Tumgik
Text
Δύο Χρόνια Μετά.
Δεν θα άλλαζα τίποτα από αυτά που ζήσαμε.
Μοιραστήκαμε τα πιο κρυφά μυστικά μας μεσάνυχτα στα έρημα στενά της πόλης.
Καταστρώσαμε όνειρα τρομερά κάτω από το φως των άστρων.
Περπατήσαμε χέρι-χέρι σε δύσβατα φαράγγια.
Εξερευνήσαμε με μια μάσκα παλιά θάλασσες τολμηρές.
Ταξιδέψαμε από το Ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης έως τα Γκράφιτι της Αθήνας.
Σαν ταινία ήταν μα ο πρωταγωνιστής κουράστηκε.
Πρέπει να φύγω; Να πάω που να βρω τον εαυτό μου; Ξέχασα ποια είμαι.
«Ο άνθρωπος σου πρέπει να σε διαβάζει σαν ανοιχτό βιβλίο, πρέπει να είναι εκεί για εσένα και στις χαρές και στις λύπες, πρέπει να σε κάνει να νιώθεις άνετα να κλαις δίπλα του, να χαμογελάς, να ξεσπάς» Έτσι διάβασα κάπου και έτσι πίστευα κάποτε για την Αγάπη.
Ποιος να μου το έλεγε ότι είμαι καταδικασμένη ο άνθρωπος μου να κουράζεται κάθε φορά που με ακούει να κλαίω; Πάλι τα ίδια να μου λέει και να νιώθω φοβισμένη μην ακούσω από το στόμα του να βγαίνει η φράση «παράτησε με πάλι» σκεπτόμενη «σε έχω ανάγκη δεν μπορώ να σε παρατήσω».
Ο άνθρωπος μου είναι χαλασμένος γιατί όταν του είπα έχω ανασφάλειες μου είπε «δεν σου τις δημιούργησα εγώ, είναι όλα στο μυαλό σου».
Και αν φύγω να πάω που; Εκείνος είναι το σπίτι μου.
Δεν μπορείς να ζεις για πάντα ανάμεσα σε τοίχος που πέφτουν πάνω σου με τον πρώτο σεισμό.
Έκανα τα πάντα για να κρατήσω το σπίτι μου σταθερό, το έφτιαχνα από την αρχή ξανά και ξανά, το πρόσεχα σε κάθε του ανάγκη έτρεχα να το βοηθήσω, το στόλιζα με όμορφα λουλούδια, το έβαφα με πολύχρωμα χρώματα και το γέμιζα με σπιτικές ζεστές μυρωδιές και τις στιγμές που γυρνούσα από τα βαρύ της καθημερινότητας και τις φουρτούνες της ζωής μου, πετούσα ένα μαξιλάρι στον τοίχο και με πλάκωνε το σπίτι μου.
Ξεχνούσε τι αγάπη του είχα δώσει.
Τόση ενέργεια για το σπίτι μου που το μόνο χαλί ήμουν πλέον εγώ μέσα του, βρήκα ένα δωμάτιο του εαυτού μου από τα παλιά να χουχουλιάσω, να ηρεμήσω, δεν άντεχα να ξανά φτιάξω το σπίτι μου…
3 notes · View notes