Tumgik
#heroandleander
daphnechristou · 2 years
Photo
Tumblr media
Τον λύχνο που απόσβησε...
Ένα παραμύθι σε στίχους
Προσαρμογή του ποιήματος του Μουσαίου « Τα καθ’ Ηρώ και Λέανδρον»
Της Δάφνης Χρήστου
------
  An adaptation of Musaeus' poem Hero and Leander                                                                                    
  Τον λύχνο, μούσα, πες μου
που απόσβησε
και το παιδί που εχάθη
για την αιώνια αγάπη
    Κάποτε ήταν η Ηρώ, μια όμορφη κοπέλα
ψηλά σε πύργο έμενε, που ήταν της Αφροδίτης  
ζωσμένη από τριαντάφυλλα, όλα τους σαν Εκείνη.
 Ο πύργος ήταν στη Σηστό, στη μύτη του Ελλησπόντου
είχε μπροστά τη θάλασσα και πάνω το φεγγάρι.
Ήσυχα ζούσε εκεί η Ηρώ και λειτουργούσε μόνη
με συντροφιά τη βάγια της, την πολυαγαπημένη
—     πήγε εκεί πέρα μόνη της, όχι απ’ τους δικούς της
γιατί φοβόταν τη ζωή, κιότευε  στις αντάρες.
 Η Αμβλογήρα με χαρά την έβαλε στον ναό της
την κόρη αυτή την έμορφη μα συνετή προπάντων
π’ ούτε συνεριζότανε αυτόν τον μπελά τον γιο της
και πόσοι πολλοί, πόσοι αγαθοί, πόσοι με λίγο χιούμορ
στα σοβαρά τον έπαιρναν και πήγαιναν καλιά τους.
«Όχι, αυτό οι κοπέλες μου ποτέ να μην το πάθουν
κάλλιο να ’ναι μονάχες τους παρά  να κακοπέσουν».
Μ’ όρκο βαρύ την έδεσε — είπε για το καλό της
γάμο να μην ονειρευτεί, ούτε να τον τολμήσει.
Τι ο γάμος έλεγε συχνά τα δροσερά τα ρόδα
τα έριχνε κάτω δυνατά, να μαραζώνουν χάμω.
Η Ηρώ, όπως ήταν αγαθή,  έσκυψε το κεφάλι
γιατί ήταν έμπειρη πολύ, η πιο όμορφη απ’ όλες
κι εκείνη πάλι αμάθητη, ένα ξεπεταρούδι.
----
 Κι ήσυχα εκεί θα ζούσανε με την καλή της βάγια
αν δεν γινόταν μια γιορτή τον Αλωνάρη μήνα.
Η Ηρώ τα ’χε όλα έτοιμα για τη μεγάλη μέρα...
 ------
 Όλοι κατέφθαναν νωρίς κι  όλοι να προσκυνήσουν
την αφρογέννητη θεά που ήταν τ’ απάγκιό τους.
Άνθρωποι απ’ τη θάλασσα κι απ’ τις στεριές ακόμη
νέοι από την Άβυδο, νέες από την Κύπρο
αλλά κι από τον Λίβανο κι από πολλά νησάκια.
Μα μόλις είδαν την Ηρώ, οι άνδρες που φανήκαν
πετάρισε  η καρδούλα τους κι όλοι την καμαρώναν.
Γυναίκες που ήταν άσχημες, πιο μέσα, στην ψυχή τους,
έλεγαν πως είν’ άχαρη κι από την αφαγιά της
πως μια σκιά της βλέπανε και όχι τη θωριά της.
Κι άλλες γυναίκες, όμορφες μέσα τους μα και έξω
θαύμαζαν σαν τους άνδρες τους το δώρο αυτό της φύσης
κι έλεγαν άξια είν’ αυτή κόρη της Αφροδίτης.
Η Ηρούλα αμέσως σάστισε μ’ όλο το ανθρωπομάνι
κι έτρεξε αμέσως να κρυφτεί μες στο ακριβό  της δώμα.  
  ----
Και τότε μπρος της πρόβαλε μες στη χαρά ο... Έρως
που είχε μέσα πόλεμο μα έκανε τον χαζούλη
τι κι αν η Ηρώ όλο φρόντιζε να μην είναι σιμά της
με τάματα και προσφορές που τον ευχαριστούσαν.
Τάνυσε αυτός το τόξο του κι έριξε δύο βέλη
το ένα τη βρήκε στην καρδιά το άλλο στο μάτι εκείνον
τον νεαρό απ’ την Άβυδο, που τον φωνάζαν Λέανδρο.
-----
 «Είστε καλά;» τον ρώταγε η κόρη μπαφιασμένη
τι ήταν κακή γλωσσοφαγιά να χάσει τη ματιά του
την ώρα που προσκηνητής ερχόταν της Ευπλοίας.
Ο νέος σαν λίγο να ’γιανε, μα μόλις την πρωτοείδε
ξαναελιποθύμησε και έχασε το φως του.
Μα ο Έρως τον επλησίασε, του άνοιξε το μάτι
κι ο Λέανδρος ξαναντίκρισε την όμορφη κοπέλα
και θα ’παιρνε όρκο ότι ευθύς φανήκαν πεταλούδες.
-------
  «Ξένε, μας ανησύχησες» είπε του το κορίτσι.
Κείνος ανασηκώθηκε κι όλο την εκοιτούσε
έβλεπε πλέον μια χαρά, μα έχανε τη μιλιά του.
«Ξένε, ποιος είσαι;» ρώτησε πάλι σεμνά εκείνη.
«Που ήρθες εδώ προσκυνητής στην όμορφη θεά μου;»
Μα ο νέος δεν έλεε τίποτα, ούτε το όνομά του
δεν είχε βλέπεις δει ποτέ στην πλάση όλη ολούθε
τόση ομορφιά, τέτοια ματιά, κι όλα σε μια κοπέλα
κι έμεινε κάπως σαν ζαβός την κόρη να θαυμάζει
κι ούτε που έλεε σύντομα τον θαυμασμό να σώνει.
Το πρόσωπό της φωτεινό, θαρρείς σαν την ψυχή της
κι έλαμπε τόσο δυνατά, ίδια με τη Σελήνη
τα μαγουλά της ροδαλά, τα χέρια της σαν κρίνος
τα χείλη της μια ζωγραφιά, τα μάτια όλο αγάπη
κι ένας λαιμός μακρύς, λε��κός, σαν να ’ταν από κύκνο.
Κι όπως κινούνταν στην αυλή, ανάμεσα στις άλλες
ίδια με ελάφι ήτανε μόνο και τρομαγμένο.
«Ξένε, νιώθεις καλύτερα; Χαρκούμαι πως εμουγκάθης»
επέμενε εκείνη ανήσυχη έτσι βουβός που ήταν.
Και τότε ο Έρως  έτρεξε πάλι να τον προστρέξει
κι ο νέος αποδιαντράπηκε κι άρχισε να μιλάει.
«Λέανδρο μ’ ονομάσανε όσο θυμάμαι ακόμη
μα μνήμες και θύμησες παλιές καμία πια δεν έχω
γιατί αυτό το βλέμμα σου μόνο στο τώρα τρέχει.
Δεν έχω χθες, ούτε μετά ούτε παλιά ούτε αύριο
ο χρόνος φυλακίστηκε μες στη ζεστή ματιά σου».
 Η Ηρώ όλη φουλτάκιασε, δεν είχε τι να κάνει
χέρια και πόδια ξαφνικά σαν να την αψηφούσαν
το βλέμμα της κατέβασε, έτρεξε μες στον πύργο
και από κει δεν θα ’βγαινε, τόση τρομάρα πήρε.
 Μα ο Έρως εκεί, αποκοντά,  τη βρήκε μες στον πύργο
και πώς κατάφερε μεμιάς πάλι έξω την πήρε.
Και πήγε και την έφερε δίπλα ξανά στον νέο.
  Η Ηρώ δεν είπε τίποτα, μα με τη σιωπή της
χίλια λόγια του έλεγε, κι όλα κοιτάζοντάς τον.
Κι εκείνος ανταπέδωσε με ένα δικό του βλέμμα
που επίσης δεν είχε γράμματα, μα είχε υποσχέσεις.
-----
 Κι ύστερα η Ηρώ πήγε ξανά και κλείστηκε στον πύργο.
------
  Νέοι πολλοί και διάφοροι την εκαλοκοιτούσαν
κι επαίνευαν τις χάρες της και την ελαιμαργούσαν.
Μα ήταν ιέρεια, σκέφτονταν, άρα ταμένη με όρκο
και στη θεά προσεύχονταν και ζήταγαν μια όμοια.
Ο Λέανδρος εκεί δεν στέκονταν, ούτε που το  μετρούσε
κι ο πόθος του εθράσευε στη δύσμοιρη καρδιά του
γιατί είναι ο έρωτας τυφλός, κι όχι στα δυο τα μάτια
μα στην ψυχή και το κορμί που Κείνος πάντα ορίζει.
Κι όλο δαιμονιζότανε πως θα την πάρει άλλος
να δράσει αμέσως σκέφτηκε την ίδια κιόλας νύχτα.
 -----
  «Δίπλα στο κύμα θα με βρεις, μόλις θα δύσει ο ήλιος»
της είπε με θάρρος στο αυτί κι έκανε πως θα φύγει.
Η Ηρώ όλη φωτίστηκε μια λάμψη ολόγυρά της
και πάλι όμως σκοτείνιασε κι ούτε ήξερε τον λόγο
λες και λεξιά προφητική είχε εκστομίσει εκείνος.
-----
 Μόλις εφάνηκε η Ηρώ, με τα λευκά άμφιά της
στην άκρη εκείνη του γιαλού κάτω από τον πύργο
ο Λέανδρος την άρπαξε την έκανε δική του
κάτω απ’ το φως των αστεριών γίναν οι δυο τους ένα
και όρκους ευθύς αντάλλαξαν για μια αγάπη αιώνια
από εκείνους που η θεά ούτε που να ακούει.
Χωρίς θεούς, χωρίς γονείς, μονάχα αυτοί οι δυο τους
και για μικρή παράνυφο είχανε τη Σελήνη.
 Και μόλις ήρθε η Αυγή, οι νέοι χωριστήκαν
στον πύργο γύρισε η Ηρώ στην Άβυδο εκείνος
μα υπόσχεση της έδωσε σύντομα να ξανάρθει.
Θα κολυμπούσε στα νερά μονάχος με το κύμα
χωρίς τα αστέρια πλοηγό – δεν τα ’θελε η αγάπη
φτάνει αυτή να του ’φεγγε από μακριά με λύχνο
κι η θάλασσα που τους χώριζε να είχε καλοσύνη.
Αυτό κι η κόρη έκανε σαν το ’χαν συμφωνήσει...
------
  Πέρασε έτσι ο καιρός που ήταν γλυκός σαν μέλι
και δεν χορταίναν αγκαλιές και δεν χορταίναν χάδια.
Μόλις εκείνος έβλεπε πέρα το φως στον λύχνο
καλά σιγουρευότανε ότι τον αγαπούσε
βούταγε αμέσως στα νερά κι όλα για την αγάπη.
Κοίταε η Ηρώ τη θάλασσα  κι όλο σαν να τον είδε.
Άπλωνε το κολύμπι του, να τον θαυμάσει εκείνη.  
-----
  Κι ήρθε ο χειμώνας ο βαρύς μια σκοτεινιά και θλίψη
κι η θάλασσα άγρια πολύ άφριζε απ’ το κακό της
μα αυτός εκεί, πανέτοιμος μέσα της να ορμήσει.
Πήγε κοντά στην άκρη της κι έβγαλε τα λινά του
με μια βουτιά ξαπλώθηκε πάνω στο μαύρο κύμα
κι η θάλασσα δεν μέριασε να σώσει την αγάπη.
εκεί τον άφκε μοναχό, μόνο να κοπανιέται.
Τ’ άστρα κι αυτά κρυφτήκανε, σαν τους καλούς στρατιώτες
μόνη  στον δρόμο του ’φεγγε  μόνο η ανάμνησή της
ο Ποσειδώνας έκανε τάχα μου πως δεν βλέπει
την Αφροδίτη θέλοντας να ’χει με τη μεριά του.
   ---
 Η Ηρώ σαν εκατάλαβε τη χαλασιά τριγύρω
έγειρε ευθύς τον λύχνο της να τον επροστατεύσει
με τα λευκά χεράκια της κάνοντας έναν κύκλο.
Μα ο Ζέφυρος έκανε ένα φου κι απόσβησε τον λύχνο
κι εκείνη εκεί απόμεινε μόνη με το σκοτάδι.
Κάθεται και παρακαλά να μην έχει βουτήσει
και στη θεά που αψήφησε όρκο αμέσως κάνει
τον Λέανδρο να απαρνηθεί φτάνει να μην τον χάσει.
 ----
 Ο λύχνος τότε άναψε, μία μικρή φωτίτσα
κι η κόρη αναθάρρησε πως δεν χαθήκαν όλα.
----
 Μα ο λύχνος ματααπόσβησε...
-----
 Σαν ήρθε η Αυγή σημαίνοντας μία κανούργια μέρα
στα βράχια κάτω η Ηρώ είδε τον Λέανδρό της
έτρεξε αμέσως κατακεί να τον σφιχταγκαλιάσει
μα αυτός την κοίταγε τυφλά, κι από τα δυο του χείλη
 ένα ποτάμι κόκκινο έτρεχε πάνωθέ του.
Τον ξέπλυνε μ’ αρμυρό νερό τον άφησε στο κύμα
του έδωσε ένα γλυκό φιλί κι έτρεξε για ν’ ανέβει
στον πύργο τον ψηλότερο, που έζηε τόσα χρόνια.
Έριξε μια στερνή ματιά στην άδεια ομορφιά των ρόδων
κι από κει πάνω ρίχτηκε να τόνε συναντήσει.
0 notes
daemonsdomain · 6 years
Photo
Tumblr media
Lazy Sunday with Kit . . . #shadowofnight #christophermarlowe #marlowe #poetry #plays #bookstagram #books #university #artwork #bookart #library #librarybooks #universityreading #booklists #heroandleander #16thcenturyliterature #oldliterature #poems #poets photo by artemis__rex — view on Instagram http://ift.tt/2yNBpE0
6 notes · View notes
highriseapp · 8 years
Photo
Tumblr media
🌃🌹Midnight Roses🌹🌃 by jdroberts! A room by any other name would be as sweet! 🌹 🌹 🌹 #highriseapp #rotd #rose #rosegold #rosy #rosyglow #shakespeare #lovequotes #romantic #midnightromance #heroandleander #midnightrendezvous
0 notes
jessicaivypage-blog · 13 years
Text
My Top 5 Artists (Week Ending 2011-6-12)
Holiday Shores (32) 
Fiordmoss (20) 
parmaga (12) 
Heroandleander (12) 
Mondrian (12) 
Imported from Last.fm Tumblr by JoeLaz
3 notes · View notes