Η Παναγία κι η αγία Βαρβάρα νοσηλεύουν τραυματίες σε στρατιωτικό νοσοκομείο στην Κριμαία
Η Παναγία κι η αγία Βαρβάρα νοσηλεύουν τραυματίες σε στρατιωτικό νοσοκομείο στην Κριμαία
Κάποια μέρα, μετά τη θεία λειτουργία, περίπου στις 12 το μεσημέρι, καθόμουν στο κελί μου κι έφτιαχνα πάλι κουτάλια. Η καρδιά μου θλιβόταν για τον τρομερό Κριμαϊκό πόλεμο. (more…)
Αθήνα 1902
Το ανεγερθέν πρώτο περίπτερο του νοσοκομείου
παίδων "Αγία Σοφία". Τοποθεσία Γουδί.
Φωτογραφία από το περιοδικό ΑΝΑΤΟΛΗ Τεύχος 1 Μάρτιος 1902
Πηγή : Βιβλιοθήκη Λήκυθος Πανεπιστημίου Κύπρου.
από το ξεκίνημα της εκδήλωσης
Σάββατο 21 Σεπτέμβριου το 2024 στο χώρο της πλαζ του ΕΟΤ στον Aγιο Νικόλαο, μαζεύτηκαν καλλιτέχνες από την ευρύτερη περιοχή του Αγίου Νικολάου, σε μια εκδήλωση μουσική έκφραση αγωνίας, για την κατάσταση που έχει περιέλθει το νοσοκομείο του Αγίου Νικολάου, αλλά για όλα τα υπόλοιπα νοσοκομεία της περιοχής και της χώρας.
Continue reading Τραγουδάμε για την υγεία και…
Χρηματοδότηση 2,5 εκατ. Ευρώ για εξοπλισμό του νοσοκομείου Δράμας
Με ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό θα ενισχυθεί το νοσοκομείο Δράμας, από πόρους του ΕΣΠΑ που θα διαθέσει η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης.
Με απόφαση της Περιφερειακής Αρχής Ανατολικής Μακεδονίας – θράκης, πρόσθετοι πόροι ύψους 2.506.150 ευρώ διατίθενται από το ΕΣΠΑ της Περιφέρειας ΑΜΘ στο Γενικό Νοσοκομείο Δράμας για την προμήθεια σύγχρονου ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού.
Πρόκειται για…
Αν νομιζεις οτι εχεις προβλήματα, πηγαινε μια βολτα απ το Θεαγένειο η οποιοδήποτε αλλο αντικαρκινικό νοσοκομείο. Μετα θα καταλάβεις οτι τελικά δεν έχεις.
«Θα ήθελα να εξηγήσω στον πρωθυπουργό και σε όλους τους πολιτικούς που βρίσκονταν στο συνέδριο πόσο σημαντικό είναι να δημιουργηθεί επιτέλους μια δημόσια κλινική για την ταυτότητα φύλου στην Αθήνα και να υπάρχουν και παραρτήματα στα νησιά. Αυτές οι κλινικές δεν απευθύνονται μόνο στα τρανς άτομα, είναι για την περίθαλψη όλων των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων. Υπάρχουν μόνο δύο ενδοκρινολόγοι που ειδικεύονται στην ορμονοθεραπεία των τρανς ατόμων – είναι άδικο! Για να κλείσεις ραντεβού πρέπει να περιμένεις μήνες και, φυσικά, να πληρώσεις. Και βέβαια χρειάζεται τρομερό κουράγιο να πηγαίνεις σε ένα δημόσιο νοσοκομείο και να εισπράττεις όλα αυτά τα αδιάκριτα βλέμματα. Τα τρανς δικαιώματα είναι ανθρώπινα δικαιώματα.»
Μπανγκλαντές / Μόρια / Αθήνα: Η απίστευτη ιστορία της τρανς πρόσφυγα Ovileya Myrah
Πρόσφατα, ένας δικός μου άνθρωπος αρρώστησε και νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο.
Στην πιο αδύνατη,εξουθενωμενη, αδύναμη στιγμή του ήμουν εκεί για αυτόν.
Δε θέλω να σταθώ σε αυτό.
Θέλω να σταθώ στο γεγονός πώς ενώ βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, αδύναμος,ανήμπορος να βοηθήσει τον εαυτό του ,του χαϊδευα τα πόδια με αποτέλεσμα να κοιμηθεί. Όταν σταμάτησα μου ψιθύρισε απεγνωσμένα "μη σταματάς, νιώθω ασφάλεια.".
Μια φράση που περιέχει αθωότητα, μια φράση που με γέμισε τόσο...
Μου έδωσε να καταλάβω πόσο σημαντικός είμαι για εμένα -και πόσο είναι για εμένα-
Σας προτρέπω να μιλάτε στους ανθρώπους σας. Να τους λέτε πως είναι σημαντικοί για εσάς, να τους λέτε ότι νιώθετε ασφάλεια κοντά τους.
Ήθελα απλά να το αναφέρω. Στο επεισόδιο 17 όπου διασώζουν την Ζουμπουλία από το νοσοκομείο και η Αμαλία φεύγει ακούγεται η φωνή της Ζουμπουλίας για λίγο ενώ υποτίθεται δεν μπορεί να μιλήσει.
Ο ανεκπλήρωτος ποιητικός έρωτας του Κώστα Καρυωτάκη και της Μαρίας Πολυδούρη.
Ο Κώστας Καρυωτάκης ήταν μελαγχολικός, κλειστός και ανασφαλής, ενώ η Μαρία Πολυδούρη ήταν ανεξάρτητη, φεμινίστρια και ζούσε χωρίς να την ενδιαφέρει η γνώμη κανενός.
Γνωρίστηκαν το 1921 και αγαπήθηκαν βαθιά, παρόλο που ο Καρυωτάκης είχε ήδη δεσμό με άλλη γυναίκα. Όταν αυτός ανακάλυψε ότι πάσχει από αφροδίσιο νόσημα, η Πολυδούρη του έκανε πρόταση γάμου (ανήκουστο για την εποχή εκείνη) και του είπε πως δεν χρειάζεται να κάνουν παιδιά, αρκεί να είναι μαζί.
Ο ποιητής αρνήθηκε και οι επαφές τους μειώθηκαν σταδιακά. Το 1925, η Πολυδούρη αρραβωνιάστηκε έναν δικηγόρο, ενώ συνέχιζε να είναι ερωτευμένη με τον Καρυωτάκη. Το 1926 διέλυσε τον αρραβώνα και έφυγε για το Παρίσι. Ωστόσο, προσβλήθηκε από φυματίωση και αναγκάστηκε να επιστρέψει.
Ο Καρυωτάκης την επισκέφτηκε στο νοσοκομείο, αλλά η συνάντηση ήταν τυπική και παγωμένη. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που ειδώθηκαν...
Στις 21 Ιουλίου 1928, ο Καρυωτάκης, 32 ετών, στρέφει ένα όπλο στο στήθος του και δίνει τέλος στη ζωή του. Όταν άνοιξαν το μπαούλο του, βρήκαν όλα τα γράμματα και τις φωτογραφίες της Πολυδούρη. Η αγάπη του για εκείνη ήταν ιδιαίτερα δυνατή. Η υγεία της ποιήτριας κλονίστηκε ακόμη περισσότερο.
Στις 29 Απριλίου 1930, η Πολυδούρη, 28 ετών, άφησε την τελευταία της πνοή μετά από ένεση μορφίνης που χορήγησε ένας φίλος της. Είχε γράψει: "Στο συρτάρι μια παλιά φωτογραφία και η ζωή μας δύο παράλληλες γραμμές."
Έτσι, μαζί με τους ποιητές, πέθανε και ένας τεράστιος έρωτας που δεν εκπληρώθηκε ποτέ…
Ιτέα: Σε Αιματηρό επεισόδιο κατέληξε μαθητικό πάρτι
Άγριος καυγάς σε πάρτι παραλιακού κέντρου διασκέδασης έλαβε χώρα χθες στην Ιτέα, για ανεξήγητο λόγο, μεταξύ μαθητών της Γ’ Λυκείου και ενός εξωσχολικού. (more…)
Ναι γιατι σε αλλες χώρες ειναι καλύτερα... Καθόλου τυχαίο που οι εκάστοτε κάτοικοι ασπάζονται την ίδια θεωρία δηλαδή πως η χωρα τους ειναι το μαύρο πρόβατο
Επειδή αυτό το ασκ έχει να κάνει με το ποστ μου που έλεγε ότι για να επιβιώσεις στην Ελλάδα πρέπει να είσαι ή φασίστας ή πλούσιος ή απλά μαλάκας. Ειλικρινά τώρα αγαπητέ Ανώνυμε, συνεχίζεις να πιστεύεις το ίδιο, ακόμα και μετά από τη χτεσινή δολοφονία του Αντώνη Καρυώτη στον Πειραιά;
Μεγάλωσα στον Πειραιά και μένω στην Αγγλία τα τελευταία 8 χρόνια και όχι, δεν ασπαζόμαστε την ίδια θεωρία. Ναι, σε άλλες χώρες είναι καλύτερα, γιατί υπάρχει ένας έστω υποτυπώδης κρατικός μηχανισμός που σε προστατεύει. Εδώ, ααααν τύχει και επιβιώσεις από φωτιές, πλημμύρες, επίθεση φασιστών στο Κερατσίνι, όπλο αστυνομικού στα Εξάρχεια και σύγκρουση τρένου στα Τέμπη αλλά βρεθείς π.χ. με καρκίνο στον Πειραιά, το ογκολογικό νοσοκομείο σου ακυρώνει τη χημειοθεραπεία λόγω υποχρηματοδότησης. Δε θα κάνω λόγο για το να τύχει να είσαι και μετανάστης, έχεις ήδη πνιγεί ή καεί 'καταλάθος'.
Αλλά εμείς συνεχίζουμε να κάνουμε τα ίδια λάθη, υποστηρίζουμε τους ίδιους φορείς, καθόμαστε παθητικά και τρώμε ό,τι μας δώσουν τα ΜΜΕ και οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι περί αποποίησης ευθυνών και 'κλιματικής αλλαγής'. Μήπως αντί για να χαρακτηρίζουμε τη χώρα μαύρο πρόβατο είμαστε εμείς τα πρόβατα; - Λέω εγώ τώρα
Εμείς, παιδί μου, τότε δεν τα είχαμε αυτά. Δηλαδή, τα είχαμε αλλά όχι όπως είναι σήμερα. Τότε ήσασταν όλοι σας δακτυλοδεικτούμενοι. Είχαμε έναν στη γειτονιά, τον Πανούλη. Έμενε σ' ένα χαμόσπιτο που μετά τη δικτατορία γκρεμίστηκε για να περνάει ο δρόμος, που τότε ήταν ποτάμι. Στη δική του όχθη, έμενε μόνο εκείνος και η κατάκοιτη μάνα του, δεν υπήρχαν άλλα σπίτια. Όλοι οι υπόλοιποι μέναμε απέναντι. Μπορούσες να περάσεις το ποτάμι, αλλά γινόσουν χάλια. Βρεχόσουν.
Να μη στα πολυλογώ, εγώ τότε με τον παππού σου μέναμε σε μια μονοκατοικία. Δεν είχαμε κάνει ακόμα τη μάνα σου. Ο παππούς σου δούλευε σε βυρσοδεψείο, κάθε μέρα πήγαινε στον Πειραιά με τα πόδια. Άσε, παιδάκι μου. Αυτό το παλικάρι το ψηλό, το λιανό, που όλες το ζήλευαν στη γειτονιά, το κατέτρωγε το μεροκάματο. Το τι είχε τραβήξει αυτός ο άνθρωπος στη ζωή του το ξέρεις. Για να χτίσουμε το σπίτι, για να μεγαλώσουμε τη μάνα σας, άσε. Γυρνούσε το βράδυ και ήταν κατάκοπος. Του έβγαζα να φάει στην αυλή μας και δεν μιλούσε. Έτρωγε και μετά καθόμουν και του τραγουδούσα μέχρι που γλάρωνε και πήγαινε να κοιμηθεί. Ε, καμιά φορά, με κατάφερνε κι εμένα, αλλά εγώ πού όρεξη; Να πηγαίνω τηλεφωνήτρια στο νοσοκομείο το πρωί, στο αναψυκτήριο το απόγευμα, να γυρνάω να κάνω τη λάτρα, όρεξη είχα για κρεβατώματα θε μου σχώραμε;
Αλλά ήταν και μέρες που, παρά την κούραση, γυρνούσε ανήσυχος. Το έβλεπα στο μάτι του, ήταν αλλιώς. Γυάλιζε, δεν έβλεπες κούραση, σα να έψαχνε διαρκώς κάτι που δεν έβλεπε αλλά ήξερε ότι ήταν εκεί, ότι υπήρχε. Στην αρχή, δεν είχα καταλάβει τίποτα, στ' ορκίζομαι. Αλλά μετά, άρχισε να ξεπορτίζει κάποιες φορές μέσα στη νύχτα. 8 το βράδυ ήταν νύχτα, τότε. Δεν βγαίναμε ποτέ. Είχαμε συνηθίσει κι από τον πόλεμο, βλέπεις. Κι εκείνος ντυνόταν με το καλό του παντελόνι, φορούσε και το καπέλο του το οποίο έβανε μόνο σε γιορτές και επισκέψεις και έβγαινε. Έκανα να δω για που τραβούσε, αλλά τότε το σκοτάδι ήταν πήχτρα, δεν έβλεπες τίποτα στο ένα μέτρο. Μόνο το ποτάμι που ακουγόταν καμιά φορά και οι βατράχοι.
Δεν αργούσε. Το πολύ καμιά ώρα. Κι ερχόταν πάντα αμίλητος και δεν με κοίταζε στα μάτια. Δεν ήθελε να με βλέπει. Το καταλάβαινα και κρυβόμουν στην κουζίνα, δήθεν ότι μαγειρεύω για αύριο. Κι όποτε γδυνόταν εκείνες τις μέρες, τα πατζάκια του ήταν μούσκεμα. Μου είχε κάνει εντύπωση αυτό, αλλά δεν το είχα συνδυάσει. Μα να μπαίνει στο ποτάμι βραδιάτικα; Γιατί; Δεν καταλάβαινα τίποτα, το όρνιο.
Έτσι πέρασαν κανα δυο χρόνια. Τίποτα δεν άλλαζε. Η γειτονιά όλο και ρήμαζε, οι άνθρωποι λιώναμε στη δουλειά, μόνο η μάνα του Πανούλη που πέθανε. Δεν μας το είπε κανείς, απλά είδαμε να την παίρνουν με φορείο πίσω απ' τις κουρτίνες μας. Δεν τους μιλούσαμε, βλέπεις. Δεν είχαμε σχέσεις μαζί τους. Ο Πανούλης δεν κρυβόταν, έκανε μπαμ. Και κουνιόταν και μιλούσε σα γυναίκα και έκανε όλες τις δουλειές του σπιτιού. Βέβαια, φρόντιζε τη μάνα του, αυτό του το αναγνωρίζαμε όλες, αλλά ρε παιδάκι μου, άντρας πράμα να φέρνει διάφορους μέσα στο σπίτι. Φοβόμασταν για φασαρίες, τότε. Δεν θέλαμε τέτοια δίπλα στα τίμια σπίτια μας.
Αλλά σου είπα ότι η μάνα του Πανούλη πέθανε. ��ι εκείνος δεν είχε άλλο τρόπο να μείνει στη γειτονιά. Ζούσε από τη σύνταξη του πατέρα του, αλλά αφού πέθανε η μάνα πάει κι η σύνταξη. Γιατί να του την έδιναν; Ως άπορη θυγατέρα; Με συγχωρείς που μιλάω έτσι παιδάκι μου αλλά τότε τέτοια αστεία κάναμε μεταξύ μας οι νοικοκυρές. Οπότε, μάθαμε ότι ο Πανούλης θα άφηνε το σπίτι και θα πήγαινε να γηροκομήσει μια θειά του στο Γύθειο. Μέσα σε τρεις μέρες τα είχε μαζέψει όλα και έβαλε ενοικιαστήριο. Επίσης, μια μέρα σηκωθήκαμε και βρήκαμε από μια γλάστρα του σε κάθε σπίτι στη γειτονιά. Δεν ήθελε να πεθάνουν τα φυτά του και μας τα μοίρασε έτσι, μυστικά. Εμάς μας έτυχε ένα γεράνι κόκκινο που το είχα μέχρι που ήσουν δέκα χρονώ, μετά το μάδησες και το' σπασες, ακούς τι ήσουν; Τέλος πάντων.
Και την επόμενη, εκεί κατά τη δύση, καθόμασταν με τον παππού σου στην αυλή και βλέπουμε κάτι να κινείται στο ποτάμι. Ήταν ο Πανούλης μ' ένα δισάκι στον ώμο. Περπατούσε για πρώτη φορά αγέρωχος, κοιτώντας κατα πάνω το σπίτι μας. Τι γύρευε να έρχεται προς εμάς; Προς το σπίτι το δικό μας; Κοιτάω τον παππού σου με ανησυχία. Εκείνος τον κοίταζε αμίλητος. Μετά από λίγο, καταλαβαίνει ότι έχω τρεμουλιάσει και σηκώνεται απ' την καρέκλα του, σωστό βουνό και πλησιάζει την εξώπορτα. Ο Πανούλης μόλις που είχε φτάσει απ' έξω. Και σταμάτησε.
Δεν είπαν τίποτα. Απλά κοιτάχτηκαν για λίγο και μετά ο Πανούλης κίνησε προς τα ΚΤΕΛ. Ο παππούς σου έμεινε εκεί για λίγο και κοιτούσε το ποτάμι και το χαμόσπιτο απέναντι. Μετά ήρθε μαζί μου και κάθισε.
Ε, μετά δεν άλλαξε τίποτα. Ο παππούς σου δεν ξαναξεπόρτισε. Μετά κάναμε και τη μάνα σας και τα λοιπά. Απλά, ο παππούς σου άρχισε να ασχολείται με τον κήπο και τον γέμισε με κόκκινα γεράνια. Τότε, να σου πω, κάτι κατάλαβα αλλά δεν ήμουν και σίγουρη. Και γενικά, παιδάκι μου, τότε δεν τα έλεγες αυτά τα πράματα και μάλιστα για τον άντρα σου. Αφού ήταν καλός μαζί μας, και δούλευε και μας τάιζε και μας αγαπούσε και δεν είχε καταλάβει η γειτονιά, εμένα τι με ένοιαζε τι έκανε ο παππούς σου;
Αλλά πες μου τώρα εσύ, παιδάκι μου, που είσαι από κείνους, μετά απ' αυτά που σου είπα, τι λες; Κατάλαβες κι εσύ αυτό που κατάλαβα;