Δάσκαλου από τον Ξηρόλοφο .
Στο καδί της ψυχής ,την καρδιά,βάφονται τα υψηλά λόγια όπως το κοφτερό κι ευλύγιστο σπαθί στο πύρινο καμίνι .Βαπτισμός είναι αυτό .Μια δεύτερη γέννηση .
9.-έν όν ζών δρών φώς
Τά σά εκ τών σών
Υπάρχει ένα αίτημα : μαζί με την απομάγευση του κόσμου να αποσπάσουμε από τη μαγεία το συναίσθημα και να εντάξουμε την πραγματικοτητα και τη λογική, στο μέλημά μας .Η πραγματική μετάληψη είναι αυτό .
---
# Το μυστικό είναι η σύντμηση ,με τρεις εγκοπές είπε όλα όσα απαιτεί η εικόνα . Το χέρι το μάτι είχε την εμπειρία που χαρίζει το νεύρο η τεταμένη προσοχή η ετοιμότητα η εγρήγορση , ο προϊστορικός άνθρωπος διέθετε αστραπιαία αντίληψη και ασύλληπτη αντοχή και ταχύτητα ,αυτά πέρασαν και στην τέχνη του. Γιατί σχεδίαζε τον εαυτό του όπως και τον κόσμο. Στο κάθε τι έβγαζε ζωή και έδινε πνοή.
Μπορούμε να πούμε ότι ήταν μέσα στο είναι και μέσα του σκιρτούσε ο χρόνος ,η προϊστορικότητα αποσπούσε από παντού μυστικά , στον πυκνό χρόνο έσπαγε αλλεπάλληλα κελύφη έκανε διανοίξεις με καιρό σε απέραντες διάρκειες .
0 notes
ector-pantasis · 3 years ago
Text
Αντικλείδια
1.Με το μαρμάρινο άνθος στους Δελφούς, ο Πωλ Σκλάβος μεταστοιχειώνει το δελφικό φως που αστράφτει στις φωτεινές πέτρες του θεού.
2. ”Η έμπνευση όπως έχει ανάγκη από κέντρισμα έχει ανάγκη και από χαλινάρι”-Λογγίνος.
3.Η κατάργηση είναι συνάμα υπέρβαση, άρνηση που λευκαίνει το πεδίο ώστε μπαίνουμε στον αρμόδιο τόπο. “ Ξάπλωσες αποκοιμήθηκες πέρα στις λεπτοκαριές, ξύπνησες κάτω απ' τα φουγάρα του Ρέντη ανάμεσα στα τζαμάδικα της αποβιομηχανισμένης ζώνης.”
4.Κι όταν κάτι βγαίνει από ψυχής βρίσκει τρόπο να τρυπώσει σε μιαν άλλη ψυχή ( συγκίνηση που δίνει εσωτερικό ρυθμό, εμψυχώνει και τα άψυχα, φόντο κάθε τέχνης ).
5.Σαν η τραγική μάσκα πέσει βλέπεις από κάτω το κωμικό, σ' αυτό το σχέδιο η κωμωδία είναι θεία κι η χαρά τραγική. Κάτι διάφανο μια ιδέα τζάμι , προστατεύει τα μάτια μας από την αλήθεια.
6.Το έργο των μεγάλων και οι ίδιοι είναι σαν μια συμπαγής κολώνα πάγου, όποιο κομμάτι κι αν δοκιμάσεις θα σου κάψει τη γλώσσα. Ο συγγραφέας δεν γίνεται αλαφροΐσκιωτος επειδή γράφει, αν και αυτό θα αρκούσε να τον κάνει τέτοιο, ήταν από πάντα ένας καθοδόν αλαφροϊσκιωτος που κάποια στιγμή έπιασε την πένα για να το σιγουρέψει.
7. Δυο παιδιά που ονειρεύονται σε μια βιτρίνα , είναι η προσωποποίηση της ίδιας της ζωής. ( Για το μυθιστόρημα η ανεύρεση του Ροβινσόνα ήταν αναγκαία. Αλλιώς δεν φτάνουν οι ιστορίες στις σελίδες των βιβλίων). Χωρίς το Έλος δεν έχω εικόνα, εξαφανίζομαι, κι εκείνο εξατμίζεται, στραγγίζει.
8.Ο ρομαντισμός έμεινε στα σκαλιά ενός μπορντέλου, χωρίς να μπορέσει να δει τη μεταμόρφωση των ινδαλμάτων του σε ό,τι είχε προ ομμάτων. Αυτό έγινε γνωστό ως Αισθηματική Αγωγή.
9.Όποιος είναι ξέμπαρκος ,αυτός μπορεί να μιλήσει για τα φρούτα και για το θυμό της θάλασσας Μίλα μας εσύ ποιητή μέσα απ' τα λόγια σου μπορούμε ν' αντέξουμε κι εμάς τους ίδιους γιατί όπως κι αν λέγονται τα πράγματα μέσα στα λόγια σου είναι γλυκά Μέσα στα λόγια σου και τα πικρά είναι μέλι. Τι κάνει ο ποιητής; Ο ποιητής κάνει αποκαλύψεις. Μπροστά του είμαστε γυμνοί μας ετοιμάζει για το ωκεάνιο αίσθημα. (κάθαρσις). (Αφού όλα τα πράγματα ονομάστηκαν φως και σκότος και σύμφωνα με τις δυνάμεις του καθενός δόθηκε στο καθένα το όνομά του. Το πάν είναι πλήρες από φως και από άφατη νύχτα, ταυτοχρόνως. Κι τα δυό ίσα, επειδή κανένα από τα δυο τους δεν μετέχει στο μηδέν). 9ο απόσπασμα. ίσων αμφοτέρων ,επεί ουδετέρου μέτα μηδέν
10.Δεν καταφεύγουμε στο μαντείο να μας πει ή να μας αποκρύψει τα μελλούμενα, αλλά για να σημάνει καμπανάκι, να' χουμε το νούς μας. ( Αν δεν μπορέσω να κάμψω τους αιώνιους θεούς, θα κινητοποιήσω τον Αχέροντα).
11. Παρότι ο κότσυφας είναι μαύρος, γίνεται λευκός όταν μαυρίζει καθολικά το φόντο των ερειπίων. Παρθενιά αγγελικός βίος σμάλτο της ψυχής. Χωρίς πάθος ποτέ δεν επιτυγχάνεται κάτι σπουδαίο. Πάθος με πηγή τη βαθιά πληγή, γινόμενος αυθεντία σ' εκείνο που σε πλήγωσε. Τότε αρπάζεις τη δάδα του λόγου και φωτίζεις την πληγή στο πλευρό σου σαν Προμηθέας. Δεμένος στην πέτρα πρέπει να αντέξεις μέχρι οι ωκεανίδες να προβάλλουν με το δακρυσμένο γέλιο τους -τότε μια αύρα περιβάλει τις λέξεις όπως στις εικόνες των αγίων -ονειρεύτηκα ότι με ονειρεύτηκε μια λέξη, μια λέξη που ονειρεύεται μισοκοιμισμένη να την καλέσω να ζωηρέψει, όπως ερωμένη στο κάλεσμα του εραστή, -φλεγόμενη κρήνη ομιλούσα εικόνα .
12.Η ποίηση ανατρέχει την κλιτύ που κατέρχεται η γλώσσα όταν πάει να κατακλιθεί στο φυτολόγιο, ξαναφέρνει την ομιλία στην καταγωγή της, εμφανίζει τον κόσμο.
13.Ένας ποιητής δεν διαφέρει καθόλου από έναν άνθρωπο που διασχίζει το χωράφι του με την οικειότητα των αγροτοπάπουτσων που είναι μες στα χώματα. Αυτό το γήινο ο ποιητής δεν το αποχωρίζεται ποτέ .Επειδή ο μόχθος είναι συνυφασμένος με την ανάπαυλα και ο κάματος απαιτεί τη χαλάρωση του παιχνιδιού ,γι αυτό ποτέ δεν ξεχνάει ο απλός άνθρωπος που έχει ζυμωθεί μ' αυτά ,τα δεσμά του με τη γη του και την ελευθερία του.
14.Νύχτα μου Ηπειρώτισσα θα κάνω επερώτηση αν φταις εσύ που αρρώστησα. Τον απάνω κόσμο τον γλεντάς καλύτερα με στίχους γραμμένους στον κάτω κόσμο, αυτό το ξέρει και μας το λέει πολύ καλά το δημοτικό μας τραγούδι .
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
Rapsody
I.
Νύχτα του πρώτου αστεριού
στο φρύδι του βουνού
φυσομανά ο βοριάς
στο μέτωπο νέφη
περνούν σαν σκέψεις
συνοφρυώνεται
Μανιάζουν οι δρύς
η κορυφογραμμή
σκίζει τα σύννεφα
χαράζει τα χιόνια
οργώνει το μπλέ
Η ψηλή κορφή
το λιθάρι της αστραπής
η φωλιά του κόρακα
Όσο πετάει ο κόρακας η Σπλάντζα
Δυό σκάλες κακές
η μιά διώχνει τα νερά η άλλη τα φέρνει
Η Φωτική ένα άνοιγμα
να μπαίνει ο καιρός
στην κοιλάδα των φαντασμάτων
ΙΙ.
Φεγγαρομέρα
καβγάς πάνω στ αυγά και στα βελόνια
φυγή σ ελευθερά βουνά
απάτητους γκρεμούς
Με του πελάγου την ορμή
χιμά για την ψηλή κορφή
Λιώνουν τα χιόνα όπως ο αφρός
όταν γαληνεύει η θάλασσα
III.
μύθος γραμμένος
στο όστρακο της χελώνας
και στο αυγό της πέρδικας
ψάλτης κότσυφας
μοιρολογεί στις λόχμες
πυκνώνει ο χρόνος
δένει το πριν το τώρα το μετά
Όλοι είναι εδώ
και αυτοί που φάνηκε να έφυγαν
κι οι εδώ κι εκείνοι που είναι νάρθουν
αναστενάρικος στροβιλισμός
στ’ αλώνια της φωτιάς
φεγγοβολούν αιώνες
το πυρωμένο πρόσωπο
Διαβάτη μακρινέ
αποσπερίτη αυγερινέ
μαρτύρησέ μας στους ουρανούς
ουράνιο μάτι
στείλε μας πίσω τι είδες
στο λατρεμένο λιόγερμα
ως την άλλη αυγή
Δεν κάνει πίσω δεν πάει εμπρός
στέκεται ολόρθος και στητός
Της πρώτης νύχτας της έσχατης
νύχτας σφραγίδα αινιγματική
IV.
Σ’ αρδεύει η περιοχή
πλησίστιο κύμα
δίπλα στο κρίμα
Βγείτε ψυχές
από το μέσα Άδη
μνημονικό μας χάδι
Ωραίες κάντε πέρα
κάλλιο να μουν τυφλός
στα κορίτσια να δινα
ομορφιά φώς
V.
Καβάλα στο πυρόξανθο
παίρνω δρόμο ανήφορο
χτυπάν τα πέταλα στις πλάκες
άγγιξα φιδόπετρα μια ανάσα
απ’ το ν’ αγγίξω την αρχή της ζωής
το άλογό μου υπάκουο
στα τρίστρατα
τις νύχτες κάνω μέρα μου
οδηγός μου ο πολικός
Για πού με πάς ιδέα σκοτεινή;
VI.
Με την ομορφιά σου βάσανο
έρχεσαι με θερίζεις
το βλέμμα σου με κλείδωσε
τα πόδια μου τσιμέντο ασήκωτα
ποιού ελαιώνα το ασήμι
μάζεψες να μας θαμπώσεις
ξηλώνεις τα πλατάνια στη σειρά
σύρριζα της όχθης τα θεμέλια
να τον σηκώσεις θες τον ποταμό για πού;
Βάσανο θήλυ το φιλί σου
σε πικρά χείλη
VII.
Τώρα θα μπω
σαν οργή να σε γυρίσω
με όλες τις νύχτες σου θε να δεθώ
γυρίζω ανάποδα τον καιρό
λεηλατώ των ονείρων σου το χορό
VIII.
χώμα στο μαύρο κι άνθιζε χρυσό σιτάρι
σε ξεφυλλίζανε αρχαία τετράδια
ΙΧ.
Όσο το σώμα
γίνεται λιώμα
νυχτιά του Μάρτη
γέφυρα πάνω από χάσμα
μίτος ως τους κρυφούς
λαβύρινθους
λάβρυς έσκαβε σώματα
ένα αγρίμι φεύγει στα δάση
τό’χαν δαμάσει
X.
Όλο τον τρόμο
πήραν
τα νερά
XI.
σημαδεύουν του βουνού
το πέρασμα μέγα μας Τέμπλο
ηρώο καρδιά αστράφτει
XII.
Φεγγάρια με κόβει το λευκό σου
από ερειπιώνες της χώρας σου
στη νύχτα σου
τα αστέρια γίναν πιο πολλά
XIII.
αστέρι βορινό ας κοιτάξει
κι από την πόρτα την πλατιά να τα πετάξει
καλύτερα να ξεπατώνεις ένα αμπέλι
παρά να γλείφεις ξένα δάχτυλα για λίγο μέλι
Όλα κι αν τά’χεις εσέ δε θά’χεις
XIV.
Σε κέρδιζε μια νύχτα
στα σεντόνια της
πλάι στου ποταμού το μάτι
πλεγμένοι σα δεμάτι
ι
Ιούνης στον Κασαμπά αντίο χωριά
με δυο με τρεις στην τρίτη τη ρακή
σ’ έφτανε στην Καισαριανή
καυτός αέρας
από το δάχτυλο της μέρας
έμπαινε στο παράθυρο
της συντροφιάς
λίβας φονιάς
τ’ όστρακο του στήθους βουίζει
ατλαντικός
στο παράθυρο της νύχτας
XV.
δίδαξε το πικρό του έρωτα
λύκαινα του βορρά
Φιλί στο μέσα λακκάκι
παράξενη γυναίκα
σε κύμα σε λευκό
σε καλοκαίρια
XVI.
Βάρκα με τ’ όνομά σου
τα ματοτσίνορά σου
XVII.
Κλείνω τα μάτια διπλώνει η νύχτα
Παραδίνεσαι στο κείμενο που λέει καλά
αυτό που φέρνει ο δρόμος
XVIII.
πέφτει η τρυγόνα
δυο πούπουλα στον άνεμο
ίδια η πνοή της
Όμοιά της βασιλεύουν τα μάτια
όλων αυτών που κόπηκαν
απο το χορό του αυλόγυρου
φεύγει στο σιδερόψαρο καβαλάρης
κόκκινη γραμμή στις ρίπες δε θα γυρίσει
Το μαύρο πλένει ο ήλιος
ξεβάφει το πένθος
Η κατεβασιά του χρόνου ανελέητη
δρόμος είναι τ’ αχνάρια
όσων τον διάβηκαν
σήμερα έχει τα δικά σου ίχνη
IXX.
Είναι σαν να διορθώνει λίγο
την απόκλιση του άξονα της εποχής
Σχίζεται το παραπέτασμα
Ευλύγιστοι σαν το λεπτό χορταράκι
τρεμίζουμε στην πιο ανεπαίσθητη αύρα
αλλά κρατιόμαστε στη ρίζα μας
και στους πιο μεγάλους βοριάδες
XΧ.
Νύχτα κατάλευκη
Κλείνει το βιβλίο
σβήνει το κερί που τον έφεγγε
είναι ο πιο κοντινός
ο πιο μακρινός της νύχτας
Ανάβει το κερί ανοίγει το βιβλίο που τον έφεγγε
η νύχτα είναι εκεί κατάλευκη σελίδα
Ότι πατείς ότι βαδίζεις αόρατα του Άδη είναι σκαλιά
Τα κατεβαίνεις Τα ανεβαίνεις
Είναι οι μέρες Είναι οι νύχτες
XXI.
Νύχτα και περπατάνε σαν νύχτα σκιές και πάνε
ΧΧΙΙΙ.
Θρόισμα στο φύλλωμα της νύχτας
ζυγιάζεται το γεράκι στο φτερό
όταν σπάει η ρίζα
δεν έχει άκρες η γη για να πιαστείς
Η λεύκα αναφυλλά
Από βυθούς Τείριας
σείεται σύστεγο
στην άκρη του γκρεμού υποστατικό
η μοίρα έρχεται απ’ έξω χτυπά
XXIV.
Φύση και ποιός σε φύσηξε βοριάς
και μπήκες σε θέση ανημποριάς
και τούτο το πλασίδι
βγάζει γλωσσίδι
Όλα άνω κάτω τά φερε
μα δες το τι κατάφερε
τρώει τα σωθικά του
XXV.
Να πας για πού;
Πολύπορτος Άδης
καθένας θάνατος κι απ’ άλλο μονοπάτι
κι άλλη του χάρου δέξια τέχνη
κεφάλια κατρακυλάνε στη σειρά
σβήνουν τα κεριά στη διαδοχή
Γιατί αγαπά τα κόκκαλα για το τρικέφαλο σκυλί
πολύπορτος κι εύνοια δε δείχνει σε κανένα
Μάνα μας γη σε νοίκιασε για χρόνια;
Αιώνια;
XXVI.
Πισωγυρίζει ο χορός
ο ουρανός γραμμή μελανή χαράσσει
κατεβαίνει το βυζί του σύννεφου
φέρνει ένα φως που φέγγει μες στο βράδυ
στα δάχτυλα πλέκει αργά
μαζεύει τα σκόρπια νήματα
και χάνεται ίδια γραμμή κομήτη
XXVII.
Λαμπάδιασμα δρυός
κύκλος της φωτιάς
νόστο εδώ δεν έχει
ζαρκαδάκι πρόβαλλε απ’ τις λόχμες
σκιρτά
IIXXX.
Το δρόμο σου έστρωνες
με κλήματα με κληματόβεργες
βρόχους για τ’ άγρια
Το μέσα σου δασότοπο έθρεφες να σε θερίσει
IXXX.
Ύμνησε τη ζωή
στην καρδιά της φύσης
στο ανθισμένο στερέωμα των αστεριών
Την αλφαβήτα της οξιάς
μας μαθαίνει
XXX.
Πως λύνονται κι όλα τα μάγια
στα μεσημέρια
μελισσοχόρτι πυκνάδα ανάστροφη
άσπρο πανί συνάζουν το μελίσσι
κάψα του θερτή
Ήλιου ανελέητου φως
βουβά εξηγείς το τζίτζικα
XXXI.
Κουβάλησα το θάνατό σου
μέχρι εδώ πατέρα
τώρα φοράω το δικό μου θάνατο.
Πως αποκτάμε θάνατο;
Μαύρο χελιδόνι σπαθίζει τα φτερά του
στην κόψη πάνω του σπαθιού
XXXII.
Με του ήλιου το χάραμα
το δρόμο επήρα …
ζητώντας μια πατρίδα άξενη
να σε ζεστάνει
Μάς κυκλώνει το αίνιγμα
XXXIΙΙ.
Ανάμεσα στις γραμμές των σχέσεων
να διαβάσουμε
τον απελπισμένο γρίφο της συμπάθειας
αλλιώς το
νομόγραμμα θα ήταν
μια ίσια γραμμή αδιάφορη
Δεν αδειάζω ποτίζω το μηδέν.
ΕΠΗ Πέραν&Ιλλυρίας- Θερινό Ηλιοστάσιο
5 notes · View notes
ector-pantasis · 5 years ago
Text
νύχτα  έξεων-(σονέτο)
Σου δίνω το χέρι μου πάνω από την ταφόπλακα 
που η κάθε μέρα κεντάει το όνομά της 
με το πέρασμά της.
Αν θέλουμε να νικήσουμε είναι επειδή θέλουμε 
να δικαιώσουμε όλες τις γενεές του παρελθόντος 
σπάζοντας τα δεσμά του χρόνου.
Ερωτικός στεναγμός γιατί αυτά τα φύλλα
είναι της γλώσσας και οι ερωμένες λυγίζουν
μαζί με το κλαδί στον άνεμο σαν ανάσα ερωτική 
στην κλίνη στου εραστή το πλησίασμα.
Από την ώρα που έμαθα ότι η τελευταία σταγόνα ξεχειλίζει το ποτήρι, το αδειάζω άσπρο πάτο προσπαθώντας να πιώ αυτή τη σταγόνα.
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
Μαύρος λωτός
Σε ξεχασμένο τόπο
Μάη βρέχει μοναξιά
Νερό από αστέρια
τρυφερό
Μαύρος λωτός
δέρμα
Πορφύρα του Άδη
έβενε
φέγγε μου!
Στη σκιά της Ακρόπολης
Εκκλησία του Διάκου
φέγγρισμα σιωπής
Πένθος της ζωής
ψίθυρος νερού
Ανεβαίνει
από το ταπεινό μαύρο
μια μνήμη
Σταχτιά συκιά
πράσινη φλόγα στα κλαδιά της
Στου κόσμου την ταραχή
ένα πουλί
Τσιουρίζει
Στη σκοτεινιά-τι ανακαλεί;
Εκεί που άγγιξα το θάνατο-θάνατε!-
Ένα κλαδάκι ανθισμένης δάφνης
Έδειξε την κατοικία της φωτιάς
Έργα της αγάπης
Στόμα της σιωπής
καρδιά του παζαριού
κλαγγές
βάσανο
Το μικρό
στην κλίμακα του απείρου
Φέγγει
Έλα να πυρωθείς
Ξένε!
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Text
ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΕΤΡΗΘΟΥΜΕ ΤΩΡΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΕΣ ΛΕΓΕΩΝΕΣ
;Σύμφωνα με τον Σλάιερμάχερ το "νόημα" δεν είναι τίποτε άλλο παρά "η άμεση αυτοδιαύγαση του πράττειν"...Έτσι ο συγγραφέας ενός κειμένου "εργάζεται"  κατά τον Σλ/χερ χρησιμοποιώντας την γλώσσα ταυτόχρονα ως μέσο και ως σκοπό,διότι ενώ χρησιμοποιεί το διαθέσιμο γλωσσικό υλικό διαπλάθει νέα γλώσσα και ανοίγει έτσι νέες σημασιολογικές δυνατότητες.
Η λογοτεχνία είναι πάντα σε κρίση ,αυτό της δίνει προτεραιότητα.Γνωρίζει ότι δεν υπάρχει τελευταία λέξη και μονοσήμαντο νόημα,δε δουλεύει με έννοιες και λέει ετούτο.Στην υποτιθέμενη  κρίση του μυθιστορήματος την εικόνα αναπτύσσει το Μυθιστόρημα της κρίσης.Για να εισχωρήσουμε στο Κατανοείν,το διανοίγουμε αποσυναρμολογώντας τα κλειστά συστήματα,"τη ρήγαινα Λινόρα που κρατούσε απ' τη μεγάλη τη γενιά των Kαταλάνων· κι είναι ανελέημονες οι Kαταλάνοι κι αν τύχαινε κι ο ρήγας εκδικιούνταν τίποτε δε θα το 'χαν ν' αρματώσουν και να 'ρθούνε και να τους ξολοθρέψουν αυτούς και το βιο τους. Eίχαν ευθύνες, τρομερές ευθύνες· από τη γνώμη τους κρέμουνταν το ρηγάτο.απ' τη μεγάλη τη γενιά των Kαταλάνων· κι είναι ανελέημονες οι Kαταλάνοι"Γ.Σ.Δείξε μας από ποιό ποίημα του Καβάφη προκύπτει ότι αυτό εδώ,είναι καβαφισμός.
(Η ζωή είναι σύντομη μεταφορά στο απέραντο αδιόδευτο του θανάτου πρέπει με αυτό το λίγο να τον παραβγεί).
"Είναι φρικτότατοι εχθροί οι Pωμαίοι.Μπορούμε να τα βγάλουμε μ’ αυτούς,οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ;Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες;" Κ Π.Κ.
Είδες που η φιλολογία δεν πρέπει να βιάζεται,γιατί παραβιάζεται το πρωτόκολλο.Είδες που είναι καβαφισμός.
.# Με το λέγε λεγε νομίσαμε ότι φτιάχνουμε κι εμείς λεγεώνες!
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
Της οδύνης άπιαστο ρήμα 1. Του στίχου ανάδραχτο πυρακτωμένο νήμα θερμοκρασία ψυχής από το παγερό μέχρι το φλεγόμενο κραταιό τόξο του κόσμου εικόνα μεγαλόπρεπη πορεία σε σύγκρουση οδός αναφλέξεως -ο κραταιός μηδενοκότσυφας – Τα αφανή συντάγματα των ηττημένων δόξα πράξη να ανασάνει το μάτι το απαθές στροφοδινούμενος κόσμος παλίντονη αρμονία το πόδι νιώθει το χώμα το μέτωπο τη φωτιά ώ βαριά ταπεινή ζωή,ο στίχος δε σε σηκώνει! Την ώρα που η ατμάκατος είχε καταστεί αγνώριστη, φάνηκε να διαπλέει την ακτή ο ποιητής. Είχε όλα τα σημάδια από το κάψιμο στα μάτια στο πρόσωπο ,του φοβερού διάπλου. Κέντημα το έκανε χρέος της ελεγείας του. Είδε τη γενιά του να πετσοκόβει να πετσοκόβεται. Άντεξε σαν στο��χειό. Στο πέσιμο του τον σήκωσε η Μορφή. Δανείστηκε ψυχή από τα χειρουργεία, μοίρασε τη δωρεά του στην καθημαγμένη χώρα, η απελπισμένη νεότητα το ρούφηξε ως νάμα . Οι ρυθμοί του εξάγνιζαν το άγος. * Ποίηση .Τέχνη νυχτερινή .Σ’αυτό με την ανέφιαστη νύχτα μοιάζει που σχεδιάζει αστερισμούς . Στα σκοτεινά ,της ποίησης τα πρόσωπα ,δείχνουν το ίδιον φως τους .Σαν τα κορίτσια της Σαπφώς .Κι εκείνα, της νύχτας είναι η παρηγοριά .Σε αγκαλιάζουν όπως η νύχτα.Κι αν μέσα τους σε θάβουν ,έχουν την πίκρα του θανάτου και της ανάστασης το φως . * Πώς ήταν αυτός ;Αυτός ήταν .Ήταν ένα κάρβουνο .Κάρβουνο ήταν .Μέσα στις τόσες στάχτες ήταν.Και άναψε .Κι από όσα είχε δει έβλεπε τώρα τι όφειλε να σώσει τι να σωθεί .Πολλά δεν μπορούσε να τα πει ,απαγορευμένα στον ποιητή .Την υπέρτατη σιωπή που τον προετοίμαζε ,εκείνο να πει .Πέρα από τη στάχτη πέρα από τη σιωπή .Το σωστικό της φωνής του άγγελμα αυτό θα πει . 2. ΚΑΤΙ ΑΛΑΦΡΥ ΠΕΤΑΕΙ ένα προφίλ που κατά δώ κοιτάει σύμφωνα με τις λαβές της λέξης πλάθεται παίρνει χρώμα στη σκιά των σπαθιών —-ίχνη από το άστρο γή τη βαθιά αλλαγή με το διαρκές του πλάσιμο αναδίπλωνε ως πέρα φλοιός στην κάψα του νευρωνικός τα βάθη του είναι γίγνεσθαι μυητικό Η πιο ψηλή μας Μοίρα,κι άν τραγουδά το τραγικό μας αίσθημα τα ορίζει δε βαλαντώνω μια λαϊκή ορχήστρα δίνει τον τόνο. Η Ρώμη δεν ερημώνει όπως όλα τα βασίλεια πέρα από τη Νινευή. ΑΝΤΙΚΡΙΣΑ ΤΑ ΠΙΟ ΤΡΑΧΙΑ ανάστροφα εκτινάχτηκε ο χρόνος,το νύχι σχίζει τη νύχτα μαστίγιο καταπρόσωπο λυγμοί του είναι, καιροί θυσιασμένοι κρύο το φως που τα σκεπάζει για να με βρώ δεν είναι εκεί αλλά για να χαθώ ο κόσμος έτριξε σαν τη χορδή στο μαντολίνο. Τη μάσκα του φόρεσε σαν σε αποκριά κι ένιωσε την αποκοτιά πίσω από το κατσικοτόμαρο μάτια γυροφέρνουν στις κόγχες, κι ήταν ο κόσμος ο κρυμένος αναποσιώπητος κόσμος οδύνης. Βάψε τα δάχτυλα βάψε τα μαλλιά με τή σκαιά μπογιά του χρόνου. * Ένα λευκό σαν νύμφη παντρεύεται το μαύρο / σαν τάνγκο που ερωτοτροπεί το θάνατο/ σαλεύουν τα μέλη του άμαθου κορμιού ηλιόλουστα / τα τυλίγει το σκοτεινό του το αίμα —. Γιατί στο ποίημα άντεξε να μπει κι ο ήλιος /και οι λευκοί της -μηροί / τα στήθη τα άαπτα. / η νέγρικη εισβολή νεκρική ήταν συμβολή / Στου ανατόμου το πνεύμα κολύμπησαν οι σκοτεινές εικόνες / και στη σελίδα του ποιητή η μετάγγιση μαύρο μελάνι . * Ανθίζεις σιγά σιγά όπως η θάλασσα λίγο πριν γεννήσει την αναδυόμενη,Και είναι το σμάλτο της ψυχής που φτιάχνει την αγάπη απ’ την πληγή όπως το κοχύλι μαργαριτάρι.Για να δέσουν οι εικόνες όπως τα στρείδια μια ενότητα από δύο μισά. 3. Μέσα στο στίχο μας γλυκαίνει ο κόσμος η γλώσσα λόγια αφήνει σαν το μέλι πικρό είναι το τραγούδι μας γλυκό γίνεται στο αυτί πώς να ξεχάσω το μύθο τον πυκνό τον πέρα του Όντερ εκεί που ακόμα παίζουν τα παιδικά μου χρόνια χωρίς να ρωτούν δεν είχε σκιές στα σταροχώραφα η ζωή,ξυπόλυτος άγγιζα τη γη Το ποίημα μοιάζει τις εικοσσιτέσσερις ώρες όπου κάθε ώρα ριμάρει τη διπλανή της σαν το σκοτάδι με το φως Εκεί ο πυρήνας της ψυχής ,από κεί ακτινοβολείται η σκοτεινή ύλη κι ο στίχος λάμπει. Όλα όσα υψώνονται Λύρα και Άστυ και Κόσμος Κατά το διάψαλμα. Ό,τι κι αν δώσεις νά’χει την ψυχή σου απάνω, τον αψύ τον αδρό χρωματισμό της,το πνεύμα σου. Τι σου ζητάει ο κόσμος; Πού κοσμογύριζες; Αυτό- η τελική γραμμή τότε που η σμίλη αποχωρεί μην έχοντας άλλο να πλάσει κι όταν ρυθμός τα έχει όλα αγκαλιάσει. Η νύχτα ανέχεται το φως σου παραχωμένο κάρβουνο που μες από τη στάχτη ξανάφτει. Πώς να φανερωθεί στα μάτια η ψυχή τα χρώματα έγδαρε ο χρόνος με τα νύχια τυφλές νύχτες τον ύπνο εδίπλωναν με εφιάλτες. Βράδια που έκανες βάρδιες στις γέφυρες του κόσμου το γαλαξιακό το φως θυμήσου. * άχθος αρούρης. –. Στον κήπο το φεγγάρι ένας εμπλουτισμός γαλήνης έσχατη έξαρση έσχατη ένταση Να πιάνεσαι από έναν λαμπτήρα που κρέμεται στο σαλόνι της νύχτας και να λες εύρηκα — — – – – – – Όλα να υψώνονται στη βαθυγάλαζη ώρα όλα όσα κατακλίνονται στο βαθύ μεσανύχτι. την πτώση ακροάζονται βαθιά μέσα τους. που ανοίγεται ένα κενό -χωρίς πυθμένα ,-. – – – – – -,Αν δείξεις αδυναμία είναι σαν να δείχνεις το λαιμό σου (εν ώρα μάχης ) 4. Κλειδί στην πόρτα,έτσι εξηγείται η μουσική αντίδωρο καθημερνό και το δίχροο μούρο των κοριτσιών. Στη γόνδολα υπό βροχή,κι η θάλασσα πιτσιλίζει εξαγνισμός θα είναι μόνο ο κοπετός. Σαμάνος.Μυστικά στη φαρέτρα. Πράσινο φως αρρωστημένο οξειδωμένα μπακίρια. Του στίχου ανοίχτηκε ο δρόμος τρέχα δεν θα είσαι πια μόνος ιδού ανεβαίνει στου κόσμου το τραχύ της φλόγας σου η κορυφή. * Η ποίηση είναι το χάδι στο σμάλτο της ψυχής. Στα ενδόμυχα που είναι σαν γρασίδι από λευκό μετάξι ,ιερουργεί το ύψιστο κάλλος ,αρμονία κατάφαση . άφατη πλησμονή. 5. Οι μύγες του Ορέστη κατατρώνε την ψυχή, δεν μπορώ να κλείσω το θέμα της άμετρης ενοχής αβυθομέτρητη οδύνη. Καλώ τις Τρωάδες ,καλώ την Εκάβη να εκστομίσει την κατάρα, καλώ την Κασσάνδρα να πει τα απίστευτα λόγια, φωνές,κι οι Ερινύες χαλασμοί.Του ατσαλιού.Της φωτιάς. Αίμα τρέφει την οδύνη η δίκαιη μομφή δεν έφερε ρίγη ασύμμετρος τρόμος άμετρη βία μανία που μας έγινε συμβία. Τώρα στο θάνατο μη δίνεις λέξεις ακόμα κι αν στον ύπνο σου ζητηθεί– * Μεσογειακές μπαλάντες Γιατί η αλήθεια έχει βουτήξει βαθιά στον ήλιο και το ίδιο βαθιά στο έρεβος .Είναι ζωσμένη με λωρίδες μελανές και λωρίδες από ήλιο . Και το καλοκαίρι ,παρά τον χειμασμό ,είναι αήττητο σαν τον ήλιο αυτών των ημερών . 6. Οι πρόγονοι κάτω από το ιερατικό τους σκέπαστρο. Πάει καιρός που παρέδωσα τα τσαμασίρια. Αστόλιστα θέλω να μείνουν τα λόγια έτσι που να πω πως σε ύπνο πάω.Κι ας είναι ο πιο μεγάλος. Το εφτάστερο λάμπει με τόσο δυνατό φως σχεδόν άφαντο άφαντο κάνει τον κόσμο. Στον κήπο το φεγγάρι, με όψη νυχτερινή, το άσμα αναδεύει την ψυχή στα εν ζωή, λίγο να ανασηκωθείς στις φτέρνες σου κι ο ουρανός λυγίζει τη μέση του αν δείξεις αδυναμία είναι σαν να δείχνεις το λαιμό σου. * Διασκεδάζοντας με τη θλίψη Το ανεσπέρου φωτός γαλάζιο άστρο. Αλωνάκια γυμνού φωτός.Η λογοτεχνία παίρνει το χρώμα της στη σκιά των σπαθιών. Δεν είναι τι είπε, αλλά τι δεν είπε. Το απαγορευμένο στον ποιητή ,τι δεν ξεστόμισε.Τι από το ξέφωτο έγινε άουρα μη εκφερόμενη αστραπή στο χιόνι. * Λέει η Σαπφώ,το ωραίο το παίρνεις ,το κάλλος σε παίρνει και σε σηκώνει  ποθείω και μάομαι είναι η έκφραση
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
Μικρά αφοριστικά σε γυμνό καθρέφτη                                                                                                                                                                                                Ι. Η ανθρωπότητα, να το πώ έτσι, μεταξύ άλλων ,οργανώνει τις μνήμες της, πράγμα που σημαίνει ότι ετοιμάζεται για αλλού.
ΙΙ.Ο Αλλάχ θέλει δε θέλει, και μ αυτά που κάνει κι ας  ρίχνει κλωτσιές εδώ εκεί ,θα ηττηθεί .
ΙΙΙ. Τα μωρά είναι πανάσχημα, μην το πείτε όμως στους γονείς τους. Και εκνευριστικά.
ΙV.Εύρισκε τον Μπαλζάκ βασιλικό, λες και υπήρξε ποτέ βασιλικότερος μπαλζακικός του Μπαλζάκ.
V.Δεν υπάρχει πιο βαριά πέτρα από εκείνη που έχει στις παλάμες του ο γλύπτης την ώρα της έμπνευσης. Γι αυτό θα την ελαφρύνει δεόντως                                                                                                                               *                                                                                                                                                                     Ο πρώτος πρώτος ενθουσιασμός είναι φορτωμένος ψέμα, θα χρειαστεί να βάλει το χεράκι της η υποψία για ένα ξεγυρισμένο ξεφόρτωμα.
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Aus_lag
Οι λέξεις που γέμισαν στάχτες και παγετό
δεν γίνεται παρά με συγγραφικό πυρετό
όσων τα βίωσαν,με τα βιβλία τους σάρωθρα
να συντελεστεί η ύψιστη κ ά θ α ρ σ ι ς
-Η φιλοσοφία ενώπιον κατερήμωσης,μπροστά στα χάρβαλα,
νιώθει τα καμμένα της φτερά
το πρόσωπό της μαστιγωμένο από τις θύελλες
και τις φλόγες στη δίνη της Ιστορίας
κοσμοϊστορικών αναμετρήσεων
ώσπου οι Τιτάνες να θαφτούν
κάτω από τον όγκο Αίτνας
των καιρών.
“Γιατί όσα δεν ήταν φιλικά του ο Ζεύς
τα όρισε στα Τάρταρα
να υφίστανται την τρομερή βοή των Πιερίων να φρίσσουν
κάτω απ τον αιμάσσοντα πόντο
την απέραντη γη.”
Όλη τη στάχτη κι όλο το φρικώδες ψύχος στο τερατώδες σουλούπι ,κατεπάνω στο απαίσιο-
Με την πικράδα στα χείλη
-μά ποιός διανοητής δεν είχε πικράδα,
δεν του κάηκαν τα χείλη και απο λέξεις που φλόγιζαν;
Λαμπόβαρκα.Το να υπάρχει θεός βεβαιώνει κι εμένα.Είναι σαν ένας αδιάγνωστος εαυτός.Ο αμφίσημος δικός μου εαυτός.Άν υπάρχει θεός υπάρχω και εγώ. Κι η ματαιότητα συντρίβεται.Αυτό σημαίνει λύσιος Ζεύς και Διόνυσος.Θάνατος κι Ανάσταση ένα.Διόνυσος και Άδης ένα.Λαμπόβαρκα είναι η σχεδία της Λαμπρής.Ο άνθρωπος χωρίς την ανάσταση είναι σχεδόν υπνοβάτης.
Tumblr media
ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ ΕΔΩΣΑΝ ΒΑΒΕΛΙΚΗ Μικρή κύμανση από λέξεις για μπλουζ νυχτερινά .Όπως η αστραπή καταφλέγει το σύννεφο φωτίζοντάς το , έτσι η φωνή  στο ηχητικό στερέωμα,κι όπως θαλασσοπούλι επιθεωρεί το πέλαγος έτσι οι μουσικές  γαλάζιες,θαλάσσιες, μπλούζ κυματισμοί,σπάει το κύμα στις ακτές, αντηχούν τα σήμαντρα της σιωπής.Ζυμωμένα με νύχτα με όνειρο με ομορφιά ,με κάτι οικεία στέρεο,γήινης όψης.Και οι ρυθμοί ,μάλιστα καταδύονται εις τα εντός της ψυχής,όπως το ήθελε ο φιλόσοφος. ____ Μια παύλα,λέει,που συνεχίζεται μέχρι να γίνει ηχητικός δακτύλιος γύρω απ τον πλανήτη, όνειρα για πλάνητες. Μια αγκαλιά. Μουσική μοναδική,αποζητά  κάθε φορά τον ένα.Θα περάσει από τη μονάδα, οικεία προσφορά.Ρυθμός εσωτερικός.Για ακρόαση. Σε άλλο μουντ. Όπως μας δείχνουν και οι σημερινές τάσεις στις τέχνες ,πάνω από το μισό της διαδρομής μας το χρωστούμε στην κουλτούρα.Είναι μια διάνοιξη πρωταρχική,ερχόμαστε μαζί της,είναι σαν προέλευση και μαζί έλευση. Χαρακτηριστική μας Ελευθερία.                                                                                                                   Μόνο στον ύμνο αναπαύεται το θεϊκό βέλος. “Μεταβάλλον αναπαύεται”.Η διακονία στο κατώφλι των θεών.ο χρυσός ήχος της σαΐτας σμίγει τον ήχο της λύρας,δοξάρι και βέλος χορδή και χορδή, καθώς η φτερούγα του αετού σαρώνει τους αιθέρες.                                                                                                                                  Το πρωί οι γυναίκες τινάζουν σεντόνια γεμάτα στεναγμούς και ρόδα της αυγής που μαράθηκαν. Στο ημίφως στο ημίγυμνο έρωτες ανάβουν,το άλλο μισό ανήκει στο μισοσκόταδο.Βούτα για τον αγιασμό, έλα έκφραση, τα λόγια σου θέλω με τη γλώσσα σου δώστα μου υγρή,να χωθώ στο μέλι στων κόρφων τα ψιθυρίσματα.
1 note · View note
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ ΕΔΩΣΑΝ ΒΑΒΕΛΙΚΗ Μικρή κύμανση από λέξεις για μπλουζ νυχτερινά .Όπως η αστραπή καταφλέγει το σύννεφο φωτίζοντάς το , έτσι η φωνή  στο ηχητικό στερέωμα,κι όπως θαλασσοπούλι επιθεωρεί το πέλαγος έτσι οι μουσικές  γαλάζιες,θαλάσσιες, μπλούζ κυματισμοί,σπάει το κύμα στις ακτές, αντηχούν τα σήμαντρα της σιωπής.Ζυμωμένα με νύχτα με όνειρο με ομορφιά ,με κάτι οικεία στέρεο,γήινης όψης.Και οι ρυθμοί ,μάλιστα καταδύονται εις τα εντός της ψυχής,όπως το ήθελε ο φιλόσοφος. ____ Μια παύλα,λέει,που συνεχίζεται μέχρι να γίνει ηχητικός δακτύλιος γύρω απ τον πλανήτη, όνειρα για πλάνητες. Μια αγκαλιά. Μουσική μοναδική,αποζητά  κάθε φορά τον ένα.Θα περάσει από τη μονάδα, οικεία προσφορά.Ρυθμός εσωτερικός.Για ακρόαση. Σε άλλο μουντ. Όπως μας δείχνουν και οι σημερινές τάσεις στις τέχνες ,πάνω από το μισό της διαδρομής μας το χρωστούμε στην κουλτούρα.Είναι μια διάνοιξη πρωταρχική,ερχόμαστε μαζί της,είναι σαν προέλευση και μαζί έλευση. Χαρακτηριστική μας Ελευθερία.                                                                                                                   Μόνο στον ύμνο αναπαύεται το θεϊκό βέλος. "Μεταβάλλον αναπαύεται".Η διακονία στο κατώφλι των θεών.ο χρυσός ήχος της σαΐτας σμίγει τον ήχο της λύρας,δοξάρι και βέλος χορδή και χορδή, καθώς η φτερούγα του αετού σαρώνει τους αιθέρες.                                                                                                                                  Το πρωί οι γυναίκες τινάζουν σεντόνια γεμάτα στεναγμούς και ρόδα της αυγής που μαράθηκαν. Στο ημίφως στο ημίγυμνο έρωτες ανάβουν,το άλλο μισό ανήκει στο μισοσκόταδο.Βούτα για τον αγιασμό, έλα έκφραση, τα λόγια σου θέλω με τη γλώσσα σου δώστα μου υγρή,να χωθώ στο μέλι στων κόρφων τα ψιθυρίσματα.
1 note · View note
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
Τς ερ'μιάς κλωνί
Το ξέρεις ότι το νερό των ωκεανών γεννήθηκε τη στιγμή του μπιγκ μπάν, ότι η θαλάσσια σπίθα παράγει μόνη της φως, αρχέγονο φως, που δημιουργεί φαινόμενο παρόμοιο με το σέλας τη νύχτα;
Φεγγαράκι μου εσύ δρομολογείς τη νύχτα κι η δαντέλα γίνεται του βράχου χαμόγελο, τα κρινάκια της άμμου της γοργόνας η περπατησιά. Καρδιά μου λιώσε σίδερα.
Ψάχνει για μπούσουλα ,κλιμάκωση άσβεστου λευκού στο βαθυκύανο που περισφίγγει τη στεριά. Το νησί ,πολιορκούμενο θηλυκό που ενδίδει αρνούμενο στου φλοίσβου τις θωπείες, χέρι του βάζουν οι νοτιάδες, θα αντέξουν τα χιόνια; Όσοι σε βλέπουν λιώνουν, λάφυρό μου ρόγα του Σεπτέμβρη, σείονται οι γόνδολες στ’ αραξοβόλια σείεται η τρανταφυλλιά καίγεται μια γαρουφαλιά σαν δύει ο κουρσάρος της μέρας πίσω από τα αψηλά κύματα πέρα κατά τη Σύρα, μπουκαμβίλια πορφυρή πορφυρώνει η δύση να γαληνέψουν τα μίση.
Οι Πύργοι κι αν χαλάστηκαν πάλι το μηδέν θ’ ανθίσει
Την πήγε στη βρύση την παρθενιά της να θησαυρίσει
στη Φοντάνα
και βούτηξαν αμφότεροι να λυτρωθούν στο νάμα
εξαγνισμένοι να ξαναδωθούν σε όργια αγάπης
Εργάτρια των πόθων εσύ,το μέλι του χρόνου δικό σου,και μεις μεσα του,μέσα στο λαρύγγι του χρόνου.Ένας πίνακας με μιά αναστάτωση που γαλήνευε μόνον το λευκό των σπιτιών πάνω στο κίτρινο και μωβ των λόφων που πάνω τους έπεφτε κι άνοιγε μαργαριτάρι λες κι είχαν εκραγεί τα βότσαλα απ’ το πέρασμα της το δαιμονικό κι άφησε πίσω την ψυχή μας χερσότοπο, μας κατερήμωσε.Το γαλανό της πέρασμα μας άφησε μια πυράδα που δε σβήνει ούτε με θαλασσινό νερό.
Και μας άφησε μια πυράδα που δε σβήνει.
Η χρυσοβελονιά η πάρια λέξη αρχιλόχιο βέλος, μια ματιά στην Πάρο μια στις παρειές της καλλίσφυρης κόρης απ’ τη ΣανταΚρούζ. Να σε ψήνω πάνω στο βράχο και να βουτάς για να σβήσεις το χάλκινο απ’ την παραφορά χρώμα σου. Αγνό ,είναι το φως στην παλαίστρα Νάουσα, που τη λιώνει το κύμα κι ο νεφρίτης τη σφάζει. Παφλάζει. Το μωβ κατεβαίνει και σ’ αρπάζει. Ένα στενό ,πέρασμα βαθύ ντεκολτέ. ένας λαιμός θάλασσα. Τα σμιχτά σου χείλη μοιάζουν φθινοπωρινό φύλλο μετά τη βροχή που το’χει παρασύρει ο άνεμος στις πλάκες της αυλής, ένα τέτοιο φύλλο με κοιτάει σαν τα χείλη σου. Και μόλις ξεδιπλώνει τα πόδια ο κόσμος ξαναβρίσκει το φως του ή το χάνει για πάντα.
Το φιλί χρυσό φύλλο πέταξε κι ήρθε μέχρι τις πλάκες της αυλής μετά το απόβροχο να δροσιστεί.
Οι Πύργοι κι αν χαλάστηκαν πάλι το μηδέν θ’ ανθίσει. Αλλά και όποιοι πύργοι δε μας χαλάει. Το μηδέν ανθίζει σαν τα ηλιοτρόπια.
Απόψε η νύχτα φέγγει στα μάτια σου .Το ίνδαλμα δεν παραβιάζεται παραμένει στο ειδωλικό του βάθρο απρόσιτο απρόσβλητο αμόλυντο αβαρές αιωρούμενο αιθερία μορφή ,πλάσμα ονείρου, ιδέα μοναχή. Μέχρι να του πει: Είμαι η πόρνη σου.
Το βίωμα ανάβει μόνο του το φως του .Ο Φρίντριχ αποδεικνύει ότι η φιλοσοφία λέγεται πολλαχώς. Αλλά πληρώνεις με τη ζωή σου.
Το φυσικό τοπίο ξετυλίγεται ως ψυχικό τοπίο, με όρους βιώματος έχει πάρει τις αποχρώσεις της νοσταλγίας της βίωσης της επιθυμίας, της λίμπιντο. Το όνειρο του κακού όπου θέλει πνεί .Και γύρω οσμίζεσαι παντού θάλασσα. Την αισθάνεσαι δεν τη βλέπεις. Διαπερνάει τα κύτταρα σου. Είσαι σαν βάρκα που έχουν ποτίσει τα σανίδια της ,ξύλα θαλάσσια. Κουπί και λιχνιστήρι ένα .Αλώνι και θαλάσσιος κήπος ένα . Το πέτρινο αλώνι κυματίζει στο φως, πανοραμική ανατολή πίσω απ’ το εκκλησάκι γυναίκα που ψάχνει να φωτίσει τα σκοτάδια που της έριξε η νύχτα. Γυμνή με τη νύχτα για εσώρουχο και το φως τη γδύνει. Η θάλασσα κοιμάται κι η αυγή της πλέκει ρόδα στα μαλλιά. Εκκλησιαζόμαστε στον ψίθυρο των κυμάτων κάτω απ’ το χάραμα. Γυναίκα γυμνή η θάλασσα ιερουργεί, κάτω από φιλιά φωτός τα βήματα του εραστή, ανοίγουν οι καταπακτές γιορτάζει ο πόντος οι ακτές.*
Στο χλιμίντρισμα των αστεριών η νύχτα καταφτάνει μαύρη φοράδα οιστρηλατημένη. Αφρίζει η θάλασσα, του Ποσειδώνα τα άλογα φρουμάζουν, η χαίτη τους κύμα θυμωμένο, βάρβαροι κέλητες ορμούν, κούρσος φοράδων..
Στα θαλασσινά λιβάδια τις θαλασσοσπηλιές κρυφές αντηλιές στο μεθυστικό λαχταριστό τυλιγμένο στα κύματα κορμί γενικευμένη ορμή ερωτική φλόγα. Νύχτωσε και κοιτώ τη νύχτα που έχουν τα μάτια σου και χαϊδεύουν. Με ραπίζουν οι καμπύλες σου.
*
Δε μας λείπουν τα έργα μας λείπουν οι συνθέσεις που να έχουν το ύφος της μεγάλης τέχνης. Όπως άλλωστε και στην παγκόσμια σκέψη οι φιλοσοφικές συνθέσεις με το πλάτος το ύψος το ήθος της μεγάλης έναρξης . Στην κάθετη κεραία του ποιητή ο στοχαστής θα σύρει οριζόντιες αυλακιές ακεραίωσης. Σταυρικό πέρασμα αιμάσσουσας πληγής.  Απαλλάσσεις το τραύμα από τη μονολιθικότητα του, στη μοναχική σκοτεινιά του , “Ολίγο φως και μακρινό σε μέγα σκότος κι έρμο ”.
Καθώς σαπίζουν τα φύκια το χαμήλωμα του ήλιου βάφει τα νερά στο χρώμα του ιώδιου. Οι βιολέτες που μαράθηκαν καθώς πέφτει το βράδυ γίνονται φεγγάρια πίνει το κορμί σου χύμα, κύματα ηδονής. Ίσως προκάλυψη στα πρωινά στη βαθιά σου νιότη αγάπη θαλασσοταραχή Το κορίτσι είχε στα μάτια την καταιγίδα , δαψιλή χορηγία στο φιλί. Περισσά δαιμονισμένο.Ζώσα περιπέτεια θέρος έρος πράγματα αφρού θαύματα βυθού μωρό μου αφού,πυρακτωμένη σταγόνα στα σωθικά σου. Τα φρύδια σου σαν γιαταγάνια στα υγρά σου μάτια που με σφάξανε. Σου εκμυστηρεύομαι το φως.
Μέσα στο στίχο χτυπάει η φλέβα του ποιητή ,η ζώσα πνοή, θαλασσοπόρφυρη αλκυόνα ή την κιτρινογάλαζη γεντιανή , βουνίσια  θαλασσινή; Στροβιλισμός των δέντρων γυμνώνει τα κλαδιά , γεμίζουν τα λούκια χρυσάφι , στο βάλς των κίτρινων φύλλων θορυβώδες το βήμα των εραστών σκεπάζει το χτυποκάρδι τους. Η αιχμή στη σαΐτα της αγάπης βάφεται στην επιθυμία. Κάθε Νοέμβρη τέτοια μέρα ξαναρράβω στα δέντρα τα φύλλα που ξήλωσε ο βοριάς. Θηλές ανάβουν σαν βατόμουρα σαγήνη πέρα απ’ την μαγεία δελεασμός γήτεμα πρόκληση, θαλασσοταραχή,ψηλαφώντας γνωρίζουμε το πρόσωπο της νύχτας και όλα είναι τόσο φανερά που τα μάτια τα χάνουν.
Η πέτρα που μας στοίχειωνε. Είναι η αιμορραγία των λέξεων το πεδινό βήμα και επί των υδάτων. Ανασκαμμένοι όχτοι. Νήσος θα πει στεριά μετά από πολυήμερη κωπηλασία στα πελάγη. Αγαπώ το χώμα που ονειρεύεται το ύψος. Πέτρα της Ρέας, Βρεφοκρατούσσα,φασκιωμένη πέτρα.
Φθινόπωρο, η εποχή που κάθε φύλλο γίνεται άνθος, φύση, δεν μπορείς να σηκώσεις τον πέπλο της όπως εγώ τον ποδόγυρό σου.
Στην ακροποταμιά των λέξεων βρέχω τη γλώσσα μου, ακούω ,ακούω τον κόσμο σου. Ακούω τον ήχο της αποδερματισμένης πέτρας σου, όλα ρούζ νοτ ρόουζ λίγη δαντέλα λίγο ρόδινο χάραμα όπως ανοίγουν χείλη, συνάντηση σύγκρουση του έξω με το μέσα, έπιασες το πολυσυλλεκτικό ρόδο και το μέθυσες βουτώντας το στις νύχτες σου κέρασες νεφώσεις νυχτερινές.
Μιά σταγόνα το άρωμα, δυό για το ζευγάρωμα γδέρνεται ο άνεμος στα βράχια σκούζει Σκίζονται οι σμέρνες στους μυχούς .Στην καταπακτή θάλασσα ζεστή. στη ζεστή του κόγχη, κοχυλάκι μοναχικό υγρή επιθυμία  
Πανοραμική ανατολή πίσω απ’ το εκκλησάκι ,η θάλασσα κοιμάται κι η αυγή της πλέκει ρόδα στα μαλλιά, εκκλησιαζόμαστε στον ψίθυρο των κυμάτων κάτω απ’ το χάραμα.
*
γαμήλιο φως σελασφόρος νύχτα
σ’ ένα γυαλένιο μαστραπά πίναμε έρωτα φωτιά
στον ουρανό της τρέλας στα πόδια σου το σέλας
σε πυροβόλησα στο δόξα σοι
γέμισε η γούνα σου σάρκα κρουστή
μέσα στο σπίτι από γαλάζιο πάγο  Δωδώνη συντρόφευε  
Όπως θέλει σκοτάδι το κερί να δείξει τι μπορεί ,έτσι κι η αλήθεια δείχνει με φόντο το ψέμα τί αξίζει
Μελαχρινά τα μάτια της διότι ο ήλιος τα είχε θαυμάσει,  βαθυλάγνο, στις παραλίες σου έρωτας. Ίο τε άμο στην Ίο στην άμμο σε απαγάγω σε βγάζω απ’ τ αγκάθια, σου κλέβω συμπάθεια.
Πόσο γρήγορα χάθηκε το φως ,το λυκόφως. Θαμποχάραμα και λυκόφως στο ίδιο δράμα. Στο κάστρο το είδα που νύχτωνε και οι αρμοί ζωντάνευαν σαν αρτηρίες των βενετσιάνων αφεντάδων με το στεγνό αίμα στη βασιλική τους φλέγα, Ήθελες να πέσει η νύχτα νά ,που νύχτωσε.
Πώς το επιδιώκει ένας και πως το σκέφτομαι εγώ, κοιτάζω κάποιες γραφές με αυτό εικονίζουν πολλοί τη γραφή, μετά θέλω το δέντρο το ποιητικό θρόισμα με τους υποφήτες, αυτό που είναι στα βάθη του το μυστήριο της εμπνοής όταν η θρησκευτικότητα είναι εκεί φύλακας του ιερού,όχι η θρησκεία όχι τα συστήματα το ανοιχτό οι ρωγμές το αναθρώσκων χάσμα τα θραύσματα, το καθημερινό που είναι ταυτόχρονα στο βάθος του ιερό, όπως το καθημερινό ψωμί, το νυχτέρι κρασί, το άλλο φως που είναι η νύχτα ,αυτά είναι γύρω απο κάθε δοκίμιο λόγου. Κάθεσαι στη σκιά του κανονιού και συντάσσεις κανόνες ζωής καθ’ ήν ώρα εκείνο βομπαρδίζει σκορπώντας θάνατο. Η ποίηση ως γνωστόν είναι η παλιότερη τέχνη ,είναι καθολική ,και θα είναι και η τελευταία .Μόλις φτάσω στο ρυθμό το ρήμα είναι σε μένα ,ως να συντελείται αρχή του σαμάνου. Το αιθερικό αραιώνει γίνεται δοξικό. Αναφέρομαι στα αρχέτυπα αυτά που άρπαξαν τον άνθρωπο από τα μαλλιά και πλάστηκε σαν με δικά του χέρια .Προβαίνει αρχέγονα με το τραγούδι της γλώσσας, εκεί ανθρωποποιείται, προβαίνει στην ύπαρξη,αν δεν  πιάνεις το πράμα από τις πουτάνες της θεάς, αυτά είναι μετά, στον πολιτισμό. Αλλά το εντελώς άλλο είναι υπαρξιακή κατηγορία .Το έτερον δεν είναι  το φύλο,το πλατωνικό έτερον λέει κάτι άλλο. Δαιμονισμένες κοπελιές στριφογυρίζουν στο κρεβάτι τους ταμένες της Αστάρτης μέχρι να εξαγοραστούν από τον εραστή τους. Αυτά είναι προς εαυτόν, για κανέναν άλλο δεν ισχύουν ως γνωστόν. Κάθε νέο ζευγάρι αναλαμβάνει την εντολή πάνω στο κρεβάτι της πρώτης νύχτας του γάμου όπου εξαφανίζεται η νυχτερινή όψη του κόσμου με τη μορφή της ηδονής .“Σύντρισι λαβών κάλλει και συμμετρία και αληθεία ως τούτο οίον έν»
Cras amet qui nunquam amavit, quique amavit cras amet
Το μυαλό δημιουργεί την άβυσσο, η καρδιά τη διασχίζει, μη χαράζεις προκρούστεια κρημνά. Ωραία ας δούμε τη σύγχρονη γυναίκα που όχι μόνο έχει περιορίσει το θύσανο αλλά το ξυρίζει όπως οι αρχαίες ,αυτό απαγορευόταν στις δούλες. Ο Μ. ζει την εποχή της στέρησης, κι έτσι κινείται σε μια φτώχια εικαστική, επωφελείται το λιτό μεν, χάνει όμως σε βάθος όπως δείχνουν τα αφαιρετικά αποτυχημένα έργα του . Εύγραμμο, βαθύ στενό και γρήγορο, έχει εκεί και φαλλούς παρατεταγμένους. Οι ντάπιες του Μεσολογγιού και οι φαλλοί της Δήλου. Ξέρεις στις ντάπιες είναι τα κανόνια με τις μπάλες σεξουαλικά σύμβολα κραυγαλέα Τα ποιήματα του με τον αποκαλυπτικό τους τόνο μπορεί να σε κάνουν και να ερωτευτείς με τον τρόπο του τα κοριτσάκια.
Ω υπερωκεάνιο τραγουδάς και πλέχεις. Σε υπερωκεάνιο που τραγουδά και πλέχει.
Δεν είναι για μάθηση ,είναι κακοτράχαλος ανηφορικός δρόμος όπου σκοντάφτεις στα ίχνη όσων τον διάβηκαν και καθώς τον διαβαίνεις μπορεί να βρεθείς πιο κάτω απ’ όταν τον ξεκίνησες. Δεν αρκεί να έχουμε μόνον σύνδεση με τα πράγματα χρειάζεται να έχουμε και συνείδηση τους .Το στόμα της αγάπης τη νύχτα, του έρωτα πίνει το κρασί. Ψηφιδωτό της Αφροδίτης στην «Οικία της Αμφιτρίτης”, Bulla Regia, Τυνησία. Παίρνω τον πόθο σου στο χέρι θερίζω άνθος ξερακιανό , βαθύ στενό και γρήγορο. Οι εραστές βουλιάζουν στης ευδαιμονίας τους το μέλι ο χρόνος τους έχει τη ρευστότητα του μελιού, είδα μια μέλισσα πνιγμένη στο μέλι ,είπε ο Καζαντάκης και κατάλαβα τι είναι ζωή. Οπότε πρόσεχε .Ψύλλοι στ’ άχυρα η χήρα ανάσκελα.Όμορφα ήρθε στη Σάντα ηρωικός φλεβαρίσιος κι ο ήλιος, έχει τέτοια ο θεός; Ποίηση είναι μια δεύτερη ευκαιρία .Ό ,τι δεν ειπώθηκε λάμπει .Θέλω τον κραδασμό στο φύλλωμα της αγάπης. Να χαράζεται η νύχτα στο φυλλοκάρδι.
Τα υπαρξιακά δημοτικά έχουν το βάθος, την αρχέτυπη μητριαρχία, το μαράζι δεν είναι έρωτας πόνος είναι, αυτό δίνει το πραγματικό βάθος ,και σε πνίγει στο ρυθμό του, ο θάνατος για την ακρίβεια η απώλεια, παναγιά κι αηνικόλας αυτό σημαίνει, ξωκλήσι σε κάθε ακρωτήρι και τάματα ,τάματα πολλά. Άνθίζεις σιγά σιγά όπως η θάλασσα λίγο πριν γεννήσει την αναδυόμενη, κι είναι το σμάλτο της ψυχής που φτιάχνει την αγάπη απ’ την πληγή όπως το κοχύλι μαργαριτάρι. Για να δέσουν οι εικόνες όπως τα στρείδια μια ενότητα από δύο μισά.
Μας περιβάλλει το άγνωστο με την προστασία του, γιατί η γνώση μας ένα ξέρει να κάνει να ναυαγεί και τότε η ύπαρξη ευπλοεί όταν ναυαγεί. Γι αυτό λένε πως τα πιο καλά ταξίδια είναι εκείνα που γίνονται σε άγνωστες θάλασσες, στις γνωστές τι να τα κάνεις;
Σελήνη μου απόψε. Μα πόσο κρύο το ασήμι σου στάζεις πάνω στις στρώσεις του χιονιού ,κι αργοκινείται το σκοτάδι μέχρι το πρωινό ; Τάχα κρύβεις ελλείψεις απουσίες λησμονημένα; Τι στάζεις πάνω στον πόνο αυτό;
Απόκρημνο ρήμα. Αυτό δείχνει η εικόνα των απρόσιτων κάθετων βράχων όπου οι μονές ,σαν φωλιές από μοναχοπούλια θαλασσινά που θάλπουν τους νεοσσούς τους. Έτσι είναι και η προσευχή ένα κάθετο κοίταγμα σαν να πίνεις βροχή στην άνυδρη ερημία. Γιατί πόθεν το ερημίτης αν όχι τς ερ’μιάς κλωνί σειόμενο στον άνεμο;
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΑ ΚΕΝΤΙΔΙΑ.                                                                                   
Στη Ντάμα Μπιάνκα κατέφυγε,για να έχει το κατάλληλο σκηνικό να εκφωνήσει τις ελεγείες .
Είναι φωνή δεμένη σ' αυτό το βράχο ,τραυματισμένη και μιλά μέσα απ' εκείνη το τραύμα της .
Θέλει μ'αυτή την αιτία μόλις τελειώσει να μπορεί να κλειστεί στο βράχο όπως κλείνουν τα στρείδια .              
 --Απο ένα τέτοιο βράχο του Ιουδαίου ,αρπάζει ο ευαγγελιστής λόγος το σώμα ψυχής Ανάσταση.
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
ΣΑΝ ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΕ ΚΑΤΕΧΩ
Δεν έρχονται για σένα .
Για τη θάλασσα έρχονται .
Γιατί ξεκινάει όπως ο θάνατος με θά.
Και στο δρόμο αλλάζει
όπως τα κύματα και χρώμα και ρυθμό .
Και σε λούζει όταν δεν σε πνίγει .
Τα φιλιά της είναι αλμυρά ,
κι όταν αγριεύει δαγκώνει σαν σκύλα .
Αγκαλιάζει τρυφερά μα όταν νυχτώνει
σε δέρνει με χίλια μαστίγια .
Στις σπηλιές της σου χαρίζεται σαν Νύμφη
και σε εκμηδενίζει σαν Μέγαιρα .
Σου φέρνεται σαν υπηρέτη μα και σαν βασιλιά .
Σε ρίχνει σε κίνδυνο σε εκβιάζει με χάδια .
Και δε φανερώνει τα μυστικά της .--
Βυθίζομαι μέσα σου όπως η εικόνα μου στο νερό
Σε περιέχω καθώς με περιέχεις
Είσαι η λίμνη μου είμαι ένα σώμα από νερό -
0 notes
ector-pantasis · 5 years ago
Photo
Tumblr media
Σκοτεινό ξυλόφωνο
Άϋλο
Το ερείπιο παρόν το διάτρητο τώρα,προσφυή μας
συχνάσματα , αναβλαστείστε ύψη φωνές,να λέω
σονέτα σκοτεινά
Όργανο νυχτερινό πλήκτρα από χιόνι πλήκτρα από θύελλα
της φλόγας δάχτυλα ,παλάμες φωτεινές
φέγγουν τα σώματα,μάτια δροσιά μελαχρινή
Μια μάσκα είναι ο θεός πολύ γαλάζια
στεγνό χορτάρι θρήνος στις ροδιές
πιάνω φωνή και πιάνω αχτίδα
χωρίς να εγγίζω πιάνω ουρανό
με το βλέμμα αγκαλιάζω κάθε φύλλο γαλάζιο
Με μιαν ανάσα που όρισε ο καιρός το φλοίσβο
έσμιξα την πονεμένη μνήμη που με συνεπήρε
ήρθα ο θνητός ανέμων να ασκητέψω τη φωνή
να βρω της μπόρεσης οδό
μπόρα να γίνει ο στεναγμός ο δρόμος να φανερωθεί
σαν φλόγα
ψηλά στης δημιουργίας τον κέλευθο και το άσπρο
αγκάθι
απλώνω φύλλο του ενός. Γιατί οι τόποι όνομα
πλείστα αναπάντεχα βλέπεις να στέργουν
είναι η μοναξιά λιοντάρι
Οι εφτά θύρες διανοίχτηκαν του ανθρώπου αίσθησες
είδα το σκότος εφήμερο, σκευή μου ουσία
Στο δρομολόγι του ασύνετου έγερνε μίσχος βαρύς
κλειδούχος στα βάραθρα η φθορά
σκοταδερό φύσημα με μηδέν με τίποτε
ζυγιάζοντας το όνειρο ουράνιες δίνες
στην καταιγίδα χαίτη στη βροχή
είμαι το πλάσιμο βυθού
Γυμνή σαν τη Ζωή μόλις διώχτηκε από την παράδεισο
βγαίνεις από το φουστάνι σου που είναι θάλασσα
στο χιόνι κολυμπάς που σαν φως είναι που εσύ είναι
Το χέρι σου φύλλο πράσινο διώχνει από το ηβαίο σου
τα μάτια μου,η όψη θυσιάζεται
της αγάπης πρώτο σκαλί-το θάνατο γαυγίζουν
όπως ξένους τα σκυλιά-
με χέρι στο βωμό ανά στιγμή πάσα
δεν υπογράφεις σύμφωνο με το τρομερό
τριάδες φύλλα μαζί σαν ένα πιάνεις
θερίζεις μαργαριτάρια των ματιών
της θάλασσας ωριό πουλί
κεντάς αρμύρα πυκνό σάρκινο μοίρασμα
άν ένιωσε την αστροφεγγιά το μέσα βλέμμα
θάλασσα έλα
Το χέρι σου να γίνει τζιτζίκι,το πόδι σου να γίνει
μηλιά,η φωνή σου λαχτάρα στο δάσος
δος μου το ασήμι του γυαλού πάρε το αλάτι 27.7.12
Τί
1
Τίποτε δε μας φανερώνει
ζύγισμα νύχτας,βαρύ σκοτάδι,
πορφυρή καμιά φωνή δεν μας ενώνει
γιατί δεν το ζητά κανείς
το αίνιγμά μας σιωπή
γέρικη είναι η μυρτιά και γύρω σκίνα
όσα αν μιλάς δεν θα σου αποκριθεί η φύση
καμπύλη τροχιά τόξα τραχιά
κομήτης που' γινε φωτιά σχίζει τα μάτια
δεν θα το δεις δεν θα το πεις
κανείς δε ρωτά
το αίνιγμά μας σιωπή
2
βαθυδίνης στρόβιλος
είναι από μέσα που σε αναβλύζει
ουσίες σου βοριάς και νοτιάς Στροβιλίζει
3
Στα τρελά σκοτάδια
βλέμμα βάλλε
ρίξε δίχτυ αέρινο
έχε για βλέψη αντίχαρο σθένος
εκεί που μένος δεν σε καλύπτει
όσο τραχύς σκοπός αποκαλύπτει
βουερό και άφωνο
σπάσε τα μάνταλα σφύριξε στις κλειδωνιές
να ανοιχτεί του κόσμου κόσμος
κι έλα σε νέα τροχιά φεγγάρι μαγιάτικο
νυχτοπούλι στα πυκνά κλαδιά
στης νυχτιάς το πικρό δέντρο
ένα με το χέρι σου η νύχτα
ένα εσύ με τους βυθούς
το"δεν έιμαι" ανοίγεις
και πας
-αγκάλιαζα ένα σύννεφο
άγγισα ένα στόμα
έτρεχε
πύρινο
4
Στις όχθες σου αφριστά ποτάμια
σε κατέβαιναν
πέρκα έβοσκε τα στήθια
τα φώσφωρα της νύχτας,οι αρμοί,
τα μαλλιά φωτεινά
η ακατάδεκτη αγκάλη πέρα συναντούσε την αυγή
ασβεστωμένα σπίτια πόρτες ορθάνοιχτες
ομίχλη ποτισμένα
λοφοπλαγιές καμπύλες ποθητές
σκιρτούν στο χάδι
κορίτσια στη σειρά
Απλώνω το χέρι κι οι βασιλικοί ανατριχιάζουν
η μπελαντόνα θυμίζει τα μάτια σου
σκύβω σε κοιτώ πέλαγος
5
Το λάθος μου φέγγει όπως η κάμπια
μέσα στον πεύκο
γαλάζιος άνεμος δίνει ψυχή βελόνες σφαδάζουν
6
Ωρέ μορτάκι ωρέ βρύο του Μάη
κι έμπαινες καημός
29.7.12
Του μάγου τριφύλλι
1
Αλλάλαξαν τα μάτια ,καταρράχτες
κατέρευσαν μέσα τους, σπίθισε κόσμος
βρόντισε στη σιωπή,όγκοι νησιών
έδειξαν το ευρύ τους
ανέβηκαν το βαθύ θαλάσσιων οδών
μετρήθηκε το νερό
Με την τάξη του ρέοντος αναλύθηκε παρελθόν
σωρευμένο σαν λάβα σε τήξη
το πηγμένο όνειρο
η χρονοτριβή του αέναα σε κίνηση,σε στάση
δέρνεται κύμα με το κύμα ώς τα βάθη
να ηρεμεί το καινούργιο από ξαρχής
για του λευκού το χάρμα
ο ύπνος σου μια βυσσινιά αναπνέει θαμπό
κεραυνός που ήταν τεσσάρων μαΐων
σταφύλι του μάγου τριφύλλι
..............
0 notes
ector-pantasis · 6 years ago
Photo
Tumblr media
“Διά του λόγου το αληθές”Του Έκτορα Πανταζή //
Aργύριο στρώνεις, μου αρέσουν τα χρώματα στους πίνακες που λένε ναι είμαι χρώμα μπογιά δηλ αλλά ταυτόχρονα δεν είναι παθαίνω ζάλη με κάτι σα θάλασσες κάτι γήινα που είναι και δεν είναι ζωγραφιές και με ταράζουν χάνω την ψυχή σαν να μπαίνω μέσα στον πίνακα κι αυτό χωρίς να το θέλω επειδή ο πίνακας είναι αυτό το κάτι που απελπίζει αυτό το ονομάζω υπέροχο σαν να το έχω ερωτευτεί όμως έρωτας δεν είναι ίσως να ’ναι ομορφιά που με νίκησε και είναι κάτι που δεν είναι εκεί μπροστά μου αλλά και είναι με πάει παντού είναι παντού σαν φτιαγμένο με χρόνο και σε άλλο τόπο δικό του είναι το κάτι του ζωγράφου ο λόγος είναι άλλο στη ζωγραφική αφαιρεί αν πάει να υποκαταστήσει ρίχνει τον πίνακα ο Σεζάν το γνώριζε ίσως μερικοί ακόμα αλλά λίγοι, είδε τον κόσμο τον άκουσε στο ένα μήλο θέλησε να αποδώσει το τραπεζομάντιλο που έβαζε τα μήλα σαν στρωμένο χιόνι και πάντα γεωμετρημένα, είμαστε μακριά από κει αλλά και κοντά εγώ αν μπορούσα να ζωγραφίσω σαν βυζαντινός θα μου αρκούσε βέβαια θα έπαιρνα τους αγίους από το δρόμο θα βύθιζα τους ουρανούς στο κατακάτω θα έβαζα στις αγίες μου ρίμελ θα τσάκιζα τα καρφιά της σταύρωσης για πάντα θα εύρισκα τις ρίζες των σταυρωμάτων εντάξει τώρα είναι ώρα έτσι κι αλλιώς δεν τα γλιτώνουμε αυτά αλλά φωνή στα ματαιωμένα χρωστάμε το υπαρξιακό που καίει έχει προβάδισμα στο λεξικό του χρόνου μας, εκεί πάσχουμε σήμερα δεν παρακολουθούν την κίνηση των ποιητών, που δουλειά τους είναι η γλώσσα ,που τη ζωντανεύει η μεταφορά κι αλλιώς πετρώνει, η Τέχνη δεν κάνει μόνο σταυρώσεις κάνει και αναστάσεις η λέξη που ανασαίνει, μέσα στο φέρετρο ,αναπνέει παίρνει οξυγόνο στο ποίημα στη λογοτεχνία .. χωρίς εάν και υπάρχει το άλλο εάν,αφέσου. Να αφήνεσαι αλλιώς η συνομιλία γίνεται χωρίς παρουσία πράγμα που δεν μπορεί το κοίταγμα να συμβεί ,το μάτια με μάτια κι αυτό περιορίζει την ψυχή που δένει σώμα και στο λόγο γιατί από κορμί κρατεί κι ο λόγος και εν μέρει δίνει από αλλού. Χωρίς λόγο όλο αυτό εδώ εξαφανίζεται όλο το μέσο που δεν είναι απλά μέσο η γλώσσα είναι σωματικό όργανο τα νεύρα έχουν δομή γλώσσας τα λόγια βαθαίνουν το σώμα , “χωρίς έννοια είμαστε βουβοί χωρίς εποπτεία τυφλοί”, χωρίς έννοιες δεν μπορούμε να εκφράσουμε σκέψη, η έννοια είναι αναγωγή, η φιλοσοφία δεν είναι τίποτε χωρίς έννοια αλλά μην το βαρύνουμε. Έχει βρεθεί η γέφυρα που το περνά, η αποδόμηση αυτό θέλησε να μας απαλλάξει απ;o τη βαρύτητα, ο Νίτσε κάτι παρόμοιο, δεν μπορούμε να υπαινιχτούμε τίποτε χωρίς τα προκαταρκτικά, πρώτα η αλφαβήτα μετά γράφω μετά πετάω, οι διαιρέσεις έχουν πάει πίσω πια, ο Νίτσε έδωσε δυο τρία απλά πράγματα στην κατανόηση Γενεαλογία ηθικής Γέννηση τραγωδίας μας απάλλαξε από το καθεστώς της πανεπιστημιακής φιλοσοφίας μας κάλεσε στις κρύες βουνοκορφές και τις κρύες πηγές, όπου το μυστικό είναι ανάλογο με τι βαθιές σκέψεις μπαίνεις γρήγορα βγαίνεις γρήγορα, για να θυμηθούμε και τον πάγο της αρχής .Όλα δεν είναι καθημερινότητα τι είναι η ζωή αυτή τη στιγμή απουσιάζει; Μόνο που ζωή είναι όλα ,άλλο το ευ του ζην, ωραία; το ζειν σαν να διαπερνά τη ζωή εκλύει ενέργεια είναι και ζω και να ζω και θα ζω και έζησα περικλείει δεν αποκλείει το απαρέμφατο είναι ότι λείπει από τη
νεοελληνική δυσαναπλήρωτο τα παλιά φτερά μας, και το θάνατο πως; Τα μοιραία κεκρυμμένα αν το χρόνο μας αμελούμε με τι χέρια .
*
Πού είσαι φυγάδα θεόθεν και αλήτισσα,
έλα Μάρτη έλα Απρίλη έλα κόκκινά μου χείλη
όταν τα γαρύφαλλα πονάν ο ποδόγυρος κόβει τη γη φέτες
γι αυτό είναι τα όνειρα δεν βλέπουμε μόνο μπροστά βλέπουμε πίσω, κι ό χρόνος ζωντανεύει τα πάντα και ό ίδιος ζωηρεύει
είναι.
Και τότε μέσα γίνεται, ένα τόσο δα ποίημα, γίνεται αυτό το αίνιγμα τέχνη για να μπορέσουμε να υπαινιχθούμε αυτό που η ζωή δεν προσέχει, σε ένα μετά στρεφόμαστε και αναπηδά ποσοστό βιώματος που είχαμε αφήσει εκεί πίσω, και να τώρα πλούσιο μέσα απ το στίχο ξαναβιώνει, ενώνεται στη γραφή το άλλο της αλλιώς δεν είναι λογοτεχνία, κι αλλιώς δεν τη χρειάζεται κανείς.
Ξέρεις το μαύρο στο φόρεμα είναι η συμβολική αναπαράσταση αυτού που πραγματικά συντελείται στο πένθος, γιατί στο πένθος φοράμε κατάσαρκα τον πεθαμένο μας, κάνουμε ενσωμάτωσή του, τον παίρνουμε επάνω μας ,αυτό συμβαίνει μετά από εννιά μήνες, λέει η ψυχολογία βάθους κι έτσι συνεχίζει η ζωή κι έτσι συνεχίζει η τέχνη ο συναισθηματικός χρόνος έχει τα δικά του βήματα, τώρα ζωντάνεψε κάτι πιο βαθύ, είναι ποίηση, αυτό λέμε χρόνο στο στίχο, η τραγωδία, το έκανε χίλια χρόνια μετά, πένθησε των Ελλήνων τα ιερά, σε μας τώρα κλαίει ο στίχος περασμένα τωρινά μελλούμενα χωρίς δάκρυ, με στεγνό μάτι, γιατί αποσύρθηκαν οι θεοί κι εμείς βλέπουμε τον τόπο του κενού, εκεί μιλάμε, απουσία θρησκείας, απουσία πολιτικής απουσία οικονομίας απουσία γεννημάτων απουσία θαυμάτων απουσία διανόησης απουσία τέχνης, όλα αυτά πένθος άδακρυ, η Ηλέκτρα δεν κλαίει άλεκτρη άλοχη άκλινη και ως εκ τούτου ακλινής Ορέστη πάρ’το, του βάζει το μαχαίρι στο χέρι, όχι δεν είμαστε εκεί, αλλά κοιτάμε να πατήσουμε στον αρχαίο στίχο να ακοντιστούμε στο παρόν, οφείλουμε να δούμε, με γερό κοίταγμα, να καταστούμε πνευματικά ελεύθεροι, να περικυκλώσουμε το θάμνο των ερωτήσεων, και να βγει ο λαγός να τον ξετρυπώσουμε όπως έλεγε ο σοφός. να, που γίναμε σκληροί Απρίλη
διάβασε εκεί πώς δουλεύει ερωτικά δρεπάνια δρέπει σκοτεινό μέλι αλλά η φωνή, τρίζει το μέταλλο ραγίζει χορδή μαχαίρια συναισθήματα ο έρωτας βαθιά
όλα τα δέντρα της αυγής δροσιά είναι γιομισμένα
εξ αρχής όλο το νερό πέφτει με υγρή ορμή, και σταματά στη δροσιά, μετά γιομίζει
*
0 notes