Tumgik
#απάθεια
bocadosdefilosofia · 1 year
Text
Tumblr media
«Como no sabía absolutamente nada sobre la forma de cultivar los viñedos y los árboles, al ver casualmente a un vecino que estaba cortando las zarzas que habían crecido a lo alto y a lo largo, podando los fresnos casi hasta el extremo de la copa, arrancando de las raíces de las cepas los brotes de las vides que se habían desplegado por el suelo y cortando los renuevos alargados y derechos de los árboles frutales y de los olivos, se acercó y le pregunto por qué hacia una tala tan grande de madera y ramas. El vecino le respondió: ‘Para que el campo quede desbrozado y limpio y sean mas fértiles los árboles y las vides que hay en el’. El tracio le da las gracias al vecino y se aleja contento, como si hubiera aprendido el arte de la agricultura. Aquel hombre desdichadamente ignorante coge entonces un hacha y una hoz y tala todas sus vides y sus olivos, corta las esplendidas copas de los árboles y los ubérrimos sarmientos de las parras y arranca todos los planteles y brotes, que prometían una gran producción de frutos y cosechas, junto con las zarzas y abrojos, para limpiar el campo, pagando un triste precio por su temerario aprendizaje y actuando de modo erróneo por fiarse de una imitación equivocada. De igual modo —concluyó Herodes—, esos defensores de la impasibilidad, que quieren parecer tranquilos, serenos e imperturbables, al carecer de deseos, no experimentan dolor alguno, no se irritan, no se alegran y, una vez cercenados todos los impulsos vehementes del espíritu, envejecen en la indolencia de una vida inactiva y como enervada.»
Aulo Gelio: Noches áticas, II, Libro XIX. Universidad de León, págs. 247-248.  León, 2006
TGO
@bocadosdefilosofia
@dies-irae-1
7 notes · View notes
velosvelos · 1 year
Link
0 notes
daimewdis · 9 months
Text
Γυναικοκτονία
Πριν την υποτίμηση, την απομακρύνει
απ’ τον περίγυρο και την απομονώνει.
Της επιβάλλεται, δεν έχει καμιά γνώμη
μετά το χτύπημα ζητάει συγνώμη.
Προσπαθεί να καλύψει τις ουλές της.
Προσποιούμενη πως θα κλείσουν οι πληγές της.
Τα μάτια της πρησμένα απ’ το κλάμα.
Κανείς να μην καταλάβει το δράμα.
Έρχεται σε σύγκρουση, ξανά και αμύνεται.
στα πατώματα με μώλωπες φθείρεται.
Επαναλαμβάνεται η συγνώμη του,
μα η απάθεια στο πρόσωπο της δεν κρύβεται.
Οι φωνές ακούγονται στη γειτονιά,
τα μάτια ανοιχτά και τα αυτιά σφραγίσανε.
Ξανά και ξανά τα ουρλιαχτά
πως θα βγει απ’ τον εφιάλτη που βίωνε;
Καταφέρνει να πάρει το 100, και της απαντάνε:
“Κάνε υπομονή ηρέμησε όλα λύνονται.”
Θέλει να φύγει, να ξεφύγει μα το σπίτι
που είχε ονειρευτεί έγινε φυλακή.
Μετά το πρώτο χαστούκι,
έρχεται ο ξυλοδαρμός και η υποταγή.
Την πιάνει βίαια απ’ το λαιμό
και της λέει μην βγάλεις κιχ.
Με τα ίδια χέρια που κάποτε της έδινε στοργή.
Βουίζει το κεφάλι της κοντεύει να εκραγεί.
Υπήρχαν σημάδια όμως τα αγνοούσε,
Πως μέχρι εκεί ήταν πως άλλο δεν θα τραβούσε.
Είχε γίνει μιά συνήθεια, κι όλο παρακαλούσε
να σταματήσει και πιο δυνατά την χτυπούσε.
Δίχως οίκτο, Με δολοφονικό ύφος.
Στα βήματα του, μαρμαρώνει,
αισθάνεται το ρίγος, και σφίξιμο στο στήθος.
Θολώνει, το χέρι ξανά υψώνει.
Οι κραυγές πιο δυνατές απ’ τις δυνάμεις
που της είχαν απομείνει.
Κάθε μέρα και πιο κοντά
η ανάσα της να σβήνει.
Μα αντοχές δεν είχαν μείνει.
αιμόφυρτη στο πάτωμα την ρίχνει.
Καταφέρνει να κάνει για ακόμα μια φορά κλήση…
Μα…
Ζω σε μιά κοινωνία που η αστυνομία δρα αφότου γίνει η γυναικοκτονία.
Πόση ειρωνεία; Πόση ειρωνεία;
Θα οδηγηθείς σε δολοφονία, διεκδικώντας την ελευθερία.
Καμιά "κακιά στιγμή" δεν ήρθε τυχαία στην πατριαρχία.
-Δαιμεώδης
31 notes · View notes
Text
Δε θέλω να μας καταπιεί η συνήθεια της εποχής μας Αυτή η αποξένωση Η τυπικότητα Η απάθεια Έχω συνηθίσει να σε αγαπώ από μακριά Έτσι βουβά, κρυφά, πολύ Παρά πολύ Έτσι που επιτρέπω στις συνθήκες να μας περιγελούν Όπως η λιακάδα πριν τη βροχή Έντονη και λίγη Πολύ λίγη Όσο και η ζωή μπροστά σου Τι να μου κάνουν χίλιες ζωές μάτια μου Αν όλες σε έχω κοντά μου μα όχι πλάι μου Αφού σαι το φως με στο σκοτάδι μου Για αυτό και κει κρυφτό παίζω ακόμη Για τις στιγμές που με βρίσκεις ενώ μετρώ αντίστροφα σα μικρό παιδί Κάθε που πλησιάζεις ξανά ζεσταίνομαι Το ψύχος άξιζε τελικά Θυμάμαι τα πάντα από εμάς Εσένα να γελάς Να με ηρεμείς με ένα σου χάδι Θυμάμαι εμάς να ερωτευόμαστε κάτω απ' τον ήλιο και τα άστρα Εμάς να τρώμε, να πίνουμε, να χορεύουμε να γελάμε, να κλαίμε, να κοιμόμαστε Θυμάμαι εσένα και εμένα Εσένα με εμένα Θυμάμαι εμάς και ζω Μα θυμάμαι εμάς και πεθαίνω Έχουν περάσει τα χρόνια και στο μυαλό μου όλα φρέσκα και έντονα σα χθες Πόσο μου λείπει η αγκαλιά σου, να αράζουμε μαζί Να σε θαυμάζω σε κάθε τι Τα καμώματα σου, τη γκρίνια μου, τις γκριμάτσες σου, τα άγχη μας Τόσα χρόνια μετά ακόμα για σένα μιλώ Για εσένα και για εμένα Σε γνωστούς, σε αγνώστους, σε θάλασσες και βουνά Στο ορκίζομαι υπάρχουν βότσαλα που σε ξέρουν με το όνομα σου πια Και ας μη τα πάτησες πότε σου Πόσο θα θελα μια αγκαλιά σου, μόνο δικιά σου Κανείς δε με άγγιξε όπως εσύ Και είναι άδικο Αυτή η καρδιά ακόμη να διχάζεται τόσο έντονα Εσένα ή εμένα? Εμάς.
94 notes · View notes
justforbooks · 5 months
Text
Tumblr media
Τον Ιανουάριο του 1975, ένας σαραντάχρονος, μικροκαμωμένος, διοπτροφόρος δημοσιογράφος ξεκινούσε στο δεύτερο κανάλι της γαλλικής τηλεόρασης μια εκπομπή που έμελλε να πάρει διαστάσεις θρύλου. Γιος αγροτών, λάτρης του καλού κρασιού και φανατικός θεατής αγώνων ποδοσφαίρου, ο Μπερνάρ Πιβό (1935-2024) πέτυχε με τις «Apostrophes» («Αποστροφές») κάτι που ακόμα και σήμερα μοιάζει ακατόρθωτο: επί μια δεκαπενταετία κρατούσε ενήμερους τους συμπατριώτες του για την εκδοτική παραγωγή, παροτρύνοντάς τους ν’ αγοράσουν βιβλία και, κυρίως, να τα διαβάσουν.
Ο ίδιος δεν ήταν ούτε κριτικός ούτε συγγραφέας. Το τελευταίο ίσως θα το ήθελε πολύ, αλλά η αδυναμία του δεν τον δηλητηρίασε με απογοήτευση ή πικρία. Αντίθετα, τον προίκισε με θαυμασμό και περιέργεια για εκείνους που γράφουν.
Ο Πιβό λειτουργούσε απλώς ως δημοσιογράφος. Κι όπως στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων εκτίθενται πρωτόλεια, έργα επικαιρικά, βιβλία ενδιαφέροντα μεν αλλά αποτυχημένα, έτσι και από το σαλόνι των «Apostrophes» πέρασαν συγγραφείς που δεν στέκονταν στο ύψος του Ναμπόκοφ, του Νόρμαν Μέιλερ ή της Γιουρσενάρ. Το σίγουρο, ωστόσο, είναι πως η εκπομπή του Πιβό, με αφορμή πάντα κάποια βιβλία, κατέγραψε όλα τα πάθη, τα ερωτήματα, ακόμα και τα ευτράπελα μιας εποχής.
Όταν με δική του πρωτοβουλία ο κύκλος των «Apostrophes» έκλεισε, τη σκυτάλη πήρε μια καινούργια εκπομπή, με τίτλο «Bouillon de culture» («Πολιτιστική σούπα»). Σ’ αυτήν, μεταξύ 1991-2001, ο Πιβό ανακάτευε τη λογοτεχνία με τον κινηματογράφο και τον χορό, και τα εικαστικά με τη μουσική και το θέατρο, χωρίς όμως να σαγηνεύει τα πλήθη που τον παρακολουθούσαν παλιότερα. Τι συνέβη; Είχε χάσει την ικανότητα να συνθέτει πάνελ ομιλητών; Δεν έκανε με την ίδια όρεξη τη δουλειά του; Δεν αντλούσε ενδιαφέρον υλικό από την πολιτιστική επικαιρότητα; Ή μήπως είχε αλλάξει γλώσσα και δεν απευθυνόταν πια στον μέσο τηλεθεατή;
Κάθε άλλο. Η «Πολιτιστική σούπα» αποτελούσε όαση στη γαλλική τηλεόραση και κάθε βδομάδα τροφοδοτούσε τον Τύπο με ειδήσεις και ευνοϊκά σχόλια. Γιατί η θεαματικότητά της, σε σχέση με την προηγούμενη εκπομπή του Πιβό, είχε πέσει στα μισά; Για τον ίδιο η απάντηση ήταν απλή: έφταιγε η ώρα προβολής της. Οι «Αpostrophes» ξεκινούσαν μεταξύ εννιά με εννιάμισι, ενώ η «Πολιτιστική σούπα» γύρω στις έντεκα το βράδυ. Στην αρχή της βραδιάς, οι πιθανότητες συνάντησης ενός χαρισματικού παρουσιαστή μ’ ένα περιφερόμενο, ακαθόριστο και μάλλον επιφυλακτικό κοινό είναι πολύ περισσότερες. Αυτήν την ώρα μπορεί κανείς να στρατολογήσει οπαδούς της ανάγνωσης, του θεάτρου ή της μουσικής. Πιο αργά, όμως, όσο πλησιάζουν μεσάνυχτα, στήνονται μπροστά στην οθόνη μόνο οι φανατικοί, οι «ψωνισμένοι» με την κουλτούρα. Οι εκ των προτέρων πεπεισμένοι.
Από την εποχή που ξεκίνησε ο Πιβό την τηλεοπτική του καριέρα ως το τέλος των '90s, είχαν έρθει τα πάνω κάτω (και) στο γαλλικό οπτικοακουστικό πεδίο. Η ιδιωτικοποίηση του TF1 το 1986 και η δημιουργία ιδιωτικών καναλιών επέφεραν ριζικές αλλαγές στον τηλεοπτικό χάρτη. Ο ανταγωνισμός των σταθμών, η αναζήτηση διαφημιστικών εσόδων όχι μόνο από τα ιδιωτικά αλλά και από τα κρατικά κανάλια, και η δικτατορία των μετρήσεων θεαματικότητας υπέσκαψαν την ποιοτική στάθμη των εκπομπών και εξόρισαν τις πολιτιστικές εκπομπές στις μεταμεσονύχτιες ώρες.
Μοναδικός ίσως επιζών της «απορρύθμισης», πιστός στην Αntenne 2 (το δεύτερο κρατικό κανάλι), παρά τις δελεαστικές προσφορές που δέχτηκε κατά καιρούς για να το εγκαταλείψει, ο Μπερνάρ Πιβό αποφάσισε τo 1998 να περάσει στην επίθεση. Και το έκανε γραπτώς, μ’ έναν λίβελο, επιπλήττοντας τις νοικοκυρές κάτω των πενήντα ετών –το target group στο οποίο απευθύνονταν οι διευθυντές προγράμματος για ν’ αυξήσουν τα διαφημιστικά έσοδα των σταθμών τους– για την απάθεια που επιδεικνύουν καταναλώνοντας φτηνές εκπομπές, οι οποίες υποτίθεται πως ανταποκρίνονται στα χαμηλά τους γούστα.
Το βιβλίο του –εξαντλημένο προ πολλού, δυστυχώς– «Αμήχανοι θεατές» (μτφρ. Ελένη Ψυχούλη, Λιβάνης) ήταν σαν τις εκπομπές του, ανάλαφρο και ταυτόχρονα διεισδυτικό. Ακόμα κι αν το εύρημα της επίπληξης των «νοικοκυρών κάτω των πενήντα ετών» μπορεί να θεωρηθεί από κάποιους ατυχές ή κακόγουστο, ο προβληματισμός του Γάλλου δημοσιογράφου για την παιδευτική λειτουργία της τηλεόρασης και για την τύχη των εκπομπών που στοχεύουν στην καλλιέργεια του κοινού παραμένει σημαντικός. Πόσο μάλλον όταν προέρχεται από έναν άνθρωπο που απεχθανόταν όσο τίποτε άλλο τους διανοούμενους που μεμψιμοιρούν για τα χάλια της τηλεόρασης επειδή δεν έχουν αντιληφθεί τι είναι τελικά αυτό το μέσον και σε τι χρησιμεύει.
Ο Πιβό γνώριζε καλά ότι η τηλεόραση δεν είναι παντοδύναμη κι ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο όλες τις μορφές της τέχνης και της επιστήμης. Είχε επίσης συνείδηση ότι, όσον αφορά τις νέες γενιές, η κουλτούρα έχει χάσει την παλιά της αίγλη, ότι φαντάζει λιγότερο απαραίτητη στην ολοκλήρωση της ύπαρξης. Αντιλαμβανόταν ότι οι νέοι αρνούνται να παραδώσουν τη σκυτάλη της πολιτιστικής τους έκφρασης στην τηλεόραση, ότι δεν περιμένουν το «κουτί» για να τους εξηγήσει τον κόσμο ούτε να τους διαφωτίσει για τις συμπεριφορές και τα γούστα τους.
Ο λόγος για τον οποίο εξεγέρθηκε ο Πιβό ήταν επειδή όλοι –ακόμα και οι επικεφαλής των κρατικών καναλιών– είχαν καταθέσει τα όπλα στον βωμό των αριθμών: «Αντί να διαμορφώσουμε το γούστο του κοινού, προλάβαμε τις επιθυμίες του. Αντί να το ταράζουμε κάθε τόσο με κάτι το απρόβλεπτο, το παρακινδυνευμένο, το κολακέψαμε με εύκολες λύσεις. Ας έχουν χάρη η τηλεθέαση και η διαφήμιση που μας έκοψαν κάθε φόρα για τόλμη στις ζώνες υψηλής θεαματικότητας». Τα βέλη του μάλιστα δεν τα εκτόξευε γενικώς και αορίστως. Στις σελίδες του βιβλίου του, υπουργοί, βουλευτές και γερουσιαστές, επιχειρηματίες και στελέχη καναλιών, όλοι έχουν την τιμητική τους.
Σύμφωνα με τη γνώμη του διαπρεπούς κοινωνιολόγου Ντομινίκ Βολτόν –την οποία μνημονεύει ο Πιβό στους «Αμήχανους θεατές»–, η τηλεόραση είναι η μόνη δραστηριότητα που μοιράζονται όλες οι κοινωνικές τάξεις και όλες οι ηλικίες, η μόνη που συντελεί στη δημιουργία δεσμού ανάμεσα στα περιβάλλοντα. Καθώς το κοινωνικό ρήγμα διευρύνεται συνεχώς λόγω της οικονομικής κρίσης, της επέκτασης της ανεργίας και του ξέφρενου αγώνα για περισσότερο κέρδος, όσο η τηλεόραση παίζει τον ρόλο του καθρέφτη που επιτρέπει τη συνάντηση της μεγάλης πλειονότητας των κοινωνικών στρωμάτων τόσο περιορίζει τον αποκλεισμό εκείνων που αισθάνονται στο περιθώριο της κοινωνίας. Ο Βολτόν ήδη προέβλεπε ότι σ’ ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον κάθε τηλεθεατής, απομονωμένος στο ιδιωτικό του σύμπαν, θα έχει πρόσβαση στο καλωδιακό κανάλι που θα προβάλλει τα εξειδικευμένα προγράμματα που τον ενδιαφέρουν. Μόνο τα μη ειδικά κανάλια με τα ποικίλα και διαφοροποιημένα προγράμματά τους, υποστήριζε, μπορούν να συντελέσουν στη δημιουργία κοινωνικού δεσμού.
Ωστόσο, όπως παρατηρούσε ο Πιβό, αυτά τα μη ειδικά κανάλια λειτουργούν με τους αμείλικτους όρους της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού, πριμο��οτούν φτηνές εκπομπές τύπου reality show, εξορίζοντας από τα προγράμματά τους τον πολιτισμό: «Η τηλεθέαση εκμεταλλεύτηκε αυτό το δημοκρατικό και κοινωνικό, σχεδόν πατριωτικό άλλοθι που της προσέφερε ο περίφημος “κοινωνικός δεσμός” για να επιβάλει λιγάκι παραπάνω τους δικούς της νόμους, σε βάρος φυσικά της κουλτούρας». Κι από τη μεριά του επέμενε ότι μακροπρόθεσμα η ταυτότητα ενός έθνους σμιλεύεται περισσότερο μέσα από τις κοινές πολιτισμικές πρακτικές και την αλληλεπίδραση των πατροπαράδοτων αξιών και των σύγχρονων έργων, παρά μέσα από τις εξομολογήσεις των ανθρώπων της διπλανής πόρτας που εκθέτουν δημόσια τη δυστυχία ή την «τρέλα» τους.
Τι πρότεινε τελικά ο Πιβό στις… νοικοκυρές κάτω των πενήντα ετών μέσα από τον λίβελό του; Ν’ αντισταθούν, φυσικά. Να διαψεύσουν τα προγνωστικά των επικεφαλής του μάρκετινγκ και να μην παραδίδονται στις εκπομπές που απευθύνονται ειδικά σ’ εκείνες. Τις καλούσε να ανακαλύψουν τις χαρές που στερούνται εξαιτίας της ρουτίνας, ν’ απελευθερωθούν από το «κουτί», να ονειροπολήσουν. Όπως αποδείχτηκε, ήταν ένας από τους τελευταίους ρομαντικούς.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
6 notes · View notes
stars-gazer · 9 months
Text
Ο κατακλυσμός της ύπαρξης
Τον ήλιο που ζεσταίνει κάθε σου κύτταρο
Τη σιωπή σου, που 'χει κολλήσει τα χείλη της στα δικά σου
Τον αέρα που ξεδιάντροπα σε χαϊδεύει σε κάθε ευκαιρία
Τα βιβλία που κρατάς, όσο μονοπωλούν τα χέρια σου
και τα γράμματα τους που κυριεύουν το βλέμμα σου
Τη γη, που περιμένει κάθε σου βήμα,
σαν ευχή το πεφταστέρι
Να, όλα αυτά ζηλεύω κι άλλα τόσα
και πρέπει αυτό να το διαχειριστώ σε κάθε λέξη, πράξη ή σκέψη μου
Έτσι για να μη λες πως στέκομαι με μια κάποια απάθεια
μπρος στον κατακλυσμό της ύπαρξής σου
6 notes · View notes
kontargiri-blog · 2 years
Text
Θόρυβος επικρατεί στο μυαλό μου.
Ήσυχος θόρυβος...
Πολλές φορές με τρομάζει αλλά μοιάζει ψεύτικο.
Νιώθω ψεύτικη...
Τίποτα από αυτά που νιώθω δεν είναι αληθινό.
Δεν νιωθω την αλήθεια...
Δεν ξέρω γιατί, και με τρομάζει.
Όμως τον αγαπώ τον τρόμο μου...
Όσο αγαπώ και την απάθεια μου...
7 notes · View notes
athhenaa · 2 years
Text
Λέω συνεχώς πως δε νιώθω κάτι για σένα αλλά συνεχίζεις να μου προκαλείς ένα άγχος κι ένα σφίξιμο στο στομάχι.
Δεν είχαμε κάτι μεταξύ μας. Τίποτα πέρα από καθημερινές διαμάχες, μεταξύ σοβαρού και αστείου, και ένα μεθυσμένο φιλί.
Ένιωθα τόσο έντονα. Το αλκοόλ να κυλάει στης φλέβες μου και το χασίς να έχει καταβάλει τον οργανισμό μου ολόκληρο σε σημείο που παραλύω στα χέρια σου. Γιατί νιώθω τόσα αρνητικά πράγματα για εσένα αλλά εκείνη τη στιγμή σε ήθελα τόσο. Αλλά μου έβγαζες τέτοια απάθεια τόσο καιρό. Μα σε φίλαγα. Και με φίλαγες. Και τα χέρια μας ακουμπούσαν μεταξύ τους. Και τα τύλιξα δειλά γύρω σου.
Όλο αυτό κράτησε λίγα λεπτά, μα ένιωθα λες και ήταν ώρες. Ώσπου με απομάκρυνες γιατί έπρεπε να φύγεις.
Μα ξαναγύρισες και με τράβηξες πάνω σου για ένα στιγμιαίο φιλί. Κι εγώ έμεινα εκεί, χωρίς τα γόνατα μου να με κρατάνε. Να σε κοιτάω να φεύγεις. Και να νιώθω σα να μου χτύπαγε ο έρωτας την πόρτα πρώτη φορά απ’ την αρχή.
Ενώ αυτό δεν ήταν έρωτας. Ή οτιδήποτε που να έμοιαζε. Ήταν απλά μια εξάρτιση. Μια δίψα για επιβεβαίωση και ένας τρόπος να ξεχαστώ από άλλα πράγματα. Μια αφορμή να ξεφύγω απ’ τη ρουτίνα. Μια καθημερινή αντιλογία μεταξύ δυο τελείως διαφορετικών ανθρώπων που με νεύρα πετάνε αναπτήρες, ανάβοντας φλόγες και παίζοντας παιχνίδια.
Στην αρχή δεν ήταν τίποτα παραπάνω από έντονα βλέμματα, διπολικές συμπεριφορές, δήθεν τυχαία αγγίγματα, τράκες και χέρια περασμένα στους ώμους. Μα ταυτόχρονα έντονος θυμός, λεκτικές επιθέσεις και ειρωνία. Και νιώθω πως δε θέλω να σε ξέρω.
Ενώ δεν πόνεσα για σένα. Δεν σε θέλω, δε νιώθω τίποτα. Δε με νοιάζει με ποια είσαι και που. Ή έτσι λέω
Δεν ξέρω.
Μίλαγα συνεχώς για τα νεύρα που μου προκαλούσες αλλά και για το πόσο εσύ ο ίδιος με ηρεμούσες. Γιατί λύγισα μπροστά σου. Έτρεμα, έκλαιγα. Ξέσπασα. Και δεν μ’ άφηνες με τίποτα μόνη μου. Όσο και να επέμενα αλλά στην πραγματικότητα δεν ήθελα στιγμή να φύγεις. Απλά μόνο να μη με δεις έτσι.
Γιατί όταν με κοιτάς καρφί στα μάτια, στην προσπάθεια να μου μιλήσεις σοβαρά χάνομαι. Ενώ ξέρω πως δε νοιάζεσαι. Ενώ ξέρω πως τα έλεγες απλά για να τα πεις.
Αλλά δε ξέρω τι άλλο να κάνω. Ξέρω πως στο μεταξύ μας έχεις το πάνω χέρι και φοβάμαι για το πως θα καταλήξει.
9 notes · View notes
Text
Πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα, εάν επικεντρωνόμασταν στην ευγένεια του ενός απέναντι στον άλλον;
Πόσο πιο εύκολη θα ήταν, άραγε, η ζωή μας, εάν δεν κοιτούσαμε μόνο την προσωπική μας ευτυχία, αλλά και των γύρω μας, των ανθρώπων που ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή, εκείνους που συναντάμε τυχαία στον δρόμο, στο λεωφορείο, στο μετρό, στην εργασία μας;
Ένα χαμόγελο, μια γλυκιά κουβέντα, μια απλή αλλά ζωτικής σημασίας "καλημέρα";
Ήμουν στην παραλία και μια φανερά αγχωμένη σερβιτόρα, κοντά στην ηλικία μου, με κοιτούσε εδώ και ώρα.
Παρήγγειλα κάτι, το έφερε και φεύγοντας πήρε το θάρρος και πολύ ευγενικά και καλοσυνάτα μου είπε : "Εντωμεταξύ, τί όμορφα που είναι τα μαλλιά σου.."
(μη σημαντική γενική πληροφορία, αλλά έχει σημασία για την εξέλιξη της ιστορίας και του μηνύματος που προσπαθώ να περάσω : τα μαλλιά μου είναι εντελώς φυσικά, καστανά, και μακριά μέχρι τη μέση μου.)
Πιάσαμε συζήτηση για μερικά λεπτά, όσον αφορά το πώς μακραίνουν και άλλες γενικολογίες που την έκαναν να νιώθει φανερά πιο ��νετα απέναντι μου.
Όταν ��ταν ώρα να επιστρέψει στο πόστο της, μου χαμογέλασε και μου είπε "σαν γοργόνα είσαι", γελάσαμε, την ευχαρίστησα και έφυγε.
Το κείμενο αυτό, είναι αφιερωμένο σε εκείνη, που μου έφτιαξε τη διάθεση με ένα απλό αλλά μεγάλης σημασίας για εμένα σχόλιο, όντας και γω αρκετά εσωστρεφής και ντροπαλή.
"Ναι ρε Πανδώρα και που θες να καταλήξεις;"
Στο ότι δεν είμαστε προγραμματισμένοι να ζούμε στην αποξένωση και στη μιζέρια. Όποιος και αν κρύβεται πίσω από την πλέον επικρατούσα κατάσταση του αυξημένου εγωισμού μας και της απάθειας του ενός για τον άλλον, αρνούμαι να πιστέψω ότι θα επικρατήσει και θα μας χωρίσει.
Είναι στη φύση μας να αγαπιόμαστε και να θέλουμε το καλό του συνανθρώπου μας, και καθημερινά πονάω ολοένα και περισσότερο, όταν βλέπω ότι λίγο λίγο κάθε μέρα αυτό τους αφήνουμε να μας το στερούν.
Να είστε ευγενικοί, να γελάτε, να τρέχετε και να παίζετε σαν παιδιά, και όταν δείτε έναν όμορφο άνθρωπο, ή κάτι όμορφο/αξιοσημείωτο επάνω σε κάποιον, κάντε του το ρημάδι το κοπλιμέντο, μη μασάτε.
Μπορεί να του φτιάξετε και τη μέρα.
Σε εσένα, λοιπόν, κορίτσι μου, που άφησες τις ντροπές και χωρίς να έχεις να κερδίσεις τίποτα, ήρθες και έβαλες και συ το λιθαράκι σου, στο να φτιάξει το μέσα μου λίγο παραπάνω σήμερα.
Μην ακούτε τι πάνε να σας πλασάρουν.
Η απάθεια ΔΕΝ είναι κουλ.
Η αδιαφορία ΔΕΝ είναι κουλ.
Ο εγωισμός ΔΕΝ είναι κουλ.
Κουλ είναι, να πολεμάς για την ανθρώπινη φύση σου, σε έναν κόσμο που προσπαθούν να σου την στερήσουν, να σε κάνουν να την ξεχάσεις και να ζεις μόνο για σένα.
Στην τελική, από το ίδιο χώμα έχουμε φτιαχτεί και αυτό δεν το αναιρεί κανένας, μέχρι ο κόσμος να τελειώσει. Είμαστε ο ίδιος πηλός, λίγο διαφορετικά πλασμένος, αλλά με τις ίδιες ομορφιές και αδυναμίες.
Γίνε η σερβιτόρα που δεν φοβάται να δείξει ότι είναι άνθρωπος και πες μια καλή κουβέντα, βγες από το ινσταγκραμ και ζήσε, γιατί είμαστε ο ένας για τον άλλον και στο τέλος της ημέρας, ο ένας τον άλλον έχουμε.
Πανδώρα.
2 notes · View notes
dipolis · 2 years
Photo
Tumblr media
Αναρωτιέμαι αν υπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία από την υποχρέωση στην ευτυχία. Για πολλ@ από εμάς, οι μέρες των Χριστουγέννων φέρουν μνήμες δυσθεώρητες και ασήκωτες, τραύματα σωματικά και ψυχικά. Και αν η μία οπτική είναι πως αυτή η μικρή διαφυγή από την καθημερινότητα, το σπίτι που φοράει τα καλά του, λίγη κανέλα και γαρύφαλλο, λίγοι φίλοι, λίγη παραπάνω αγάπη, βοηθάνε στην επούλωση, η άλλη είναι πως το χριστουγεννιάτικο δέντρο, τα λαμπάκια και τα μελομακάρονα, μπορούν να μετατραπούν και σε μαχαίρι που στρίβει η εποχή διαστροφικά μέσα μας μέχρι να πιάσει μεδούλι. Ισορροπούμε οι περισσότερ@ κάπου ανάμεσα. Ανάμεσα στη θλίψη και τη χαρά, τη γιορτή και τη μελαγχολία, την υγεία και την ασθένεια, την απάθεια και την αγάπη. Βαδίζουμε ακροβατικά ντυμέν@ με στρας και κόκκινα κραγιόν σε ένα τεντωμένο σχοινί από χρωματιστά λαμπάκια. Και από κάτω μας χάσκει κενός ο χρόνος. Υπομονή Σαρλότ μου, μέρες είναι, θα περάσουν. ❤️🙏 #myplace #mybestfriend #christmasblues🎄 https://www.instagram.com/p/CmY-RWEICE55J5DHo-OJqGQG7WVTny3kL0caqw0/?igshid=NGJjMDIxMWI=
3 notes · View notes
Text
Οι βασικοί κανόνες της Ζωής σύμφωνα με τους Κυνικούς
Στην, ηθελημένη ή όχι, παραποίηση ή έκπτωση πολλών λέξεων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου, η σύγχρονη ανθρωπότητα οπωσδήποτε χάνει πολλά. Ανάμεσα σε αυτές τις πάμπολλες λέξεις (αφέλεια, απάθεια, φιλία, θεός, δημοκρατία και δεκάδες άλλες), στέκει και η λέξη «Κυνικός» ή “Κυνικοί”. Η οποία, προς ατυχία εκατομμυρίων ανθρώπων που οι Μούσες και η Φιλοσοφία δεν τους τίμησαν […] Οι βασικοί κανόνες της Ζωής…
0 notes
thoughtfullyblogger · 2 months
Text
Οι βασικοί κανόνες της Ζωής σύμφωνα με τους Κυνικούς
Στην, ηθελημένη ή όχι, παραποίηση ή έκπτωση πολλών λέξεων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου, η σύγχρονη ανθρωπότητα οπωσδήποτε χάνει πολλά. Ανάμεσα σε αυτές τις πάμπολλες λέξεις (αφέλεια, απάθεια, φιλία, θεός, δημοκρατία και δεκάδες άλλες), στέκει και η λέξη «Κυνικός» ή “Κυνικοί”. Η οποία, προς ατυχία εκατομμυρίων ανθρώπων που οι Μούσες και η Φιλοσοφία δεν τους τίμησαν […] Οι βασικοί κανόνες της Ζωής…
0 notes
greekblogs · 2 months
Text
Οι βασικοί κανόνες της Ζωής σύμφωνα με τους Κυνικούς
Στην, ηθελημένη ή όχι, παραποίηση ή έκπτωση πολλών λέξεων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου, η σύγχρονη ανθρωπότητα οπωσδήποτε χάνει πολλά. Ανάμεσα σε αυτές τις πάμπολλες λέξεις (αφέλεια, απάθεια, φιλία, θεός, δημοκρατία και δεκάδες άλλες), στέκει και η λέξη «Κυνικός» ή “Κυνικοί”. Η οποία, προς ατυχία εκατομμυρίων ανθρώπων που οι Μούσες και η Φιλοσοφία δεν τους τίμησαν […] Οι βασικοί κανόνες της Ζωής…
0 notes
Text
Οι βασικοί κανόνες της Ζωής σύμφωνα με τους Κυνικούς
Στην, ηθελημένη ή όχι, παραποίηση ή έκπτωση πολλών λέξεων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου, η σύγχρονη ανθρωπότητα οπωσδήποτε χάνει πολλά. ��νάμεσα σε αυτές τις πάμπολλες λέξεις (αφέλεια, απάθεια, φιλία, θεός, δημοκρατία και δεκάδες άλλες), στέκει και η λέξη «Κυνικός» ή “Κυνικοί”. Η οποία, προς ατυχία εκατομμυρίων ανθρώπων που οι Μούσες και η Φιλοσοφία δεν τους τίμησαν […] Οι βασικοί κανόνες της Ζωής…
0 notes
justforbooks · 1 year
Text
Tumblr media
ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΦΤΑΣΕΙΣ σ’ ορισμένα βιβλία, πρέπει να ξεπεράσεις ένα σωρό σκοπέλους. Παράδειγμα, το «Σκοτεινό ποτάμι» του Ντένις Λεχέιν. Όταν κυκλοφόρησε στα ελληνικά (2003), οι σκόπελοι ήταν δύο: η ομώνυμη ταινία του Κλίντ Ίστγουντ (όσοι την είχαν δει γνώριζαν ήδη τη λύση του μυστηρίου) και το γεγονός ότι κυκλοφορούσε από τα Βell (η καχυποψία απέναντι στα μπεστ-σέλερ περιπτέρου έμοιαζε ακλόνητη).
Σήμερα υπάρχει ένας σκόπελος ακόμη: πρέπει να ψάξεις σε παλαιοβιβλιοπωλείο ή να το δανειστείς γιατί έχει εξαντληθεί. Ωστόσο, αξίζει να το προσπαθήσει κανείς. Όπως είχε γραφτεί στην «Guardian», δεν πρόκειται απλώς για ένα υποδειγματικό θρίλερ αλλά για «ένα συνταρακτικό πορτρέτο σημαδεμένων ανθρώπων, δοσμένο με μοναδικό σφρίγος και χωρίς ίχνος ψεύτικου συναισθηματισμού».
Από τους πιο καταξιωμένους πλέον υπηρέτες του crime fiction –μαζί με τον Μάικλ Κόνελι και τον Τζορτζ Πελεκάνο–, ο Ντένις Λεχέιν ξέρει πολύ καλά πώς να σε κρατάει σε αγωνία. Ξεκινώντας το «Σκοτεινό ποτάμι» (μετ. Α. Καλοφωλιάς) γρήγορα μπαίνεις στον πειρασμό να το ξεπετάξεις για να δεις πώς επιτέλους λύνεται ο γρίφος, ποιος έχει διαπράξει ποιο έγκλημα και γιατί. Το ίδιο γρήγορα όμως νιώθεις τις φράσεις να σ’ αιχμαλωτίζουν και τη θλίψη που τυλίγει τους ήρωες να σε διαπερνά. Κι έτσι, κατεβάζεις ταχύτητα κι αρχίζεις να περιδιαβαίνεις τις φτωχογειτονιές της Βοστώνης, να χώνεσαι σε λιγδιασμένα καθιστικά και αποπνικτικά μπαρ, να μαθαίνεις για κρυφές πληγές και ανεπούλωτα τραύματα, ν’ αντιλαμβάνεσαι ότι η βία δεν γεννιέται μόνο από την απόγνωση αλλά και από την απάθεια, την απόλυτη, ανατριχιαστική αδιαφορία.
Κεντρικοί ήρωες στο «Σκοτεινό ποτάμι» είναι τρεις άντρες –ο Σον, ο Τζίμι και ο Ντέιβ– που ίσως παρέμεναν κολλητοί, αν ένα τραγικό περιστατικό δεν τους χώριζε όταν ήταν παιδιά. Μια μέρα του 1975, καθώς συναγωνίζονταν σε σκανδαλιές, δυο παιδεραστές που παρίσταναν τους αστυνομικούς παρέσυραν μαζί τους τον Ντέιβ υπό τα άβουλα βλέμματα των υπολοίπων. Ο μικρός κατάφερε να ξεφύγει και να επιστρέψει λίγες μέρες αργότερα στο σπίτι, δαχτυλοδεικτούμενος σ’ όλη τη γειτονιά. 
Εικοσιπέντε χρόνια μετά, εσωστρεφής όσο δεν παίρνει, ο Ντέιβ στηρίζει την οικογένειά του με χαμαλοδουλειές, ο ατίθασος Τζίμι έχει ματαλλαχθεί από σεσημασμένο κλεφτρόνι σε μικροαστό παντοπώλη και ο Σον –ανέκαθεν καλό παιδί– υπηρετεί ως ντετέκτιβ στο τμήμα ανθρωποκτονιών της Μασαχουσέτης. Η πρωτότοκη κόρη του Τζίμι έχει βρεθεί δολοφονημένη κι όλα δείχνουν πως ο Ντέιβ έχει τη φωλιά του λερωμένη…
Γιος Ιρλανδών μεταναστών, μεγαλωμένος κι ο ίδιος σε εργατικό περίχωρο της Βοστώνης, με σπουδές δημιουργικής γραφής στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Φλόριντα και …παρκαδόρος, σοφέρ ή βιβλιοπώλης με μακρά προϊστορία, ο Ντένις Λεχέιν, μ’ αυτό το έκτο στη σειρά μυθιστόρημά του που δημοσίευσε στα τριανταπέντε του, δικαίωσε όσους επέμεναν ότι είναι άξιος διάδοχος του Τσάντλερ και του Χάμετ.
Λιτό αλλά και κατά τόπους λυρικό, το «Σκοτεινό ποτάμι» ζωντανεύει έναν μικρόκοσμο όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους κι όλοι κρατούν από τους άλλους μυστικά, κι όπου οι καλές προθέσεις ακυρώνονται κάτω από το βάρος προηγούμενων σφαλμάτων ή ενοχών, πόσο μάλλον προηγούμενων εγκλημάτων.
Αντιπαθείς λεβεντο-γκάνγκστερ, ευαίσθητοι έφηβοι τσακισμένοι πριν την ώρα τους, γυναίκες με πάθος και πυγμή, πατεράδες αδύναμοι να επικοινωνήσουν με τους γιους τους, παιδιά κακοποιημένα ή αφημένα στην τύχη τους, φτωχοί που σνομπάρουν τους φτωχότερους αλλά δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν γιάπις, άντρες που σμπαραλιάζονται παίρνοντας εκδίκηση – ο Λεχέιν δίνει φωνή σε μια βεντάλια λευκών Αμερικανών καταδικασμένων να παλεύουν μάταια με τη μοίρα τους.
Το «Σκοτεινό ποτάμι» είναι ένα θρίλερ που θυμίζει αρχαία τραγωδία, ένα μυθιστόρημα που σου σκίζει την καρδιά.
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
3 notes · View notes
xionisgr · 3 months
Text
ISBN: 978-960-572-085-8 Συγγραφέας: Michele Serra Εκδότης: Ίκαρος Σελίδες: 120 Ημερομηνία Έκδοσης: 2015-11-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes