Tumgik
#περισσεύει
astratv · 1 year
Text
Όταν η αναισθησία περισσεύει σε Λαρισαίους οδηγούς
«Έτσι καθαρίζουν τα λάστιχα τους κάποιοι (επαγγελματίες οδηγοί) στον ποδηλατόδρομο της ΔΕΥΑΛ», επισημαίνει σε καταγγελία του στο onlarissa.gr αναγνώστης της εφημερίδας. Ασυνείδητοι οδηγοί δεν υπολογίζουν καν τους ποδηλάτες και τους δρόμους που φτιάχτηκαν μόνο για εκείνους στη Λάρισα και σπινιάροντας σε αυτούς (όπου δεν θα έπρεπε καν να βρίσκονται), τους γεμίζουν λάσπες και χώματα δημιουργώντας…
Tumblr media
View On WordPress
0 notes
adragonswitch · 2 months
Text
''Είναι κάτι γυναίκες, ρε φίλε, σκέτα Αερικά... Δεν μπορείς να τις πιάσεις... Δεν μπορείς να τις αγγίξεις... Φοβάσαι μην τυχόν και σπάσεις τα φτερά τους... Είναι αυτές οι γυναίκες που δεν προσπάθησαν ποτέ να γίνουν αντράκια, γιατι το επελεξαν...
Δεν τον θέλουν τον τίτλο, δεν τον γουστάρουν... Ξέρουν καλά τι θα πει γυναίκα... Ξέρουν καλά την ομορφιά, τον πόνο και την σιωπή που κρύβει η ουσία τους... Δεν ψάχνουν να ευνουχίσουν, δεν θέλουν να γκρεμίσουν... Ξέρουν να χτίζουν...
Ζωές, βάθρα, σπίτια... Ξέρουν και να γκρεμίζουν, μα επιλέγουν να μην το κάνουν... Όταν νιώσουν πως θέλουν να κάνουν την ζημιά, ρίχνουν μια ματιά, σκάνε ένα χαμόγελο και κλείνουν την πόρτα πίσω τους... Είναι κάτι γυναίκες ρε φίλε, που δεν χωράνε υποκοριστικά μέσα τους, παρά μόνο ένα κι αυτό θα το καταλάβεις μόλις τους το πεις... Δεν μπορείς να τις πεις γυναικάκια ή γυναικούλες... Δεν είναι...
Θα σε ακούσουν, θα σου δώσουν όχι από το περίσσευμά τους, αλλά από το έλλειμά τους... Δεν θα περιμένουν ποτέ να τους περισσεύει τίποτα για να στο δώσουν... Ούτε ψυχή, ούτε αγάπη, ούτε λεφτά... Κι όμως, ρε φίλε, από αυτό που τους λείπει, από εκείνο είναι πλούσιες...
Είναι κάτι γυναίκες, ρε φίλε, που τις μάχες που έδωσαν δεν θα τις μάθεις ποτέ...
Κι όσες φορές τις γκρέμισε η μοίρα τους, εκείνες στάθηκαν για λίγο χάμω, πήραν ανάσες, έγλειψαν τις πληγές τους, κοίταξαν στα μάτια και σηκώθηκαν ξανά... Γιατί αυτή είναι η διαφορά τους από τον σωρό... Δεν χωράνε σε γενικεύσεις και κατηγορίες... Δεν είναι αναμάρτητες κι αλάθητες... Μην τις ψάχνεις μέσα σε φωτοστέφανα και λευκά σύννεφα...
Δεν θα τις βρεις εκεί... Δεν είναι εκεί...
Για να πετάξουν ψηλά, σύρθηκαν πολλές φορές στην λάσπη... Την άγγιξαν... Τις λέρωσε, αλλά δεν λέρωσε το μέσα τους... Μην τις ψάχνεις μέσα σε αγγέλους και αγίους... Ούτε εκεί θα τις βρεις...
Το "μέσα" τους το κράτησαν καλά φυλαγμένο... Είναι γυναίκες που περνάνε από δίπλα σου σαν αέρας... Είναι γυναίκες που την μοναξιά την επέλεξαν, γιατί δεν τους αρέσει να ψωνίζουν από τα φτηνά καλάθια... Τίποτα φτηνό δεν θα βρεις μέσα τους... Δεν αγαπάνε τις εκπτώσεις στους ανθρώπους... Δεν θέλουν να συμβιβάσουν το θέλω τους... Είναι που λες, αυτές οι γυναίκες, που τις κόρες τους τις μεγαλώνουν για να γίνουν γυναίκες και τους γιούς τους αρσενικά... Είναι οι γυναίκες που δεν θα μπορέσεις ποτέ να αγοράσεις με καμιά πιστωτική και με κανένα πορτοφόλι... Δεν τις αφορά καν το θέμα... Είναι, ρε φίλε, εκείνες οι γυναίκες που δεν τις έχεις, τις κατακτάς...
Δεν έρχονται να σου παραδοθούν, τις κερδίζεις... Είναι εκείνες που θα γίνουν η ασπίδα σου και η ασφάλειά σου... Είναι εκείνες, φίλε, οι γυναίκες που θα νιώσεις την αύρα τους, πριν νιώσεις εκείνες... Είναι εκείνες που ο ήχος τους, είναι βαρύ ζεϊμπέκικο... Και δεν θα τις δεις ποτέ να το χορεύουν... Δεν έχουν τίποτα εύκολο, γι’αυτό και δεν δίνουν τίποτα εύκολα...
Είναι εκείνες που θα ξέρουν πάντα την αλήθεια και θα σου δίνουν το χώρο και το χρόνο και την δύναμη να φύγεις μακριά τους, για να ξέρουν πως το να μένεις, είναι επιλογή σου κι όχι ανάγκη...
Είναι,, τέλος, εκείνες που δεν θα φοβηθούν ποτέ να γίνουν παλιάτσοι και να τσαλακωθούν μπροστά σου... Δεν θα γίνουν ποτέ το χώμα να πατήσεις, αλλά θα στέκονται μισό βήμα πίσω σου για να σε βοηθήσουν να σηκωθείς όταν πέσεις... Δεν διστάζουν να μοιράσουν την καρδιά τους, αλλά δύσκολα θα σου ανοίξουν την ψυχή τους... Δεν θα τις δεις ποτέ να κρύβουν τα δάκρυά τους... Δεν προσποιούνται τις αγέρωχες και τις ατάραχες...
Δεν θα φορέσουν τον μανδύα της αξιοπρέπειας για να το παίξουν υπεράνω... Ό,,τι κάνουν, το κάνουν πολύ και απόλυτα...
Αγαπάνε πολύ, ερωτεύονται πολύ, κρατάνε τα σημάδια από το παρελθόν και πάνω τους ζωγραφίζουν το μέλλον... Περπατάνε από το σαλόνι στο λιμάνι και πίσω και ανήκουν όπου κι αν τις τοποθετήσεις, απλά γιατί έχουν μέσα τους τα πάντα... Είναι εκείνες που δεν θα σου ζητήσουν ποτέ τίποτα... Είναι εκείνες οι γυναίκες που έπαιξαν πολλές φορές στα ζάρια τα αισθήματα και την ζωή τους... Και τα επέτρεψαν όλα... Όλα, εκτός από το να ανήκουν... Γιατί ήξεραν καλά, πως αν σου ανήκουν, δεν θα υπάρχει επιστροφή...
Ανήκουν μια φορά... Μόνο...
Ακόμα και τότε, όμως, αν νιώσουν πως ο αέρας τους σε βαραίνει, θα ανοίξουν τα φτερά τους να πετάξουν ψηλά... Κι ας τσούζουν τα δάκρυα στα μάτια... Και τότε, το μόνο που σου μένει, είναι να εύχεσαι, ο επόμενος αέρας, να σου φέρει ένα τέτοιο αερικό στα χέρια σου...Εκείνες οι γυναίκες που δεν τις έχεις, τις κατακτάς…"
Tumblr media
10 notes · View notes
orgismenh · 1 year
Note
Πώς ξεπερνάς μία απώλεια φίλη οργισμένη;
Συμβιβάζεσαι με την απώλεια δεν την ξεπερνάς.
Μαθαίνεις να ζεις σταδιακά με την απουσία αυτού του ανθρώπου. Στην πραγματικότητα μαθαίνεις να ζεις σταδιακά με την φυσική απουσία αυτού του ανθρώπου, γιατί τον ίδιον θα τον κουβαλάς πάντα μέσα σου.
Θα τον ακούς, θα έρχεται να σου μιλάει, ίσως κάπου κάπου να τον βλέπεις και στα όνειρα σου. Θα τον αναζητάς, στις σοβαρές αποφάσεις που θα πρέπει να λάβεις, στις λύπες, τις χαρές ακόμη κι όταν κουρνιάζεις καμιά φορά στον καναπέ βλέποντας κάτι άκυρο στη τηλεόραση, το σώμα σου θα τον αναζητά.
Θα υπάρχουν μέρες, δεν αναφέρομαι στο πρώτο διάστημα, που θα τον ψάχνεις. Θα τον ψάχνεις στην κουζίνα, στο μετρό, στο απέναντι πεζοδρόμιο και όλο και κάπου θα νομίζεις ότι τον πέτυχες μα θα σου ξεγλιστράει.
Θα έρχονται εκείνες οι μέρες που θα στρώνεις ένα σερβίτσιο παραπάνω στο τραπέζι ή θα φυλάς για εκείνον το αγαπημένο του γλυκό, μα δεν θα έρχεται. Θα το βλέπεις άδειο ή ανέγγιχτο και θα κλαις σπαρακτικά μόλις θα μένεις μόνος. Θα μένεις μόνος γιατί δεν θα είναι εκείνος εκεί.
Στις παρέες, θα υπάρχει πάντα μια καρέκλα που θα περισσεύει, θα είναι άδεια μα όλοι θα ξέρουν ότι είναι η θέση του. Και έπειτα στο σπίτι του το δωμάτιο του θα είναι καθαρό, τακτοποιημένο μα το κρεβάτι θα έχει ακόμα εκείνα τα σεντόνια που ξάπλωνε. Η μυρωδιά του, τα πράγματα του, η ζωή του, όλα σε εκείνο το μικρό δωμάτιο.
Ο πατέρας θα ξαπλώνει τα βράδια με ένα σώμα παγωμένο που θα πάλλεται πάνω σε εκείνο το κρεβάτι κι η μάνα θα περιμένει να ακούσει τα κλειδιά και εκείνη τη φωνή να λέει πως «γύρισα» μα δεν θα έρχεται, ποτέ δεν θα ακούσει εκείνη τη φωνή.
Ίσως πάλι υπάρχουν μέρες που ένα παιδί κλαίει κοντά στη μάνα του, τον πατέρα του. Θα τους πάει λουλούδια και θα τους μιλάει για τη ζωή του, για όσα δεν κατάφερε ποτέ χωρίς αυτούς και θα αναζητά εκείνη την αγκαλιά, εκείνη την επιβεβαίωση που ποτέ δεν έρχεται. Ποτέ δεν ήρθε.
Κι ύστερα είναι και εκείνοι, οι άλλοι, αυτοί που πενθούν τους ζωντανούς. Τους ξέρεις, τους συνάντησες, σε κάποια στάση του μετρό, στο σούπερ μάρκετ, ίσως βρεθήκατε κάποτε και στην ίδια παρέας, ξέρεις ήταν εκείνος ο τύπος ο λίγο χαμένος, ίσως πάλι τον βλέπεις κάθε μέρα στο καθρέφτη σου.
Πενθείς φίλους, συντρόφους, ακόμη κι οικογένειες γιατί χαθήκατε, γιατί σε άφησαν.
Τους πενθείς καθημερινά συνήθως αυτούς, άλλες μέρες περισσότερο άλλες λιγότερο.
Ξέρεις, πάντα αφήνεις λίγο καφέ στην καφετιέρα και δύο μπισκότα στο τραπέζι, το μεσημέρι μαγειρεύεις το αγαπημένο τους και έπειτα το βράδυ ξαπλώνεις στη μία πλευρά του κρεβατιού μα ποτέ στη δική τους. Ελπίζεις να φανούν, θέλεις να είναι πάντα όλα έτοιμα για αυτούς.
Συχνάζεις στα στέκια που αράζατε μαζί μα δεν πας ποτέ τις μέρες που αράζουν αυτοί, μη τύχει και τους δεις, μη τύχει και σε δουν, μη τύχει και βρεθείτε τέλος πάντων γιατί σε τρομάζει η ιδέα να είστε δύο ξένοι. Δεν θέλεις να νιώσουν πως τους ξέχασες κι ας το έκαναν αυτοί πριν από εσένα.
Και έπειτα όταν σε ρωτάνε για αυτούς νιώθεις ένα βάρος στο στήθος, μια αναγούλα και σαν κάποιος να σου κόβει τον αέρα. Δεν ξέρεις τι να πεις, αρκείσαι στα τυπικά και έπειτα επικρατεί ένα βουβό σκηνικό που σε βυθίζει περισσότερο στις σκέψεις σου.
Γυρίζεις σπίτι, βλέπεις φωτογραφίες, μηνύματα, προχωρούν τη ζωή τους και εσύ βαλτώνεις. Αναρωτιέσαι πώς συνεχίζεται η ζωή, σαν να μην έγινε τίποτα; πώς συνεχίζεται η ζωή με τόσα λόγια ανείπωτα; Πώς προχωράω και γιατί;
Δεν ξέρω πως συνεχίζεται και γιατί συνεχίζεται η ζωή μα κάθε μέρα που περνάει εξελίσσεσαι. Όσο κι αν νιώθεις πως οι μέρες της απελπισίας διαδέχονται απλά η μία την άλλη να ξέρεις ότι έρχονται πάλι οι μέρες του φωτός. Έρχονται γιατί σου αξίζουν.
Όποιον και αν πενθείς αγαπημένο μου πλάσμα, ζωντανό ή νεκρό, να ξέρεις πως την απώλεια δεν θα την ξεπεράσεις αλλά θα μάθεις να ζεις με αυτή, και να προχωράς όπως συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους που έχουν χάσει αγαπημένα τους πρόσωπα. Θα έρθουν καλύτερες μέρες, να σε προσέχεις και αν νιώθεις πως δεν μπορείς να διαχειριστείς την απώλεια μπορείς να ζητήσεις τη βοήθεια ενός ειδικού. Σου στέλνω μια αγκαλιά και ελπίζω απλά να θυμάσαι πάντα με πολλή αγάπη αυτό το άτομο. 🫶🏻
36 notes · View notes
darkside-cookies · 23 days
Note
7, 22, 26 💞
ξέρω πως πάντα μπορώ να βασίζομαι πάνω σου για να μου στέλνεις αριθμούς σε ask games <33
7. a fic of yours you think is underrated? κυριολεκτικά το wtnv fic 2018(??) wattpad στα ελληνικά το έχει διαβάσει μόνο εγώ και εγώ επίσης το Αμαλία παρά πέντε fic θεωρώ ότι είναι ίσως το καλύτερο φικ που έχω γράψει για το παρά πέντε αλλά έχει από τα λιγότερα reads.
22. pick a random line from a fic you're really proud of ω, από το Ευαγγελισμός τανγκό φικ το οποίο πρόσφερε πολλά μπάνγκερς: Αυτός βρίσκεται τέρμα Θεού· σε ένα μέρος που ούτε ο αρχάγγελος Γαβριήλ δεν θα μπορούσε να τον βρει για να του φέρει τον κρίνο και ο καλύτερος ευαγγελισμός στον οποίο θα μπορούσε να ελπίζει θα ήταν ο υπολοχαγός του να αρνιόταν να παρευρεθεί σε μια χριστουγεννιάτικη σκατογιορτή. Και το αδημοσίευτο τανγκό φικ στο οποίο οι λέξεις έχουν τοποθετηθεί σε συγκλονιστική σειρά σε σημεία όπως:  Γύρω τους ζευγάρια έχουν αρχίσει να δημιουργούν χίμαιρες, ενωμένα ημισφαίρια που πάλλονται σε έναν μαβί ρυθμό, μπλέκοντας τα άκρα τους - ένα χέρι στον ώμο, μια παλάμη στη μέση της πλάτης, ένα κεφάλι στο στήθος, μάγουλο σε μάγουλο, χέρια πολλά χέρια και πόδια, οι βασιλείς του χορού, να κινούνται σχεδόν σημειωτόν. Κανένα άκρο δεν περισσεύει.
26. what fic are you proudest of? προφανώς το αγγέλα coming out fic επειδή ήταν η αρχή μιας εποχής <3 και το λορενς της αραβίας φικ μου για τα λέιερς, τις ιδέες κλπ κλπ αλλά κυρίως επειδή είναι καλό στα αγγλικά
6 notes · View notes
Note
Σε περίπτωση που κατά την μέτρηση , χρειάζεται και δεύτερο χέρι και πάλι περισσεύει,πώς αντιδρούμε;
Αντιδρούμε με φροντίδα και προδέρμ καθότι ιδανικό
(Από μέσα μας είμαστε σε φάση ΑΜΗΝ)
#anonvaleria
5 notes · View notes
daimewdis · 1 year
Text
Η ώρα είναι 2:52 το βράδυ. 12/12/22.
Αύριο δηλαδή σήμερα, έχω να σηκωθώ το πρωί, να τακτοποιήσω κάποια έγγραφα. Δεν έχω κοιμηθεί, δεν ξέρω αν θα κοιμηθώ. Είμαι υπό πίεση με τα δικά μου, και να τελειώσω το δεύτερο κομμάτι που θα βγει. Random. Τελευταία στιγμή. Θα δείξει. Είχε έρθει ο Παναγιώτης τις προάλλες στο σπίτι μου. Είχαμε κάνει πριν καιρό βίντεο κλήση για κάποια πράγματα που ήθελα να τον ρωτήσω που δεν έβρισκα άκρη. Τα λέγαμε. Βαριέμαι να τα λέω. Δεν έχω τίποτα να πω. Με ρωτάει και αυτός τα συνηθισμένα. Όπως κάνουν όλοι οι άνθρωποι. «Τι κάνεις με την μέρα σου;» «Πως ήταν η βδομάδα σου;» Τα ίδια με χθες και σήμερα. Μου έμεινε μία φράση που είχε πει: «Μαλάκα αν δεν δω τους φίλους σου, δεν θα πειστώ ότι έχεις». Δεν χωράνε στην μοναξιά μου κανένας άνθρωπος. Οι φίλοι μου έχουν καταλάβει πως είμαι, και ότι κρατώ απόσταση. Παρόλα αυτά, πάντα είναι εκεί, ότι κι αν ζητήσω. Δεν υπάρχει κάτι νέο να γνωρίσω στους ανθρώπους. Σπάνια ενδιαφέρομαι να γνωρίσω και να μπω στον κόπο. Είμαι ρηχός, και δεν είναι μειονέκτημα για μένα. Καυλώνω απίστευτα. Γιατί είναι τόσο ψεύτικο ο ρομαντισμός στους. Η ψυχολόγος μου ξέρει ένα μέρος του μυαλού μου, παρόλα αυτά, ποτέ δεν ήμουνα γυμνός. Δεν έχουμε επαφή πολλούς μήνες τώρα, δεν μου λείπει, αλλά μερικές φορές ίσως να μου λείπει που δεν χρειάζεται να με κρίνει. Δεν μπορεί να με βοηθήσει. Μα δεν ήμουν εκεί για βοήθεια. Μου είπε να μειώσω το τσιγάρο και εγώ καπνίζω παραπάνω. Μου είπε να τρέφομαι σωστά, και εγώ τρέφομαι πιο λίγο κάθε φορά, μου είπε επιτέλους να πάρω τα αντικαταθλιπτικά, και εγώ τους τελευταίους μήνες απέρριψα απ’ τον ψυχίατρο τρεις φορές. Μου είπε αν σου λείπει η ανθρώπινη επαφή και της απάντησα ένα απόλυτο όχι. Οι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι, και εγώ έχω πάθει ανοσία. Πόσο θαρραλέος μπορεί να ‘μαι; Γελάω. Χθες, άρχισε ξανά να με “χτυπάει” η καρδιά μου. Και σήμερα το ίδιο. Με προειδοποιεί, και εγώ πανηγυρικά την αγνοώ. Ξέρω πως έχω ξεπεράσει την γραμμή, μα δεν με νοιάζει. Είδες γιατί βάζω το «εγώ» μου μπροστά; Γιατί συνήθως αυτό είναι που με κρατάει. Παρόλα αυτά, δεν είμαι άνθρωπος θετικός, ούτε πρότυπο καλό. Και μ’αρέσει. Γιατί είμαι εγώ. Δεν υποκρίνομαι. Έτσι νιώθω, έτσι γράφω. Δεν διαχειρίζομαι πάντα τα νεύρα μου, και κυρίως όταν θέλω να γαμήσω δεν το κάνω. Αναλόγως πως θα ‘μαι. Και αν δεν βαριέμαι. Αναλόγως πως θα ‘μαι. Κάποιοι νοιάζονται για μένα, χωρίς να με ‘χουν δει και χωρίς καν να ξέρουν το όνομα μου. Με θυμούνται από χρόνια και μου στέλνουν αν ζω. Μα εμένα πάντα με βάραινε το να νοιάζεται κάποιος. Η μάνα μου με είχε ρωτήσει πριν καιρό, «δεν σε έχω δει να ερωτεύεσαι και να αγαπάς». Και την κοίταξα. Κάτι δευτερόλεπτα της πήρε και μετά θυμήθηκε. Πάνε χρόνια. Είμαι αρκετά κουρασμένος και δεν μου περισσεύει ενέργεια να καταναλωσω για μαλακίες. Κυρίως να πρέπει να εξηγώ και να αναλύσω και στα περισσότερα δεν θα ‘πρεπε. Αυτό πάει γενικά. Όπως είναι δικαίωμα σου να κρίνεις, έτσι είναι δικαίωμα μου να κρίνω και εγώ. Έχεις μία άποψη για μένα, έχω και εγώ για σένα. Είναι πολύ χαζό, να μην κράξω και να μην μειώσω κάτι όταν με “χτυπούν”. Απλά νομίζω είναι τόσο ηλίθιοι κάποιοι, που νομίζουν πως δεν. Όταν συναναστρέφομαι με ανθρώπους γελάω. Και τίποτα δεν με αγγίζει, γιατί το παιχνίδι το ξέρω. Μαλακίες.
Παρόλα αυτά, εγώ έχω βάλει από τα πέρυσι ένα μπουφάν στο μάτι. Το καλοκαίρι θα το πάρω για να το φορέσω το χειμώνα.
-Δαιμεώδης
20 notes · View notes
epestrefe · 1 year
Text
Tumblr media
Μανιταρόπιτα με κοτόπουλο & φέτα
Υλικά (για στρογγυλό ταψί διαμέτρου περίπου 26 εκ.)
1 πακέτο φύλλα κουρού
300 γρ. φιλέτο από στήθος κοτόπουλου, κομμένο σε λεπτές λωρίδες
500 γρ. φρέσκα μανιτάρια ανάμεικτα, της αρεσκείας μας, όπως λευκά, πλευρώτους, πορτομπέλο κ.ά., χωρίς τα κοτσάνια, σε λεπτές φέτες
4 αυγά
150 γρ. φέτα της αρεσκείας μας, χοντροθρυμματισμένη
150 γρ. γραβιέρα της αρεσκείας μας, τριμμένη στη χοντρή πλευρά του τρίφτη
1/2 μάτσο άνηθος, ψιλοκομμένος (χωρίς τα χοντρά κοτσάνια)
100 ml φρέσκο γάλα
50 ml κρέμα γάλακτος
1/5 κουτ. γλυκού φρεσκοτριμμένο μοσχοκάρυδο
60 ml ελαιόλαδο + λίγο ακόμη για άλειμμα
αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι
Διαδικασία
Σε ένα μεγάλο τηγάνι ή σε μια φαρδιά κατσαρόλα ζεσταίνουμε σε δυνατή φωτιά τη μισή ποσότητα ελαιολάδου και σοτάρουμε το κοτόπουλο για περίπου 3 - 4 λεπτά, μέχρι να ροδίσει από όλες τις πλευρές. Βγάζουμε το κοτόπουλο με τρυπητή κουτάλα σε ένα ξύλο κοπής και το ψιλοκόβουμε.
Στο ίδιο τηγάνι ρίχνουμε και το υπόλοιπο ελαιόλαδο και σοτάρουμε τα μανιτάρια (κατά προτίμηση σε δόσεις, για να μη βγάλουν πολλά υγρά και βράσουν αντί να σοταριστούν) για περίπου 3 - 4 λεπτά, μέχρι να ροδίσουν και να εξατμιστούν τα περισσότερα υγρά.
Σε ένα βαθύ μπολ χτυπάμε τα αυγά με το σύρμα, μέχρι να αφρατέψουν. Προσθέτουμε την κρέμα γάλακτος, το γάλα, τα τυριά, τα μανιτάρια, το κοτόπουλο, τον άνηθο, αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι και το μοσχοκάρυδο και ανακατεύουμε μέχρι να αναμειχθούν.
Προθερμαίνουμε το φούρνο στους 180° C και λαδώνουμε ελαφρώς το ταψί. Απλώνουμε το ένα φύλλο κουρού στο ταψί, καλύπτοντας τον πυθμένα και τα τοιχώματα με τέτοιο τρόπο ώστε να περισσεύει λίγο έξω από το ταψί. Αδειάζουμε τη γέμιση πάνω στο φύλλο και τη στρώνουμε ομοιόμορφα με μια σπάτουλα ή με τη ράχη ενός κουταλιού. Καλύπτουμε με το άλλο φύλλο κουρού, κόβουμε τα περισσεύματα του επάνω φύλλου και γυρίζουμε προς τα μέσα τις άκρες του φύλλου της βάσης, πιέζοντάς τες με τα δάχτυλά μας στην ένωση των δύο φύλλων, ώστε να σφραγίσουμε τη γέμιση. Αλείφουμε με ένα πινέλο την επιφάνεια της πίτας με λίγο λάδι και ψήνουμε σε χαμηλό ράφι για περίπου 45 - 50 λεπτά, μέχρι να ροδίσει η πίτα στην επιφάνεια αλλά και να σφίξει η γέμιση (σκεπάζουμε την πίτα με αλουμινόχαρτο, αν χρειαστεί).
9 notes · View notes
casseropita · 1 year
Note
τι θα ήθελες για τα Χριστούγεννα?
Ψυχική ηρεμία και λίγο ντοπαμίνη / σεροτονίνη αν σας περισσεύει Santa
14 notes · View notes
01may1994 · 2 years
Text
in my θα αρχίσω να παίρνω ταπερ στο εστιατόριο για το φαΐ που περισσεύει γιατί δεν βγαίνει το σουπερμάρκετ era
10 notes · View notes
xamenotalento · 1 year
Text
Γράμμα απ΄την Ελλάδα
ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ ΝΙΚΗΤΑ,
απ’ ό,τι είδα στο κείμενο σου για τον Κωστή Παπαγιώργη, στο πρόσφατο αφιέρωμα του Χάρτη, σε απασχόλησε, συν τοις άλλοις, επί τροχάδην, η περίπτωση «νεοελλήνων συγγραφέων» που εμφανίζονται υπερβολικά μετανοημένοι ώστε να αποσύρουν απ’ τους κοινόχρηστους χώρους τα αποκαΐδια των πρώτων τους λογοτεχνικών πειραματισμών· μαντεύεις, μάλιστα, ότι το κάνουν προκειμένου να τηρήσουν μια στάση «ολίγον ποζέρικη» και ποιος ξέρει τι χειρότερο θα μπορούσε κανείς να υπαινιχθεί. Δυστυχώς, προσπερνώντας με φρόνηση τον ρεμπέτικο προσδιορισμό «ποζέρικη», δεν κερδίζω και πολλά, αφού το λόγιο ποσοτικό επίρρημα «ολίγον», εξακολουθεί να με καλεί στα όπλα υπό το λάβαρο της υπεράσπισης όλων όσοι βρίσκονται αναίτια εκτεθειμένοι στον σαρκασμό επειδή αποπειράθηκαν να κρύψουν μερικά σκουπίδια κάτω απ’ το χαλί. Ακαλαίσθητος χειρισμός, το ομολογώ, αλλά κι ο μόνος διαθέσιμος εάν είσαι με τη σκούπα στο χέρι. Όταν θα πιάσεις κι εσύ τη σκούπα σε καμία χαϊντεγκεριανή Επιχείρηση Αρετή, θα το διαπιστώσεις.
Σε παρακαλώ λοιπόν να περιορίσεις τις προκαταλήψεις σου σ’ ένα πλαίσιο κάπως πιο ευφάνταστο. Έχε υπ’ όψιν πως αν η απόδοση προθέσεων κρίνεται εν γένει ανάρμοστη, είναι διότι, ακριβώς, ο κατηγορούμενος αδυνατεί να την αντικρούσει. Για να είμαι ειλικρινής, διαβάζοντας το κείμενό σου στον απόηχο εκείνης της σύντομης συζήτησης που είχαμε, στα όρθια, στη διασταύρωση των οδών Κυδαντιδών και Τρώων, δεν έχω λόγους να αισθάνομαι στο απυρόβλητο. Ακόμη κι έτσι, θα έκανα ευχαρίστως μια προσπάθεια να σε φωτίσω ως προς το σε τι διαφέρουν τα πριν το 1985 βιβλία μου απ’ τα επόμενα αλλά με αποθαρρύνει η σκέψη πως θα ματαιοπονούσα αν γινόμουν ενοχλητικά επεξηγηματικός απέναντι στη δυσπιστία κάποιου για τον οποίο μια τόσο κραυγαλέα και ριζική διαφορά παραμένει, περιέργως, αόρατη. Εκτός κι αν «φτιάχνεσαι» ειδικά με τα αποκηρυγμένα των συγγραφέων, οπότε πάσο.
ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, το γεγονός ότι απ’ όλα τα βιβλία του Παπαγιώργη διάλεξες σαν θέμα σου την Οντολογία του Μάρτιν Χάιντεγκερ, που ο ίδιος θεωρούσε σαν μια καθαρή αποτυχία στο επίπεδο του συγγραφικού ήθους, δεν μπορεί παρά να σημαίνει κάτι βαθύτερο για την τρυφερή σχέση που σου αρέσει να αναπτύσσεις με τις αποτυχίες των άλλων. Δυσκολεύομαι να την αποδώσω σε συμπόνια ή αλτρουισμό. Καταλαβαίνεις πόσο άδικο θα ήταν αν τώρα πιθανολογούσα, απ’ τη μεριά μου, όπως ήδη έκανες εσύ απ’ τη δική σου μεριά τόσο ανέμελα, ότι αυτή η εξιδανίκευση των απορριμμάτων των συναδέλφων σου παρηγορεί ενδεχομένως την απροθυμία να ξεφορτωθείς τα δικά σου. Και δεν εννοώ φυσικά τα βιβλία σου, που είναι απολύτως αξιοπρεπή επιτεύγματα, αλλά όλα εκείνα τα στρεβλά και δυσλειτουργικά αντικείμενα στις ναρκοθετημένες περιοχές του ψυχικού χάρτη, που θα πρέπει να έρθουν στην επιφάνεια ώστε να επιδιορθωθούν ή να απομακρυνθούν οριστικά μέσω μιας επώδυνης απομυθοποιητικής διεργασίας. Θλίβομαι που το λέω, όμως το να τα διατηρείς σε κυκλοφορία, έστω υπογείως, αντί να τα αποσύρεις με τις ευλογίες της ωριμότητας στην οποία ο καθένας μας προσβλέπει ευλαβικά, δεν στερείται συνεπειών, αρχής γενομένης από την επιζήμια έφεση στα ολισθήματα μιας άσκοπης ειρωνείας που υπονομεύει το κλίμα σύμπνοιας. Και να πεις ότι η σύμπνοια μας περισσεύει!
Παρομοίως με το ενδιαφέρον για την α λα Παπαγιώργη χαϊντεγκεριανή ερμηνεία του «χαλασμένου οργάνου», δηλαδή του εργαλείου που καταστράφηκε πριν προλάβει να αποδομηθεί απ’ την σαρωτική μετανεωτερικότητα ή πριν μπορέσουμε να απαλλαγούμε απ’ αυτό μέσω της πλάνης ότι δεν υπήρξε καν. Μεταξύ μας, τι άλλο θα ’ταν κάθε τέτοιο απομεινάρι αν όχι μια μεταφορά του σακατεμένου Εγώ, δηλαδή οιουδήποτε Εγώ, αφού δεν υπάρχει Εγώ που να μην έχει  επηρεαστεί σοβαρά, και ενίοτε ανεπανόρθωτα, από τα ρήγματα και τις αναπηρίες της παραπαίουσας συμβολικής οργάνωσης του κόσμου των γονέων που το γαλούχησαν; Ελπίζω να μην παρεξηγηθείς αν επαναλάβω ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει μόνον με το δικό μου Εγώ ή του Παπαγιώργη, αλλά και με το δικό σου επίσης, άπαξ και όλοι μεγαλώσαμε υπό την κηδεμονία ατόμων που μας άφησαν επικίνδυνα ανασφαλείς, χωρίς να θέλω να προσβάλλω κανέναν. Προφανώς, οι βλάβες και τα βραχυκυκλώματα μέσα στα αντλιοστάσια των επιθυμητικών προτεραιοτήτων του Εγώ αποτελούν ένα τεράστιο και περίπλοκο ζήτημα, όχι λιγότερο ακανθώδες άλλωστε, και σίγουρα δεν έχω την πολυτέλεια χρόνου και χώρου ώστε να το ανοίξω εδώ· τηλεγραφικά εντούτοις θα υπογραμμίσω ότι, στην πραγματικότητα, όταν ο Παπαγιώργης εξωτερικεύει τον λογοτεχνικό του έρωτα για το συντετριμμένο Εγώ, δεν εννοεί διόλου το Εγώ που εσύ ανιχνεύεις μονομερώς, και εσφαλμένα τολμώ να πω, στην δυτική παράδοση της σκέψης, με διάσταθμους όπως ο Μονταίν και ο Πασκάλ. Αυτή η διαδρομή είναι μάλλον προσχηματική. Το ότι τέτοιοι ήρωες του πνεύματος πολιτογραφήθηκαν σαν το αντίπαλο δέος του καρτεσιανού λογικού όντος, δεν αρκεί για να τους θεωρήσουμε μέντορες ενός τόσο ιδιοσυγκρασιακού συγγραφέα όπως ο Κωστής· η αντιπαλότητα είναι εξάλλου δευτερεύουσα και υπερτιμημένη. Η αληθινή αντιπαλότητα, για να στο πω χωρίς περιστροφές, σκηνοθετείται ανάμεσα στο σύστημα ανταμοιβής/τιμωρίας που διέπει την ηθική και κανονιστική ζωή του ατόμου στην Δύση αφ’ ενός, και αφετέρου στα καραγκιοζιλίκια του Προσώπου όταν ανεβαίνουν οι στροφές της εμπειρίας στην καρδιά της Κοινότητας, όπως την ξέρουμε εμείς εδώ κι όπως θα την ήξερες κι εσύ αν έβγαινες στα πέριξ χωρίς κράνος και αλεξίσφαιρο. Και πώς την ξέρουμε; Την ξέρουμε, εκ περιτροπής, σαν θερινό σινεμά (κατάσταση ηρεμίας) ή σκυλάδικο (κατάσταση διέγερσης). Γι’ αυτό και ο τίτλος του πρώτου σου βιβλίου, Αλλόκοτος ελληνισμός, έχει κάτι το πλεοναστικό. Είδες εσύ ποτέ ελληνισμό που να μην είναι αλλόκοτος; Κάτι ανάλογο ισχύει και για την έκφραση απόδημος ελληνισμός, που μεταχειρίζονται οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι. Μια και ολόκληρος ο ελληνισμός είναι απόδημος, δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο γι�� να ξαναβρούμε το κέφι μας σκαρφαλωμένοι στη μάντρα σαν τα χαμίνια ώστε να παίρνουμε μιαν ιδέα για το τι διαδραματίζεται εκεί μέσα. Δηλαδή εκεί έξω. Η ιθαγένεια καμπυλώνεται ούτως ή άλλως απ’ τη βαρύτητα των γλωσσικών σημείων. Δεν ζούμε στον τόπο μας, αφού ο τόπος δεν υπάρχει όπως λένε οι ποιητές μας, ούτε ζούμε στην εξορία, αφού όλα είναι γνώριμα· ζούμε στη ζώνη εκείνη των αναρίθμητων φωτεινών και σκοτεινών εξαιρέσεων, όπου οι πόλεμοι μένουν ακήρυχτοι κι όπου τα δέντρα δεν ανθίζουν αλλά ανθίζονται. Εδώ τα πράγματα δεν μπορούν να οριστούν, διότι η Κοινότητα ουδέποτε αποφαίνεται ομόφωνα, αλλά έχεις κάθε δικαίωμα να τα φλερτάρεις με σκοπό τον γάμο. Όχι; Πολλά γράφονται αλλά λίγα λέγονται περί «ελληνισμού», αγαπητέ Νικήτα. Κρίμα που δεν μάθαμε ποτέ περί τίνος πρόκειται.
ΕΤΣΙ, παρά την αδιαμφισβήτητη οξυδέρκεια του Κωστή στην κατανόηση της δυτικής συνειδησιακής περιπέτειας, και ανεξαρτήτως της  εμπεριστατωμένης γνώσης των γρίφων της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας που τον δαιμόνιζαν, το δικό του συγγραφικό Εγώ έρχεται υποβρυχίως από μιαν άλλη παράδοση, που εσύ ίσως απεχθάνεσαι, την παράδοση του Ντοστογιέφσκι και του Παπαδιαμάντη, ένα Εγώ που αποσυναρμολογείται με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι στους mora­li­stes, με τους οποίους το συσχετίζεις κάπως επιπόλαια. Ο Παπαγιώργης, ακόμη κι αν του είχαν αναθέσει χρέη Πρύτανη στην Σορβόννη, δεν θα έπαυε να λογοδοτεί στην αντεστραμμένη αυθεντία ενός Εαυτού ανατολίτη και μυστικοπαθή, επιπλέον οικειοθελώς εξευτελιζόμενου με στόχο τις προσωρινές σωτηριολογικές επαναδρομολογήσεις που βηματοδοτούν τη ζωή ως αναβολή της άφεσης αμαρτιών και ανυποχώρητη συναισθηματική ξεροκεφαλιά. Εξού και η εφηβική ευθυμία όλης αυτής της τραγωδίας, η σαλότητα και τα τρελά επεισόδια αποσυμπίεσης του φλογερού ταμπεραμέντου στις κραιπάλες και τις εμποροπανήγυρεις, όπου η Θεία Χάρη γίνεται σιωπηρώς αντιληπτή σαν απλήρωτος λογαριασμός ενοικίου ή διαμαρτυρημένη επιταγή. Σ’ αυτό το παράδοξο, οι moralistes δεν έχουν να προσφέρουν παρά μιαν εκλεπτυσμένη δόση σχολαστικής επαγρύπνησης για το κύρος των κανόνων ή το είδος εκείνο του δίχως πένθος στωικισμού ο οποίος, υπέρ ή ενάντια δήθεν στον Καρτέσιο, οδήγησε στους νοησιαρχικούς καλπασμούς της δυτικής ηθικοπολιτισμικής επανάστασης και, ως αντίδραση, στην εξίσου τρομακτική έγερση εκ του τάφου των φαντασμάτων του ρομαντικού παραληρήματος.
Ότι η γυναίκα του Καίσαρα πρέπει και να φαίνεται τίμια είναι λατινική σκέψη, όχι ελληνική· για την αρχαιοελληνική σκέψη λχ. θα αρκούσε να είναι τίμια ― στο σύμπαν του Κωστή δεν θα αρκούσε τίποτα. Ο Παπαγιώργης όχι μόνον δεν αθωώνει το Κακό όταν αυτό πειθαρχεί στην υποχρέωση να εμφανίζεται άοπλο και φιλικό αλλά υποπτεύεται κατευθείαν κάθε Καλό σαν στρατήγημα ή προσποίηση του Κακού, οπότε η γυναίκα του Καίσαρα, ανεξαρτήτως του αν δείχνει ή όχι τίμια, αποκλείεται να είναι. Ως εκεί καμία αντίρρηση. Ωστόσο, και μολονότι ο συγγραφέας μας μοιράζεται την απαισιοδοξία του Πασκάλ, αποφεύγει να θεολογεί, ίσως ακριβώς επειδή είναι Χριστιανός, αν μου επιτρέπεις το ευφυολόγημα, δηλαδή Χριστιανός κατά λάθος, ένας τυχαίος περαστικός που είχε ξεμείνει, πιωμένος, στον γάμο της Κανά. Ο Κωστής δεν αναζητούσε λύσεις· ο Πασκάλ φέρ’ ειπείν, ιδιοφυής μαθηματικός και εφευρέτης αριθμομηχανής, νόμιζε πως η λύση ήταν ο Θεός ― ο Παπαγιώργης, που πίστευε στον Παράδεισο κρυφά, όπως έκαναν επί Διοκλητιανού, καταλάβαινε αυτό που, εδώ στην Ανατολή, ξέρουν ενστικτωδώς οι πάντες, δηλαδή ότι ο Θεός μπορεί να ήταν οποιοσδήποτε, λχ. το αγοράκι της διπλανής πόρτας ή ο τύπος με τον μπαγλαμά στο καφενείο ή ο διαιτητής που ευνόησε την ομάδα μας, ένα όμως δεν θα μπορούσε να είναι: αυτός που εκπροσωπεί τη λύση του προβλήματος. Διότι ο άνθρωπος στη δική μας πολιτισμική παράδοση δεν είναι πρόβλημα, ο άνθρωπος είναι η λύση αυτός ο ίδιος, όπως στο αίνιγμα της Σφίγγας, η χειρότερη λύση που υπάρχει και συνάμα η μόνη, κάτι σαν τη δημοκρατία α λα Τσώρτσιλλ. Έτσι ο Κωστής, ως καλλιτέχνης, και δίχως να θυμώνει καθώς διέβλεπε το τι συνέβαινε στον άνθρωπο αλλά διαβλέποντας το τι συνέβαινε επειδή ήταν θυμωμένος, έγινε η ψυχή της παρέας, μια ψυχή  στοργική και καλοσυνάτη ― έχει δίκιο ο Ίκαρος Μπαμπασάκης που το τονίζει. Αν και όταν ήταν παιδί δεν του έδωσαν αγάπη, αυτό είναι διαπιστωμένο, παρά μόνον εκείνη που εισέπραττε με αντάλλαγμα το να παίζει τον ρόλο του θύματος της εξαπάτησης, ο Κωστής ήταν ειλικρινής στη συμπάθειά του για τους αδικημένους. Όχι για τους παλαβούς και τους μέθυσους, όπως θα ευχόταν ο Λάγιος εξωραΐζοντας το φολκλόρ των φιλολογικών μας χρονικών, αλλά εκείνους στους οποίους τα παρεπόμενα της εξαπάτησης είχαν επιβληθεί πατερναλιστικά. Έκτοτε, σαν σε αντιστάθμισμα στην ανάγκη για ζωντανές και ταραχώδεις συναναστροφές, εξεγέρθηκε κατά της εξαπάτησης και πάνω σ’ αυτή τη διένεξη σφυρηλάτησε το στιλ του, απλό, γρήγορο, έξυπνο, ανελέητο και με σύντομες φράσεις λες και φοβόταν ότι οι πολύπλοκες γλωσσικές αλυσίδες μπορεί να συσκότιζαν όλο εκείνο το σύστημα των παρακαμπτηρίων και των διόδων διαφυγής από το δικό του βαθύ ζήτημα, θριαμβευτικά ανεπίλυτο με τον πιο «ελληνικό» τρόπο  εφόσον, διαφορετικά, ίσως ξυπνούσε ένα πρωί μπροστά στη γονεϊκή κληρονομιά των συναισθηματικών ερειπίων. Εκεί να δεις αδικία! Έπρεπε άρα ο άνθρωπος να αμυνθεί προτού ο λεγόμενος εαυτός μεταμορφωθεί σε δικαστήριο. Και ποιος θα διαφωνούσε στο ότι η πιο ανθεκτική ασπίδα απέναντι στον εαυτό ήταν ο θορυβώδης συνασπισμός των εξαπατημένων που επαναστατούσαν με όπλο την κυκλοθυμική αυθεντικότητα του αλκοόλ; Η αιθανόλη, το καθαρό οινόπνευμα, είναι μια οργανική ένωση φημισμένη σαν διαλύτης μιας μεγάλης ομάδας ουσιών όπως τα χρώματα, τα αρώματα, τα φάρμακα, τα καύσιμα και οι τροφικές ύλες ― διαλύει επίσης παρέες που, δέκα μέρες αργότερα, ξανασυγκροτούνται σε σώμα και γιορτάζουν τη συγχώρεση πίνοντας μάντεψε τι. Ο Βακαλόπουλος ήταν της άποψης ότι τσακωνόμαστε μόνον και μόνον για τη χαρά της συμφιλίωσης· ο Κωστής μάλλον πίστευε ότι συμφιλιωνόμαστε ώστε να μπορούμε να ξανατσακωθούμε. Για κάνα δυο μήνες τού είχε κολλήσει ένα σπαραξικάρδιο ρεφραίν του ΛεΠά και το επαναλάμβανε συνεχώς:
Αφού μου πήρες τον αέρα έτσι απότομα,
θέλω σκότωμα... θέλω σκότωμα...
Βλέπεις, λοιπόν, φίλε Νικήτα, ότι το κλειδί είναι πάνω στην κλειδαριά ― διότι, για έναν δυτικής ανατροφής moraliste, αν κάποιος σού είχε πάρει τον αέρα απότομα, θα ήθελε αυτός σκότωμα, όχι εσύ. Σ’ εμάς, εδώ, πάει ανάποδα· η εξασφάλιση της απονομής του δικαίου σε στέλνει να καθήσεις εκ δεξιών του Πατρός, ειδικώς εκεί όπου καμία δικαιοσύνη δεν έχει κυρωτικές αρμοδιότητες ― άσε που είναι κάπως παράξενο να έχεις τον Θεό στα αριστερά ��ου! Με δυο λόγια, Ανατολικά του 20ού μεσημβρινού, συγχωρούνται απαξάπαντες και κάθε αδικημένος έχει μια δεύτερη ευκαιρία να αδικηθεί ξανά. Είναι όπως λέμε: Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα, που σημαίνει ότι είναι αδύνατον να συλληφθεί ο δολοφόνος δεδομένου ότι το κίνητρό του εξοστρακίζεται πάνω σε μιαν απίθανη νομική παραδοξότητα και μένει ανεντόπιστο κάπου μέσα στον φαύλο κύκλο της ανορθόδοξης λογικής που συνέχει το Θείο Πάθος. Δεν υπάρχει, στη δική μας παράδοση, θεολογία της κόλασης. Υπάρχουν αντιστροφές επί αντιστροφών, ύμνοι και τροπάρια αποφατικής έμπνευσης και συγχωροχάρτια σε τιμές προσιτές, για το χατίρι της πιάτσας. Φάσκουμε και αντιφάσκουμε, σαν σε παζάρι, με στόχο τη διακοπή της ατέρμονης παρέλασης αιτίου και αιτιατού, διότι μόνον αν ακινητοποιηθεί ο χρόνος μπορείς να συναντηθείς με τον διπλανό σου. Άραγε, η επιταχυνόμενη κατανάλωση των γεγονότων στην Δύση, όσο και η συνακόλουθη εφιαλτική αίσθηση ότι ο άνθρωπος εξαφανίστηκε, με τι άλλο έχει να κάνει αν όχι με τον εκμηδενισμό της συνάντησης;
ΑΥΤΗ Η ΣΤΑΣΗ, διόλου «ποζέρικη», ξεχωρίζει τον Κωστή απ’ τους moralistes, οι οποίοι, θεμελιώνοντας τον πεσιμισμό τους σαν μαθηματικό θεώρημα, ψάχνουν εμμέσως για αφορ��ές να αποκαταστήσουν μια τάξη ή ευαγγελίζονται την εξιλέωση· ο Κωστής αναρωτιέται μεν, συνεχώς, αλλά δεν ψάχνει θεραπείες ούτε πιστεύει στον σωφρονισμό των ταξινομήσεων, παίζει απλώς και με μαεστρία στα δάχτυλα τα κόλπα μιας γκρίνιας που μας κάνει όλους λίγο πιο πονηρεμένους ― δεν θέλει να εμβαθύνει στην πραγματικότητα, ούτε να την εξορθολογήσει αλλά να την εξάψει. Κατά τα λοιπά, όχι μόνον δεν είναι ηθικολόγος αλλά λατρεύει το γνωστό αθάνατο ελληνικό στιλ της γειτονιάς με τα γιασεμιά που περιμένουν το έγκλημα για ν’ ανθίσουν. Και ιδού τι τον κρατάει σε τέτοια παροιμιώδη απόσταση απ’ την ψυχαναλυτική διδασκαλία αλλά και απ’ την ποίηση, διότι η ποίηση υπάρχει για να αρθρώνει αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί αλλιώς και άρα υπονομεύει τη μέριμνα για την προστασία των απορρήτων. Αξίζει να θυμάσαι το εξής: όσο επινοητικός και αν είναι ο στοχασμός των Δυτικών στην προσέγγιση των πραγμάτων, θα συναντάει πάντοτε τη διάψευση, αφού η αποφατική κληρονομιά τού είναι άγνωστη και συνεπώς η γνωριμία με το πράγμα δεν του αρκεί αλλά επιδιώκει πάση θυσία να το ανακρίνει για να αποσπάσει τον αλγόριθμο της ουσίας του ώστε να τον κατέχει ωφελιμιστικά, κάτι a priori ανέφικτο, οπότε μένει με τη γλύκα, σα να λέμε με την αποζημίωση μιας εργαλειακής φαινομενικότητας. Ο Κωστής, όπως και ο Βακαλόπουλος, όπως κι ο Λάγιος ή ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, ή ο Δημήτρης Καράμπελας, αλλά και η ταπεινότης μου εν μέρει, αν μπορώ να το πω δίχως τον κίνδυνο της υπεροψίας, ανήκε σ’ εκείνους που ένιωθαν ότι αυτή η γλύκα ήταν πικρή και δηλητηριώδης. Τον ερέθιζε το αδιέξοδο όχι για τον απειλητικό χαρακτήρα του, όπως συμβαίνει με τους ιεραπόστολους του Διαφωτισμού, αλλά επειδή τον κρατούσε ζωντανό και αμήχανο, ετοιμοπόλεμο κι απογοητευμένο· είμαστε η γενιά που θεωρούσε το διάβασμα σαν οδηγό αυτοκαταστροφής. Κάθε κείμενο σχολιασμού που γράφουμε πάνω σ’ ένα άλλο κείμενο είναι σημείωμα αυτοκτονίας.
Έτσι, ο καημένος ο Πασκάλ, μολονότι ο Θεός τού μιλούσε ήδη μέσω της μουσικής μιας υπέροχης πρόζας, προσπαθούσε να πείσει τους ουρανούς να χρησμοδοτήσουν στη γλώσσα των αριθμών και της λογικής ― τζάμπα πήγε όλος εκείνος ο ενορατικός συγκλονισμός του 1654! Τουναντίον, εδώ, σ’ εμάς, κυριαρχούσε σταθερά η μοιρολατρία, η χαρούμενη επίγνωση της αθλιότητας του κόσμου, η διαρκής ανακύκλωση του ελλείμματος αυτοσεβασμού και η πεποίθηση ότι η καψούρα είναι συνώνυμη της αιώνιας νιότης, δηλαδή ενός λάθους που επανορθώνεται με το καλημέρα. Για να μην σε ταλαιπωρώ, όταν εμείς οι ελληνόφωνοι της ανατολικής Μεσογείου μιλάμε για «γνώση» εννοούμε ότι για να γνωρίσεις χρειάζονται τουλάχιστον τρεις, όπως και για το να παντρευτείς ― η γνωριμία με το πράγμα, σ’ εμάς, δεν είναι πνευματικό ανδραγάθημα ή πολεμική πράξη, είναι συνοικέσιο. Κοντολογίς, εννοούμε ότι όλα, μα όλα, παραμένουν εντέλει διαπροσωπικά, περιλαμβανομένης της έγκρισης κάποιου συμβολικού τρίτου ή μπάρμπα στην Κορώνη, έστω και αν αυτή η ρήτρα επιβραδύνει τις ακαδημαϊκές προόδους της σκέψης στην αφομοίωση των ερευνών του Χάιντεγκερ γύρω απ’ την εκκρεμότητα του Είναι. Τι να πεις! Όταν το Είναι συμπιέζεται στο μηδέν ώστε να αφήσει χώρο στους επιταχυνόμενους ιλίγγους του γίγνεσθαι, όπως συνέβη στην Ιστορία της Δύσης από την Αναγέννηση και μετά, τότε το βλέπουμε, ω του θαύματος!, να επιστρέφει πλησίστιο με τη μορφή του αντικειμένου μιας ασυγκράτητης φιλοσοφικής νοσταλγίας. Έκτοτε, τα διδακτορικά πέφτουν βροχή.
Αυτό ήταν που παρότρυνε τον Κωστή να αποκηρύξει το βιβλίο για τον Χάιντεγκερ· είχε μπροστά του το προϊόν της επικοινωνίας δύο συνειδήσεων, όχι τριών ― από δω ο σκύλος και από κει το ηχείο του γραμμοφώνου. Στο διάσημο λογότυπο του His Master’s Voice δεν υπήρχε εκείνος ο τρίτος, ο tertium gaudens, που αργότερα θα ενσαρκωνόταν στο λοξό βλέμμα της κριτικής κατανόησης πυροδοτώντας όλους τους επίκαιρους ενδοιασμούς και τις αμφιλογίες. Επομένως, όταν λες ότι «η θεματική του συντριμμένου Εγώ εντάσσει τον Παπαγιώργη στην δυτικοευρωπαϊκή αντίληψη περί δοκιμίου», καταλαβαίνω γιατί γράφεις «συντριμμένου» και όχι «συντετριμμένου». Αλλά κι εσύ καταλαβαίνεις, φαντάζομαι, ότι μόνον και μόνον η αγωνία για το αν ένα έργο ανήκει ή όχι στη δυτικοευρωπαϊκή αντίληψη ισοδυναμεί με την αθέλητη παραδοχή πως, εξαρχής, αυτό δεν είναι καθόλου δεδομένο και αναμφισβήτητο. Η απόπειρα να κρεμάσουμε άρον άρον την ταμπέλα του Δυτικού σε όποιον γράφει σπουδαία κείμενα στα ελληνικά δείχνει τη δυσκολία να διαισθανθούμε ότι αυτός πιθανόν αντιπροσωπεύει το επισκεπτήριο μιας πολύ πιο σύνθετης καταγωγής κι ότι ο συγκερασμός των δύο κόσμων, Ανατολής και Δύσης, στον πυρήνα του ενδιαφέροντος που διατηρεί για τα οριακά φαινόμενα, δίνει ακριβώς το μέτρο της συγγραφικής του υπόληψης. Δες τι τράβηξε ο Σεφέρης προκειμένου να ομολογήσει, μετά θάνατον, ότι συμμετείχε στη συνωμοσία του «δυτικοκεντρισμού» ― άκου λέξη που βρήκαν! Ο Κωστής ακολουθεί. Απ’ το οξύμωρο ενός ανθρώπου που μετέφραζε με τέτοιαν άνεση τον Ντεριντά ενώ σύχναζε μερακλώνοντας σε εκατό τοις εκατό ελληνικά μαγαζιά της νύχτας ανάβλυζε μια λεπτή αλλά αγέρωχη απόλαυση που διαχεόταν, γραπτώς, στην ηθικοανήθικη κοσμοθεώρησή του και που δεν θα ήταν σωστό να του τη στερήσουμε επειδή δεν χωράει στην ενδοχώρα της ακαδημαϊκής εποπτείας του καθενός μας. Μετά την έκδοση της μετάφρασης του Περί γραμματολογίας, ο  Ντεριντά, άνθρωπος μεγάλης ευγένειας, του τηλεφώνησε ένα απόγευμα αυθόρμητα για να τον γνωρίσει: ο Παπαγιώργης, κατά την αφήγηση του ίδιου πάντοτε, σήκωσε το ακουστικό και, μόλις πληροφορήθηκε την ταυτότητα του συνομιλητή, του το έκλεισε κατάμουτρα και επέστρεψε στην τηλεόραση. Τον ρώτησα για ποιο λόγο φέρθηκε με τέτοια αγένεια, λες και δεν ήξερα. Μου απάντησε ότι ντράπηκε να μιλήσει, διότι παρά την πλήρη εξοικείωσή του με τη γραπτή εκδοχή των γαλλικών, οι προφορικές επιδόσεις του ποτέ δεν έπαψαν να χωλαίνουν. Μ’ άλλα λόγια, κάλυψε μιαν υποθετικά αναξιοπρεπή συμπεριφορά με μιαν απρέπεια εκατό φορές χειρότερη, όπως εκείνος ο ρώσος ταξιτζής, που περιγράφει ο Ναμπόκοφ στην Λολίτα και ο οποίος, χρησιμοποιώντας την τουαλέτα του σπιτιού μιας πελάτισσας για να ανακουφίσει το έντερό του, απέφυγε να τραβήξει το καζανάκι από φόβο μήπως ο ήχος ειδοποιούσε τους ενοίκους του διαμερίσματος για τον ποταπό χαρακτήρα της πράξης που είχε προηγηθεί και αποχώρησε στα μουλωχτά αφήνοντας πίσω του ένα εξωφρενικό ενθύμιο αχαριστίας.
ΕΝ ΟΛΙΓΟΙΣ, θα όφειλε κανείς να καταλάβει τον Παπαγιώργη πλησιάζοντάς τον όχι μέσω του Σιοράν αλλά μέσα απ’ τα λαϊκά του ’60, που τα ακούγαμε κάποτε υπό τον έναστρο ουρανό σαν προφητείες μιας συγκυρίας που θα μας έκανε ευτυχισμένους έστω κι αν άφηνε όλες τις αντιφάσεις ανεπίλυτες. Ξέρω ότι δεν είναι και πολύ ακαδημαϊκή η σύγκριση αλλά εμένα με παρηγορεί διότι ξυπνάει το ανατρίχιασμα μιας αλήθειας που την έζησα με τους όρους της πιο εξαντλητικής γνωριμίας. Μην ξεχνάς ότι υπέφερα κι εγώ επί μακρύ διάστημα, την ίδια περίοδο με τον Κωστή, από βασανιστικές κρίσεις αγοραφοβίας, και μάλιστα με το ίδιο εκλυτικό αίτιο, τουτέστιν την απότομη διακοπή της χρόνιας χρήσης αλκοόλ. Το να φοβούνται οι άνθρωποι του είδους μας την αγορά είναι μια ύστατη ειρωνεία της μοίρας. Θα συμφωνείς ελπίζω, Νικήτα, ότι αν είχα βαλτώσει, εγκλωβισμένος στα πρώτα μου βιβλία, δεν θα μπορούσα να απευθύνομαι σήμερα σ’ εσένα μ’ έναν τρόπο που να μην προδίδει το ύψος των περιστάσεων. Εμπιστέψου με και μην ανησυχείς όταν οι συγγραφείς, ωριμάζοντας, απογοητεύονται απ’ τα πρώτα τους βιβλία· να ανησυχείς μήπως υποχρεωθούν να απογοητευθούν απ’ τα τελευταία.
4 notes · View notes
monimhgkriniaa · 2 years
Text
Δε ξέρω τι κάνω μαζί σου. Κάθε φορά που έρχεται αυτή νιώθω ότι είσαι άλλος άνθρωπος. Νιώθω σα να είμαι κάτι που περισσεύει δίπλα σου. Νιώθω σα να ενοχλεί η παρουσία μου στο οτιδήποτε.
Δε ξέρω γιατί το νιώθω αυτό. Αλλά σίγουρα φταίνε οι πράξεις σου. Έτσι είναι; Περισσεύω; Κουραστηκες; Βαρέθηκες; Μιλά. Μη με πονάς αλλο. Και απλά μιλα.
Πες ότι νιώθεις. Είτε είναι ωραίο είτε όχι, θα ξέρω τι νιώθεις. Μη με αφήνεις στο κενό. Δε μαρεσει να μαντεύω και ούτε μπορώ να λύνω τα αινίγματα σου. Δε θέλω να πρέπει να κάνω σκεψεις για το τι μπορεί να θέλεις.
Μιλά γαμωτο. Μιλά.
4 notes · View notes
alexpolisonline · 3 days
Text
0 notes
romios-gr · 7 days
Text
Tumblr media
Μου το υπόσχονται από την τηλεόραση, από το τηλέφωνο, από παντού. Ομως κάτι είναι μοναχικό μέσα μου, μετά από τα λόγια τους, κάτι περισσεύει ανικανοποίητο και είναι αυτό που αφαιρεί το χρώμα από τα νυχτερινά μου όνειρα. Εγώ θέλω όνειρα με φως Κύριε και μέρες με λιακάδα. Κουράστηκα στους χειμώνες τους, βαρέθηκα να τους βλέπω γραβατωμένους και χαμογελαστούς -την ώρα που χάνονται τ... Περισσότερα εδώ: https://romios.gr/ego-thelo-oneira-me-fos-kyrie-kai-meres-me-liakada-koyrastika-stoys-cheimones-toys/
0 notes
Text
Η κυβέρνηση θα πιεστεί ακόμα περισσότερο να αυξήσει και αυτή την οπλική συνεισφορά της στην Ουκρανία
Στην προχθεσινή τηλεοπτική συνέντευξή του ο πρωθυπουργός ορθώς ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν θα στείλει στην Ουκρανία ούτε ρωσικούς πυραύλους S-300 ούτε αμερικανικούς πυραύλους Patriot, διότι τίποτα δεν περισσεύει στην αντιαεροπορική άμυνα της χώρας. Της Κύρας Αδάμ Δι’ αυτού του τρόπου αποκάλυψε ότι η Ελλάδα, όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες (περισσότερο η λιγότερο πρόθυμες), πιέζονται […] Η…
View On WordPress
0 notes
thoughtfullyblogger · 25 days
Text
Η κυβέρνηση θα πιεστεί ακόμα περισσότερο να αυξήσει και αυτή την οπλική συνεισφορά της στην Ουκρανία
Στην προχθεσινή τηλεοπτική συνέντευξή του ο πρωθυπουργός ορθώς ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν θα στείλει στην Ουκρανία ούτε ρωσικούς πυραύλους S-300 ούτε αμερικανικούς πυραύλους Patriot, διότι τίποτα δεν περισσεύει στην αντιαεροπορική άμυνα της χώρας. Της Κύρας Αδάμ Δι’ αυτού του τρόπου αποκάλυψε ότι η Ελλάδα, όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες (περισσότερο η λιγότερο πρόθυμες), πιέζονται […] Η…
View On WordPress
0 notes
greekblogs · 25 days
Text
Η κυβέρνηση θα πιεστεί ακόμα περισσότερο να αυξήσει και αυτή την οπλική συνεισφορά της στην Ουκρανία
Στην προχθεσινή τηλεοπτική συνέντευξή του ο πρωθυπουργός ορθώς ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν θα στείλει στην Ουκρανία ούτε ρωσικούς πυραύλους S-300 ούτε αμερικανικούς πυραύλους Patriot, διότι τίποτα δεν περισσεύει στην αντιαεροπορική άμυνα της χώρας. Της Κύρας Αδάμ Δι’ αυτού του τρόπου αποκάλυψε ότι η Ελλάδα, όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες (περισσότερο η λιγότερο πρόθυμες), πιέζονται […] Η…
View On WordPress
0 notes