Tumgik
#Κραυγή
mple-selhnhh · 7 months
Text
Tumblr media
Στείλε όταν φτάσεις
Το μοιραίο αυτό το βράδυ στις 28 Φλεβάρη,
πολλοί νέοι φοιτητές υπέγραψαν το συμβόλαιο θανάτου τους.
Πού να ΄ξεραν τι θα τους συμβεί
Πού να ΄ξεραν ότι εκείνη θα είναι η τελευταία τους πνοή.
Στείλε όταν φτάσεις είπε η μάνα στο παιδί
όμως πού να ΄ξερε τι επρόκειτο να συμβεί.
Μπορεί να ήθελαν τόσα πολλά να πουν, να γελάσουν, να χαρούν
όμως τα γέλια αυτά έγιναν λυγμοί, πόνος ίσως και οργή.
Ιστορίες, δικαιολογίες.
Πάμε κι όπου βγει,
πάμε κι όπου βγει,
ενώ τόσοι άνθρωποι έχουν τώρα πλέον χαθεί.
Η ανευθυνότητα και η απραγία,
ο χειρισμός και τα συμφέροντα είναι η σημερινή μας κοινωνία.
Δεν γίνεται εν έτη 23 να μιλούμε ακόμη για ασφάλεια και προστασία.
Δεν είναι ούτε το μέρος ούτε η κακιά στιγμή,
είναι στη χώρα που πρέπει να γίνει αλλαγή.
Είναι ο νους του ανθρώπου και ο τρόπος σκέψης και αν δεν αλλάξει αυτό είμαστε καταδικασμένοι.
Καταδικασμένοι στη δουλεία και στον ύπνο
μη μπορώντας να σηκώσουμε ανάστημα.
Να πούμε την αλήθεια μας, την φωνή μας,
τον τρόπο σκέψης μας και τη βούληση μας.
Έπρεπε να χαθούν ανθρώπινες ψυχές, για να καταλάβουμε ότι βρισκόμαστε σε νάρκη,
αφήνοντας κάποιους να μας οδηγούν σε αποτρόπαια λάθη.
Ακούω επανειλημμένα ότι η νέα γενιά είναι το μέλλον.
Ότι θα είναι διαφορετικά.
Γιατί λοιπόν να σκοτώνουμε το μέλλον μας;
Γιατί να καταδικαζόμαστε από τη στιγμή που γεννιόμαστε;
Ποιος θα μας σώσει όταν καιγόμαστε;
Ποιος θα μας καθοδηγήσει όταν πνιγόμαστε;
Πολλά γιατί και απορίες,
πολλά τα θα και ακόμα περισσότερες οι υποσχέσεις.
Υποσχέσεις χωρίς πράξεις
και πράξεις χωρίς αντίκτυπο.
-Μαθήτρια Β’ Γυμνασίου
28.02 /Ένας χρόνος πριν σαν σήμερα/
186 notes · View notes
epestrefe · 7 months
Text
Tumblr media
1 χρόνος μετά...η ίδια κραυγή...για το τρένο που δεν έφτασε ποτέ στον σταθμό...28/2/2023
2 notes · View notes
romios-gr · 1 month
Text
Tumblr media
Ο σημερινός κόσμος έχει φτάσει σε μια φάση που, σε προηγούμενους αιώνες, θα είχε περιγραφεί με την κραυγή: “Αυτή είναι η Αποκάλυψη!” π. Σάββας Αχιλλέως: «Σε αυτά που έρχονται εμείς θα προχωρούμε με τον Χριστό μας άφοβα» Αλέξανδρος Σολζενίτσιν, ένας προφήτης των ημερών μας «Μείνετε σταθεροί στον αγώνα κατά του κακού. Ποτέ μην δεχτείτε να κάνετε συμβιβασμό. Προτιμήστε να χάσετε τα πάντα, τη ... Περισσότερα εδώ: https://romios.gr/o-simerinos-kosmos-echei-ftasei-se-mia-fasi-poy-se-proigoymenoys-aiones-tha-eiche-perigrafei-me-tin-kraygi-ayti-einai-i-apokalypsi/
0 notes
anemodarmenhh · 2 years
Text
Κοιμήσου, μάνα, μην ταλαιπωρείσαι, είπες,
είμαστε κοντά στα Τέμπη,
το πρωί θα έρθω να πιούμε καφέ, είπες,
δε σου λέω ακόμη καλό μήνα,
γρουσουζιά, είπες.
Κι ύστερα κρότος
κι ύστερα κραυγή
κι ύστερα σιωπή.
Να προσέχεις σου έλεγα
θα προσέχω μου έλεγες
-εμάς ποιος μας προσέχει;
Τόσες ώρες μετά δεν έχω κοιμηθεί
αδιάκοπα παίρνω τηλέφωνο
έναν αριθμό που κανείς δε σηκώνει
έχω υπολογίσει ακόμη και την καθυστέρηση
το καφεδάκι σου σε περιμένει
κρύωσε και φτιάχνω άλλο
έχουμε σε εκκρεμότητα έναν καλό μήνα.
Εις μνήμην των θυμάτων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Αποστόλης Ζυμβραγάκης, 1/3/23.
768 notes · View notes
aretis · 5 months
Text
Tumblr media
#Εν τω μέσω δε της νυκτός έγεινε κραυγή...
Ιδού, ο νυμφίος έρχεται...
Καλή Μεγάλη Εβδομάδα...Εβδομάδα των Παθών...#
12 notes · View notes
mysterydark · 1 year
Text
«Χρωστάμε ενός λεπτού κραυγή,
για κάθε στιγμή που σιωπήσαμε.»
Λιλή Ζωγράφου
35 notes · View notes
mslr567 · 4 months
Text
Να μάστε οι δύο μια αγκαλιά
Θα σου χαϊδεύω τα μαλλιά
Και η μυρωδιά σου με μεθά
Μια κραυγή σου ξαφνικά
Σου αφήνω μια δαγκωνιά
Τραβώντας λίγο τα μαλλιά
Σου λέω στα ψιθυριστά
Με πορώνει η θηλιά
Που μας τυλίγει στα σφιχτά
Tumblr media
8 notes · View notes
ani-potissa · 2 years
Text
Μου πες να σου μιλήσω για τέχνη.
Μα πως να σου πω πως τέχνη είσαι και συ.
Πως όταν γαληνεύεις θυμίζεις του Μονέ
Μα όταν σκοτεινιάζεις μου μοιάζεις με Βαν Γκόγκ
Πως το μυαλό σου είναι έμπνευση του Νταλί
Μα πως να σε χωρέσουν και οι 3 σε ένα χαρτί ;
- -
Σε πίνακες σε ψάχνω, μουσείων και στοών
Ίσως σε βρω σε κάποιον
Μα στην Κραυγή του Μούνκ
Στου Μποτιτσέλι την Γέννηση
Μιλάς για τέχνη εσύ
Που όλο σου το είναι θυμίζει Αναγέννηση.
181 notes · View notes
chotzoglou · 5 months
Text
330
Χάνω δύναμη στα πόδια και τα φώτα του διαδρόμου, μόνα, κρατούν τα μάτια μου ανοιχτά λίγο ακόμα. Ανισόρροπα βήματα στο χάος και στο βρεγμένο χαλί με αποσυντονίζουν. Τι ψάχνεις, αλήθεια, στους τέσσερεις τοίχους που δεν βρήκες στο φως της νύχτας; Γιατί σε ένα τσιμεντένιο πεζούλι περιμένει κάποια πήλινη ανάμνηση με βρεγμένη κραυγή εκτεθειμένη στο σκοτάδι. Τι ψάχνεις; Μη ψάχνεις. Εδώ, τώρα, στο σημείο αυτό, στο δευτερόλεπτο που ήρθε και πέρασε πριν το καταλάβεις, εδώ μένουν όλα. Μην λογαριάζεις τα «πριν». Μην αποβλέπεις στα «μετά». Μην προσπαθείς μάταια να σπάσεις τα δεσμά στα παπλώματα της φυλακής σου. Μην ψάχνεις μάταια το κλειδί.
Με το αντικριστό κλειδί να πλέει στην αριστερή μου τσέπη σε γνώρισα. Και αυτό είναι ίσως το μόνο που μπορώ να σου πω με σιγουριά, μιας και όλα τα άλλα έγιναν, ή έστω πέρασαν, αστραπιαία από μπροστά μου. Και κάπως έτσι θυμάμαι εκείνη την νύχτα. Μουσική, γέλια, φωνές, φασαρία, βαβούρα. Θύμιζε κινηματογράφου πλάνο το πρώτο βλέμμα. Όλα πίσω σε μία διαρκή και βιαστική, σχεδόν αμήχανη και αγχώδη κίνηση, θολά στο παρασκήνιο. Το πρώτο άνθος από την άλλη, το βλέμμα από τις κόρες, καθαρό. Πάγωσε ο χρόνος. Πάγωσαν τα πρόσωπα. Έπαψε η μουσική. Ίσως και όχι. Ίσως έτσι μπορώ μόνο να το θυμηθώ. Έτσι μπορώ μόνο να το θυμηθώ γιατί τίποτε άλλο δεν μου τραβούσε το βλέμμα από το βλέμμα. Πόσες φορές με πίστεψες σε αυτό για να το κάνεις τώρα; - δεν ξέρω. Μα. Έτσι μπορώ μόνο να το θυμηθώ πια. Που πια μπορεί να μην έχει νόημα, μα τότε είχε. Θυμάμαι ακόμα τον νευρικό μου χτύπο στα χαμηλά της πόρτας, σαν να προσπαθούσα να κρύψω το άγχος από τον ίδιο μου τον εαυτό. Ποιο άγχος ηλίθιε, μία μπύρα θα ζητήσεις. Και - αστεία ιστορία - με ένοιαζε πιο πολύ το «θα ζητήσεις» από ό,τι το «μία μπύρα». Και το δεύτερο όμως είχε την αφορμή του στο πρόσωπό σου. Και ήσουν ειλικρινά η πιο σαγηνευτική αφορμή. Με έκαιγαν περισσότερο τα μερικά δευτερόλεπτα στον ίδιο χώρο με σένα, παρά οι ώρες που θα πέρναγα παρέα με το σάπιο μου ποτήρι. Και όχι επειδή ήταν ο πόθος ανεξέλεγκτος και σαρκικός, όχι. Αλλά επειδή φτερούγιζε η καρδιά μου στο πρελούδιο του φεγγαριού και των μεντεσέδων, στο άνοιγμα της πόρτας.
Με το αντικριστό κλειδί στο αντικριστό δωμάτιο, με λίγο καπνό και μία ιδέα σφίξιμο στα πνευμόνια σε γνώρισα. Οι πρώτες λέξεις δεν υπήρξαν μάλλον, παρά όσες έγραψα πίσω από μία εξασθενημένη οθόνη. Ξέρεις, δεν το ‘χω με τα λόγια. Ίσως κάποτε η πένα μου να είχε να στραγγίξει μελάνι, μα τώρα επαναλαμβάνει τους ίδιους κύκλους σε μουτζούρες. Έμαθα να φοβάμαι αυτό που γράφω. Έμαθα να με λογοκρίνω και να με περιορίζω. Μα με σένα δεν ήταν έτσι. Άρχισα να γράφω άστατα σκέψεις φευγαλέες και εικόνες της στιγμής ανταλλάσσοντας μερικά βλέμματα σιωπής με το ταβάνι. Και στο τέλος έμεινα με έναν σωρό από γραμμές στοιβαγμένες και μισό συναίσθημα κάτω από ένα μισόκλειστο βλέφαρο. Ο Μορφέας σήμερα δεν κατέβηκε στα όνειρα μου. Και εσύ, μαζί με τον ήλιο, γύρισες πλευρό.
Με το αντικριστό κλειδί για τελευταία φορά δίπλα στον καθρέφτη έκλεισε η πόρτα πίσω μου. Έχει κρύο. Ξημέρωσε. Τι ψάχνεις, τώρα, στους τέσσερεις τοίχους να ακούσεις και να σε μαλακώσει; Προσπαθείς μάταια να ερμηνεύσεις την εξαίρεση καθώς βυθίζεσαι πάλι στην ρουτίνα σου. Ό,τι έγινε, μπορεί να έγινε, όμως έγινε ως εδώ. Οι τροχοί γυρίζουν ξανά προς τα πίσω αν και οδηγούν μπροστά. Πίσω από το τζάμι σε κάποιο χιλιόμετρο σκέφτομαι όσα έγιναν, όσα έγραψα, όσα φαντάστηκα. Και κάπως στο μελανό μου πρόσωπο σκάει ένα γελάκι στιγμιαίας ειρωνείας και ικανοποίησης. Το κεφάλι μου βράζει στους έντονους ρυθμούς της χθεσινής βραδιάς. Τα φωνήεντα περνούν φορές και φορές κάτω από το βλέμμα. Τα φωνήεντα γαμώτο φαίνονται τόσο λάθος. Μα δεν χρειάζονται την διόρθωση. Ίσως όσα έγραψα να αποκλίνουν από όσα έγιναν και να αρκούνται σε όσα φαντάστηκα. Χα. Ίσως.
‘Όχι - δεν σε γυρεύω εδώ. Άλλωστε έμαθα να σε χάνω και, κάπου πιο κάτω, να σε βρίσκω ξανά. Τι ψάχνεις, τώρα, στην αλήθεια που ξερνάει στην άσφαλτο ο κομπάρσος μίας ακέραιης ρουτίνας; Γιατί με βαφτίζω, όμως, κομπάρσο; Γιατί ψάχνω εμένα, όμως, κάπου στον κομπάρσο; Τα λόγια μερικές φορές είναι περισσότερο περιττά από όσο θα έπρεπε και έδειχνες να το γνωρίζεις καλά. Σαν να τα φύλαγες. Σαν να μην σε ένοιαζε ποιος Μάρτης θα μας βρει στην εκπνοή του πριν ξημερώσει Απρίλης. Κάποιος ήλιος έμελλε να βγει, να αναδείξει, να φωτίσει, μα δεν ξημέρωσε. Έμεινε βράδυ παγωμένο στην λεωφόρο με αραιά τα αυτοκίνητα στο μάτι και στεγνό δάκρυ. Έμεινε βράδυ παγωμένο στην άκρη του πεζοδρομίου, στην ανάσα της λακκούβας, στην ανάσα μου. Λίγο πριν κλείσεις. Είχα μάθει να σε αντιμετωπίζω με τις λέξεις που ποτέ σου δεν θα άκουγες, μα όχι τώρα, όχι. Τώρα όλα ήταν λίγο πιο ρευστά στο μυαλό, μα συνάμα μαγκωμένα στο χείλος.
Κάπου τότε, το τότε ήταν το τώρα και το τώρα γυρνούσε πάλι στην αρχή. Μάλλον κάπως έτσι ήρθα περισσότερο κοντά με το πρώτο μας φεγγάρι. Πατούσα όπως παραπατούσες στο μεγάλο δρόμο και το βλέμμα μου, άθελά του ή και όχι, άλλαζε τις σκηνές σαν μπερδεμένο φιλμ. Βρήκα σπίρτα στην λογική να κάψω τις άκρες μα μείνανε χωρίς κεφαλή. Μα δε χωράει λογική. Μα ζω την ίδια κατάληξη σε επανάληψη. Το πρώτο μας φεγγάρι και το φεγγάρι αυτό δεν διέφεραν και τόσο. Το κοιτούσα καθώς πια δεν κοιτούσες ούτε αυτό, ούτε εμένα, ούτε έστω την φωτεινή οθόνη. Χαμένη πίσω από τα σκοτεινά βλέφαρα. Και εγώ να απορώ. Το πρώτο μας φεγγάρι είχε μία ιδέα από κανέλα και βασιλικό, μία ιδέα γλυκόπικρης ανάμνησης μα και όμορφης και γαλήνιας αίσθησης αφής του πνεύματος. Το φεγγάρι αυτό κάπου χάθηκε στους δρόμους και δεν το βρήκαμε. Τι κι αν το κυνηγούσαμε. Πατούσα όπως παραπατούσες να πιάσω τα βήματα σου και κάπως ανόητα να έρθω κοντά σου. Μα με πρόλαβαν τα όνειρα την ώρα του λωτού πριν την αυγή. Πατούσα όπως παραπατούσες και παραπατούσα στον ίδιο κύκλο.
Μαζί με μία νότα από το άρωμα σου και ένα γραμμοφώνου χάραγμα πάνω στην φωνή σου χάθηκα και εγώ σε αυτό τον ουρανό. Κάποιο στενό φυλάει ακόμα την σιωπή μου που μου φώναζε την ώρα στο ρολόι. Έπαψε να ξημερώνει. Το ακουστικό δεν άφηνε το αυτί παρά μόνο για να δω την ώρα στο ρολόι. Ήταν αργά για μένα να κρατάω τα μάτια μου ανοιχτά, μα για να βλέπω την φωνή σου όχι. Και με γέμιζε τόσο πολύ η όψη της σαν όψη σου που δεν άφηνε χώρο στην κόρη του ματιού να δει την ώρα στο ρολόι. Γράφω την πρόφαση στα βιαστικά πριν με καταλάβεις, πριν με ρωτήσεις. Κρύβομαι στην θέα σου, την επικίνδυνη όμως θέα σου, και παρ’ όλα αυτά εκεί κάπου χωμένος, ξεχασμένος νιώθω λίγο περισσότερο ασφαλής. Γράφω την αντίφαση τώρα, μα στα βιαστικά πάλι. Μπορεί να ξημερώνει. Δεν κολλάει ο δείκτης πια, δεν είναι πια τρεις και τριάντα και δεν είμαι πια μία ξύλινη έκφραση που κρύβει την αλήθεια.
Ξημέρωσε. Άτσαλα. Άβολα. Και για τους δύο. Παρατήσαμε την ειλικρίνεια στη γωνία ενός πεζοδρομίου και έπειτα σπάσαμε. Εσύ φοβόσουν στον εαυτό σου την υπερβολή με μία τόση δα δόση αλήθειας. Εγώ δεν μπορούσα να ξεχωρίσω στον εαυτό μου την υπερβολή από την αλήθεια, τι κι αν συμπίπταν. Απείχαμε ελάχιστα τελικά; Δεν ξέρω. Ένιωσα σα να σε χάνω στο άκρο. Το μυαλό μου έσβησε και πέρασε τις μέρες νευρικά και βιαστικά. Τι ψάχνεις, τώρα, επιτέλους να τα γυρίσεις όλα από την άλλη πλευρά του νομίσματος; Βυθίζεσαι σε άγνωστα νερά μα τους παλμούς ακόμα σε λέξεις μεταφράζεις. Κάπου εδώ αρχίζεις να γρατζουνάς το χαρτί σε ένα παλιό, μα γνωστό, παχύ τετράδιο. Πόσες σελίδες έφυγαν. Πόσες σελίδες τελικά πέταξαν. Με στόχο να γραφτεί και να αφεθεί αυτή η μία στιγμή. Ίσως να μην ήταν τελικά ρέκβιεμ απαλό αυτό το μηχανικό ραβασάκι. Ίσως να μην έμελλε τελικά να περάσουμε έτσι ο ένας από τις σκέψεις του άλλου. Ίσως να μην ήταν τελικά τίποτα λιγότερο από μία μούσα στο παράθυρο με την αυγή. Εκείνη. Εσύ. Ίσως. Ίσως να το ένιωσες και εσύ τελικά.
Βλέπεις, συνήθισα να μη νιώθω ποτέ κομμάτι σου. Σφραγίστηκα σε μονόδρομο μετά από εκείνο το ταραγμένο μεσημέρι της άνοιξης. Δεν θα σου πω ψέματα. Δεν έψαχνα διέξοδο από το τέλειο κλουβί. Τι τέσσερεις τοίχοι σε ��άποιο τυχαίο και μαζικό δωμάτιο κάποιου ξενοδοχείου, τι τέσσερεις τοίχοι σε κάποιο τυχαίο μυαλό μέσα σε μία σελίδα. Νομίζω κάπου τότε σταμάτησα να ψάχνω ή να ελπίζω. Ήταν πολύ ιδανικό. Είχα πείσει τον εαυτό μου ότι κάπου εδώ σε χάνω. Τα κείμενα δεν μου προσέφεραν κάτι πλέον πέρα από ρουτίνα. Κάποτε ξέφυγα χαρούμενος μαζί σου από την καθημερινότητα, τώρα όμως βυθίζομαι στην θλίψη της χωρίς εσένα. Τα κείμενα ήταν απλά κείμενα. Εσύ από την άλλη δεν ήσουν ένα τόσο απλό κείμενο. Οι πρώτες σου γραμμές είχανε στίγμα από το άστατο μυαλό σου πάνω στα κάπως μπλεγμένα μεταξύ τους γράμματα. Δύσκολα σε διάβαζε κανείς άμα δεν σε καταλάβαινε. Μα, άμα ηρεμούσες και τον άφηνες να δει το λογοτεχνικό μεγαλείο των χαρακτηριστικών σου και την ευριπίδεια ηθογραφία πίσω από τα μάτια σου, και ο ίδιος θα ηρεμούσε και θα μπορούσε για εσένα τόσο σκληρά να πέσει. Το μελάνι ήταν απλά κείμενο. Το μελάνι όμως στην φωνή σου, η χροιά σου στο αυτί μου, που κινούσε το χέρι και την πένα, δεν ήταν απλά κείμενο. Ήταν ένα πιο όμορφο κείμενο.
Μου άρεσε να παίζω κρυφτό με τα μάτια σου. Να τα ψάχνω. Να τα βρίσκω και να τα χάνω μέσα στο πλήθος. Μα όταν έκλειναν τα φώτα στο βλέμμα του διαδρόμου, δεν ήταν τόσο υποκριτικό πια. Γιατί μπορούσα να σε αναγνωρίσω. Γιατί μπορούσες να με αγγίξεις. Απλά δεν το κάναμε. Μα τι κάναμε; Γιατί βρισκόμασταν κρυφά σε σφραγισμένες αίθουσες με άδεια τα παράθυρα και χαοτικούς τους πίνακες; Γιατί κρυβόμασταν απ’ τον κόσμο με τα τέσσερα μάτια: τα δικά μας. Δεν ξέρω. Δεν είναι πια νωρίς.
Μα ούτε τώρα καταλαβαίνεις εσύ από λόγια. Ίσως ούτε τώρα καταλαβαίνω και εγώ από κινήσεις. Και τελικά δεν καταφέραμε να αλλάξουμε και τόσο το μεταξύ μας. Πάλι στο ίδιο σημείο, στο σημείο μηδέν, μα με μία παραπάνω αβεβαιότητα που δεν ξέρει αν πρέπει να μείνει. Πάλι στην ίδια φωνή υποκύπτω, είτε ακόμα και υπεκφεύγω, μα τώρα δεν αντηχεί στο βάθος της οδού την νύχτα. Χάνεται σε δύστροπες ασφαλτοστρώσεις και σε ρημαγμένα σκαλιά. Ασφυκτιά να απαντήσει. Τελικά υπεκφεύγω σε μένα και σε μία πλασμένη από μένα πραγματικότητα. Μην με πλησιάζεις. Ονειρεύομαι συχνά μα δεν θέλω έτσι να σου εκφραστώ. Ονειρεύομαι συχνά μα δεν θέλω έτσι να σου κάνω κακό.
Μα τι γράφω γαμώτο; Συγγνώμη. Συγγνώμη γιατί ξέρω ότι πια σε κούρασαν όλες αυτές οι αραιές σκέψεις και οι κυνικοί συλλογισμοί. Αυτό εδώ δεν είναι παρά ένα ακόμα κείμενο, μία προσθήκη στο μανιφέστο του παραλόγου που τείνω συχνά να μπλέκω με τον έρωτα από ανάγκη ίσως βαθιά, ίσως και ρηχή. Ίσως είναι μία ακόμα πρόφαση δηλαδή. Ίσως σε έχω μπερδέψει. Με κούρασα.
Ξέχασα να γράφω. Εσκεμμένα; Μπορεί. Μπορεί κάποτε τα γράμματα στο δέρμα μου να με έκαναν παρέα. Μα να με καίνε. Μα να μη φεύγουν. Με μελάνι που βουτούσα διαδοχικά στον πόνο που άφηνε πίσω η κάθε λέξη για την επόμενη. Ξέχασα να γράφω με την ελπίδα πως θα ξεχάσω να πονάω. Μα πονούσα. Πονούσα ώσπου άρχισα ξανά να γράφω. Αυτή τη φορά, για σένα. Ίσως να μη με πίστεψες τότε. Ίσως να μη με πιστεύεις και τώρα. Μα δε θα θυμόμουνα να γράφω στο κενό και να μη χάνομαι μέσα σε αυτό άμα για ένα δευτερόλεπτο διαφορά, νωρίτερα ή αργότερα, δεν είχα τύχει να βρεθώ δίπλα σου εκείνο το βράδυ. Γιατί κάθε βράδυ από τότε που θα κάτσω και θα χαράξω, δεν μου θυμίζει τον πονοκέφαλο του κέρβερου. Μα μου θυμίζει μόνο την στιγμή εκείνη. Την στιγμή που γύρισα τυχαία το κεφάλι μου αριστερά και σε κοίταξα. Την στιγμή που γύρισες τυχαία τα κεφάλι σου πίσω και με ρώτησες. Γιατί αυτή η εικόνα, ανάμεσα σε όλες τις άλλες εικόνες που μου έμαθες να ζωγραφίζω, αυτή η τόσο απλή και συμπτωματική εικόνα, ήταν τελικά ένας προορισμός. Ένα ταξίδι στο υποσέλιδο, εκεί κάτω από την τελευταία λέξη και την τελευταία τελεία.
4 notes · View notes
romios-gr · 4 months
Text
Tumblr media
Η κραυγή των… λύκων του Παναθηναϊκού! Και τώρα κούπα μετά την πρόκριση στον τελικό Ο Παναθηναϊκός έμοιαζε με… πεινασμένο λύκο στο Βερολίνο, στον ημιτελικό με την Φενερμπαχτσέ. Δώδεκα χρόνια μακριά από «φάιναλ φορ» ήταν πάρα πολλά για την ομάδα που έχει έξι αστέρια στη φανέλα της, ένα για κάθε ευρωπαϊκό της τίτλο. Δεκετρία χρόνια μετά τον τελικό του 2011 ο Παναθηναϊκός θα πει και πάλι ... Περισσότερα εδώ: https://romios.gr/i-kraygi-ton-lykon-toy-panathinaikoy-kai-tora-koypa-meta-tin-prokrisi-ston-teliko/
0 notes
groovalos · 6 months
Text
Λατρεύω τα άστρωτα κρεβάτια. Λατρεύω τις στιγμές που οι άνθρωποι είναι μεθυσμένοι και κλαίνε, και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο παρά να είναι ειλικρινείς. Λατρεύω το βλέμμα εκείνων που συνειδητοποιούν ότι είναι ερωτευμένοι. Λατρεύω τον τρόπο που ξυπνάνε δίχως να ξέρουν ότι κάποιος τους παρατηρεί, τόσο ελεύθεροι, τόσο αυθόρμητοι. Λατρεύω εκείνην την πνιχτή κραυγή που αφήνουν όταν ο αγαπημένος τους χαρακτήρας πεθαίνει. Λατρεύω το αμυδρό χαμόγελο όποτε κλείνουν τα μάτια και ταξιδεύουν σε κόσμους αλλιώτικους. Ερωτεύομαι τις αληθινές τους ομολογίες, και τους σπαραγμούς τους. Ερωτεύομαι τα ξεσπάσματα και την ησυχία τους. Πραγματικά, είμαστε μια αστείρευτη πηγή τέχνης και η μεγαλύτερη αμαρτία είναι να μην το αναγνωρίζουμε. 
3 notes · View notes
o-monaxikos · 6 months
Text
Καλήνυχτα στις σιωπες,
αυτές που προσπαθούν να μην μιλήσουν την
κατάλληλη στιγμή,
αυτές που θα έπρεπε να μιλάνε αλλά αντ' αυτού σιωπούν
σιωπές κατανοητές ως αδιαφορία, άλλα αντιθέτως
μοιάζουν με λέξεις,
σιωπές που λένε κάτι σαν κραυγή αγωνίας.!
Κάθε σιωπή είναι διαφορετική από την άλλη.!
Η ευαισθησία έγκειται στο να ξέρεις πως να τις
αναγνωρίσεις και να τίς σέβεσαι.!
Καληνύχτα θαύματα.!
Καληνύχτα σκιές μου.!
3 notes · View notes
justforbooks · 5 months
Text
Tumblr media
Αναρωτιέμαι πώς θα ήταν αν εγκατέλειπα την προσπάθεια και παραδινόμουν σε μια πραγματικά στερημένη ζωή.
Στο πρόσωπο της Καζούκο, κόρης ενός χήρου αριστοκράτη, ο Dazai βρίσκει τη φωνή που θα αφηγηθεί την ιστορία του. Αφού εγκαταλείπει τον σύζυγό της και παίρνει διαζύγιο, η Καζούκο επιστρέφει στο Τόκιο για να ζήσει με τη μητέρα της. Ωστόσο, επειδή ο πόλεμος, που μόλις τελείωσε, τις άφησε εξαθλιωμένες, αναγκάζονται να πουλήσουν το σπίτι τους στο Τόκιο και να μετακομίσουν σε ένα απομακρυσμένο χωριό.
Η Καζούκο πρέπει τώρα να φροντίσει την άρρωστη μητέρα της χωρίς τη βοή­θεια υπηρετών. Ο Ναότζι, ο αδελφός της, επιστρέφει από τον πόλεμο εθισμένος στο όπιο. Μέσα από μια πορεία παρακμής η Καζούκο βρίσκει σε έναν απαγορευμένο έρωτα τη δύναμη για να παλέψει και να συνεχίσει να ζει, εγκαταλείποντας την ανατροφή της. Ενώ η Καζούκο βρίσκεται στο Τόκιο, ο Ναότζι αυτοκτονεί. Η περιφρόνησή του για τον εαυτό του, την αριστοκρατία και τη ζωή που ζούσε είναι η κραυγή του Dazai.
Ο Ναότζι θα μπορούσε να είναι χαρακτήρας του Όχι πια άνθρωπος, όμως εδώ ο Dazai μας δείχνει και έναν άλλο δρόμο. Τον αγώνα της Καζούκο για ζωή, με τη διαπίστωση ότι ναι μεν ζούμε μια παράλογη ζωή αλλά δεν παραδινόμαστε, όπως μας λέει η ηρωίδα.
Ο Δύων ήλιος αναφέρεται στο περιβάλλον της μεταπολεμικής περιόδου στην Ιαπωνία, όταν η κοινωνία προσαρμόστηκε στην οδύνη της ήττας, η οποία προκάλεσε μια μαζική κοινωνική αλλαγή, καθώς αφηγείται την ιστορία της παρακμής μιας αριστοκρατικής οικογένειας και τη μετάβαση από μια φεουδαρχική Ιαπωνία σε μια βιομηχανική κοινωνία. Η αίσθηση της αποξένωσης στην αστική ζωή, η κρίση σκοπού, είναι ένας από τους βασικούς λόγους που ο Dazai διαβάζεται τόσο πολύ από τους νέους κάθε χώρας.
Ο Δύων ήλιος θεωρείται από πολλούς ως το αριστούργημά του και ήταν τόσο επιδραστικό ώστε να εισαγάγει στην ιαπωνική γλώσσα τον όρο «άνθρωποι του δύοντος ηλίου».
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
2 notes · View notes
mouskema-stories · 2 years
Text
Μάρτυρες (submission)
Τέλη καλοκαιριού,ξενερωμένες που τελείωσαν οι διακοπές και άρχιζε ένα ακόμα εξάμηνο στη σχολή,έχουμε βγει με μια φίλη και καθόμαστε σε ένα παγκάκι να πούμε τα γκομενικά μας.Ησυχία παντού,και ξαφνικά ακούμε φωνές.Μία παρέα πολλών ατόμων φωνάζει και κυνηγάει μία άλλη παρέα,η οποία τρέχει να ξεφύγει.Κάποιος από την παρέα μένει πίσω και μπροστά στα μάτια μας τον βλέπουμε να μαχαιρώνεται.Μέσα στον πανικό,παρατήρησα ένα παλικάρι που έτρεχε να βρει βοήθεια,φίλος του τραυματισμένου.Γύρω στα 30,μέτριο ύψος,ωραίο πρόσωπο και χέρια καλυμμένα με τατουάζ.
Όταν ήρθε η αστυνομία,προσφέρθηκα να πάω μαζί τους να καταθέσω,και κατά τις 4 τα ξημερώματα βρισκόμουν στη ΓΑΔΑ.Μετά από κάποιες ώρες,και ενώ ακόμα περίμενα να καταθέσω,ήρθε το παλικάρι το οποίο βρισκόταν στο νοσοκομείο με το φίλο του.Έπεσαν κάποιες ματιές αλλά θεωρούσα ότι ήταν απίθανο να γυρίσει να με κοιτάξει ένας τέτοιος τύπος.
Αφού δόθηκαν οι πρώτες καταθέσεις,ήρθε η ώρα για τις δεύτερες,τις συμπληρωματικές.Οι μάρτυρες είχαμε ανταλλάξει στοιχεία αλλά είχα τα στοιχεία όλων ,εκτός από εκείνου. Για καλή μου τύχη, κάποιος μου έστειλε το facebook του.Τον έλεγαν Δ. και ήταν rapper.
Στο μήνυμα που του έστειλα του συστήθηκα,του είπα από πού τον βρήκα και τον λόγο που του έστειλα.Με θυμόταν και έψαχνε τρόπο να με βρει.Αρχίσαμε να μιλάμε και βρεθήκαμε γείτονες.Η πρόταση δεν άργησε να γίνει “Θες να περάσεις αύριο το βράδυ από το σπίτι μου να τα πούμε από κοντά και να συζητήσουμε και για το περιστατικό;"Δέχτηκα και το επόμενο βράδυ ήμουν στην πόρτα του,φορώντας ένα μαύρο στραπλες φόρεμα μέχρι το γόνατο.Τα πόδια μου έτρεμαν.Όταν άνοιξε την πόρτα καύλωσα αμέσως με το βλέμμα του και το χαμόγελο του και δεν μπορούσα να μην παρατηρήσω το πως κοίτουσε τον μεγάλο και τουρλωτό κώλο μου!
Μιλούσαμε για τα πάντα για 3 ώρες περίπου,μέχρι που το σβέρκο μου έκανε ένα κρακ και άρχισα να πονάω.Απευθείας προσφέρθηκε να μου κάνει μασάζ.Με ξάπλωσε μπρούμυτα στον καναπέ και άρχισε να με τρίβει στο σβέρκο.Άνοιξε το συρτάρι και έβγαλε ένα μπουκαλάκι με λάδι,με το οποίο άρχισε να με τρίβει.Ένιωθα το βρακάκι μου να με ενοχλεί.Όσο με ακουμπούσε, ερχόταν όλο και πιο κοντά στο αυτί μου και μου έλεγε με την πιο καυλιάρικη φωνή του "Σ'αρέσει μικρή;” Είχα καυλώσει απίστευτα, ήθελα να με κάνει το παιχνίδι του.Άρχισε να με χαϊδεύει στην πλάτη και να με ρωτάει αν πονάω κι εκεί.Φυσικά απαντούσα ναι,με όση φωνή μου είχε απομείνει.Τότε μου κατέβασε το φόρεμα,αφήνωντας να μου καλύπτει μόνο τον κώλο.Κάθισε πάνω στα μπούτια μου και μου έριξε λάδι στην πλάτη ενώ ταυτόχρονα ένιωθα το φούσκωμα στο παντελόνι του, που βρισκόταν πάνω στον κώλο μου.Όταν τελείωσε με την πλάτη,έπιασε τα πόδια μου.Ξεκίνησε από χαμηλά, και με αργές κινήσεις ανέβαινε ανάμεσα στα πόδια μου και σταματούσε μόλις άγγιζε λίγο από το εσώρουχο,το οποίο ήταν μούσκεμα.Όταν το κατάλαβε,σήκωσε το φόρεμα, έκανε το εσώρουχο στην άκρη και άρχισε να γλύφει τον κώλο μου ενώ μου έβαζε δάχτυλο στο μουνί,που πλέον παρακαλούσε.Με γύρισε βίαια ανάσκελα,έσκισε το στρινγκ και με έγλυφε ενώ έτριβε όλο το πρόσωπό του στο μουνί μου.Του ζητούσα να σταματήσει γιατί ήθελα να με γαμήσει αλλά δεν σταματούσε.Τότε του έριξα μία δυνατή σφαλιάρα στο πρόσωπο.Με κοίταξε έντονα,ανέβηκε από πάνω μου,πατώντας πάνω στα χέρια μου ,με έφτυσε στο πρόσωπο και που έριξε τόσα χαστούκια ,που έβλεπα θολά.
“Τώρα είσαι το μικρό μου πουτανάκι,εγώ διατάζω ,εσύ υπακούς”, κι άλλη μία φορά με έφτυσε στο στόμα.Τον έφτυσα και γω και κατέβασε γρήγορα το παντελόνι του και ήταν πρησμένος.Μου έσκιζε το μουνάκι ,πνίγοντας με με το χέρι του , ενώ εγώ έπαιζα με την κλειτορίδα μου.Όταν έχυσα με επιβράβευσε με ένα χαστούκι στο μουνί και με ένα γλωσσόφιλο. Με γύρισε στα 4 και μου έριξε λάδι στον κώλο,βάζοντας μου 2 δάχτυλα ενώ με έσκιζε από μπροστά. Μου τράβηξε τα μαλλιά και με χτύπησε στον κώλο τόσο δυνατά, που έβγαλα μία κραυγή,ενώ ταυτόχρονα χαμογελούσα από την καύλα.
Γονάτισα, φορώντας τα γυαλιά μου , κοιτώντας τον με το πιο αθώο μου βλέμμα και του ζήτησα την άδεια να τον βάλω στο στόμα μου.Αυτό τον καύλωσε ακόμα περισσότερο, μου έφτυσε το στόμα και άρχισα να τον γλύφω,να τον βάζω όλον στο στόμα μου,μέχρι να πνιγώ και να δακρύσω.Μετά από λίγο τα χύσια του ήταν παντού στο πρόσωπο μου και στο στόμα μου,και πήρα τα γυαλιά μου και τα έγλυψα για να έχω την γεύση του.
“Θα τα πούμε στο δικαστήριο…όταν σου κλείσω το μάτι,πάμε στις τουαλέτες…”
27 notes · View notes
golddustandtears · 1 year
Text
η κραυγή της σιωπής τόσο εκκωφαντική 
όσο και η απουσία σου το τελευταίο διάστημα
7 notes · View notes
portokali · 2 years
Text
tagged by @jonnygreenwood​, thank you maite! 💐
last song: posing for cars 🚗 by japanese breakfast
last show: shadow and bone s2 👤🦴
last movie: the lion, the witch and the wardrobe 🦁🧙🚪
currently watching: abbott elementary 🏫 and η κραυγή 🐺 (καραδήμου 😔)
currently reading: babel by r. f. kuang 🎓, the brothers karamazov by fyodor dostoyevsky 👨‍👨‍👦‍👦 and the hidden life of trees by peter wohlleben 🌳 (audiobook) 📚
current obsession: the crows 💙 six of crows 💙 kanej 💙
tagging!!! if you want: @tovezza @catboyhammerandsickle @andromacheflint @fleur-d-or @matchas @glowcowboy @raqhaelia @loukoumia @noheadthoughtsemptyig @byrons @sotiriabellou and anyone else who wants to do it!
9 notes · View notes