Tumgik
#κι ένα μικροσκοπικό
allo-frouto · 2 years
Note
23.5 εκατοστά δεν ηρεμούν εύκολα
Συγγνώμη, δεν ήξερα.
0 notes
orgismenh · 9 months
Text
Ιανουάριος 24/13
Σήμερα πέρασε ολόκληρη η μέρα σχεδόν και εγώ δεν έγραψα. Σήμερα ξύπνησα στις 10.30 μ.μ. εχθές το βράδυ αποκοιμήθηκα πάλι στον καναπέ κατά τις 03.30. Τα τελευταία βραδιά δεν κοιμάμαι στο κρεβάτι μου. Πάλι φοβάμαι. Δεν ξέρω τι ακριβώς φοβάμαι. Η πολυκατοικία είναι ασφαλής. Το διαμέρισμα μου βρίσκεται στον 4ο. Δεν κινδυνεύω. Δεν ξέρω τι ακριβώς φοβάμαι. Μάλλον ξέρω. Φοβάμαι τη μοναξιά. Στο σαλόνι δεν είμαι ποτέ μόνη. Ζω με σκιές και φωνές. Οι σκιές ανήκουν στη φαντασία μου. Τις πλάθει το μυαλό μου σε μια ακατανίκητη προσπάθεια να αντικαταστήσει τη συντροφιά του. Οι φωνές πάλι ανήκουν στο διπλανό διαμέρισμα. Το σαλόνι μου είναι μεσοτοιχία με την μικρή γκαρσονιέρα. Την έχω φανταστεί αυτή την γκαρσονιέρα άπειρα βραδιά καθώς ακούω τις φωνές. Είναι ένα δωμάτιο 30τ.μ. φωτεινό, χωρίς πολλά πολλά έπιπλα. Ένα κρεβάτι, ένα επί ένα με πάντα τσαλακωμένα σεντόνια και ένας καναπές ψιλοχαλασμένος λόγω χρήσης. Η τηλεόραση είναι κρεμασμένη στον τοίχο, είναι μεγάλη και πάντα ανοιχτή. Στο τραπεζάκι βρίσκονται τασάκια γεμάτα αποτσίγαρα, κουτιά από μπύρες και κόκα κόλες, στα ντουλάπια της κουζίνας έχει μόνο μακαρόνια και τοστ, το ψυγείο είναι άδειο συνήθως και τα κουτιά απ'το delivery παρατημένα στον πάγκο. Το μπάνιο είναι μικροσκοπικό μα τα βράδια όταν η κοπέλα μπαίνει για ντουζ το αγόρι τρυπώνει μαζί της και κλείνουν την πόρτα στην Μίλι, τη γάτα τους. Δεν ξέρω αν συγκατοικούν στην γκαρσονιέρα, για λίγες μέρες χώρισαν κι οι φωνές έπαψαν, τα γέλια επίσης, μόνο κλάματα και τραγούδια χωρισμού ακούγονταν. Όταν γύρισα απ' τις διακοπές των Χριστουγέννων όμως τους βρήκα πάλι μαζί, στην γκαρσονιέρα. Κάθε βράδυ μέχρι τις 3 είναι πολλά άτομα μαζεμένα, μπαινοβγαίνουν φίλοι τους. Βάζουν μουσική, βλέπουν ταινίες, μιλάνε. Καμιά φορά με ενοχλεί η φασαρία τους. Βασικά να είμαι ειλικρινής τους ζηλεύω λίγο. Ο γείτονας έχει πάντα παρέα στο σπίτι, δεν νιώθει ποτέ μόνος, κι αν νιώθει δεν είναι. Τα βράδια ξαπλώνει αγκαλιά με εκείνη, το πρωί την αποχαιρετά με φιλιά, το απόγευμα το περνάνε ξεχωριστά, μα τα βράδια επιστρέφουν πάντα ο ένας στον άλλον. Θα απορείς τώρα που σου περιγράφω τη ζωή των γειτόνων μα σου είπα το σαλόνι μου είναι μεσοτοιχία κι οι ζωές μας παράλληλες. Και εκείνος ξέρει τι κάνω. Ξέρει τι ώρα χτυπά πρώτη φορά το ξυπνητήρι μου, ξέρει ότι αργώ να σηκωθώ πάντα δέκα λεπτά και περνάω άλλα δέκα στο μπάνιο. Ακούει τον ήχο της καφετιέρας και τα στορια που ανοίγω. Το σύρσιμο της καρέκλας στο μπαλκόνι. Ακούει τις playlists που ακούω κάθε πρωί. Και έπειτα κενό. Όλη μέρα λείπουμε κι οι δυο. Ξέρει ότι πάω σχολή, βόλτες. Ξέρει όμως ότι θα γυρίσω να διαβάσω. Με ακούει που καμιά φορά διαβάζω δυνατά προκειμένου να αποστηθίσω κάτι ή για να το καταλάβω καλύτερα. Ακούει τα τηλεφωνήματα μου με τη μαμά μου, τους φίλους μου όταν έρχονται στο σπίτι, μυρίζει το φαγητό όταν μαγειρεύω κι άλλοτε πάλι ξέρει ότι την βγάζω με τοστ όπως και εκείνος. Ξέρει επίσης ότι δεν θα παραγγείλω ποτέ όταν είμαι μόνη γιατί ντρέπομαι να ανοίξω. Ακούει το πλυντήριο μου κι όλα τα είδη μουσικής που ακούω, τις σειρές που βλέπω στο λάπτοπ και τα κλαματα μου στις 02.00 τα ξημερώματα. Με ακούει να κλαίω κάθε μέρα. Σου το είπα οι ζωές μας είναι παράλληλες, δεν συναντιούνται μα συμβαδίζουν. Μα το πιστεύω ότι κάποια στιγμή μπορεί ακόμη κι οι παράλληλες να γίνουν τέμνουσες. Δεν αναφέρομαι απαραίτητα στον γείτονα, μα σε όσους ανθρώπους κατά καιρούς συμβαδίζουν, πάντα υπάρχει ένα σημείο τομής.
Σήμερα όλη μέρα διάβαζα. Προσπαθούσα να αναπληρώσω το κενό αυτών των ημερών που τεμπελιασα. Σήμερα πήγα μέχρι το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς. Κοίταξα γύρω μου και συνειδητοποίησα πόσο μου αρέσει να περπατάω στην Αθήνα. Την ρομαντικοποιω αυτή την πόλη μέσα στην απόλυτη ασχήμια της. Σήμερα δεν μαγείρεψα. Έφαγα μια σαλάτα και τοστ. Δεν είχα χρόνο, παραδόξως ούτε πείνασα ιδιαίτερα. Ήπια πολλούς καφέδες πάλι. Τέσσερις κούπες γαλλικό και δύο στιγμαίους. Ήπια και έναν freddo. Δεν φταίω! Το παιδί που δουλεύει στο μαγαζί με χαιρέτησε όταν πέρασα για το σούπερ μάρκετ, θα ήταν αγένεια να μην πάρω ένα καφέ. Σήμερα σκέφτηκα ξανά ότι είμαι σε μια σχολή που δεν μου αρέσει. Με αγχώνει η σκέψη του πτυχίου. Να κάνω τι με ένα πτυχίο που δεν με ενδιαφέρει; μεταπτυχιακό; δεύτερο πτυχίο; να δώσω πανελλήνιες ή κατατακτήριες; μήπως να τα παρατήσω όλα και να δώσω για το εθνικό; απογοήτευση. Αυτό θα είμαι ο,τι κι αν κάνω μια κινούμενη απογοήτευση. Τώρα κανονικά αν με άκουγε θα με μάλωνε. Θα μου υπενθύμιζε να προσπαθώ να αγαπάω τον εαυτό μου. Δίκιο έχει είπαμε ότι πρέπει να προσπαθήσω. Προσπάθεια.
Σήμερα μίλησα με τη μητέρα μου. Τις τελευταίες μέρες δεν απαντούσα στις κλήσεις της. Ήταν λίγο ανήσυχη αλλά δεν μου γκρίνιαξε ιδιαίτερα. Πείστηκε ότι είμαι πιεσμένη με το διάβασμα της εξεταστικής. Σήμερα απάντησα στα μηνύματα των παιδιών, μιλήσαμε λίγο, είπαμε μερικές βλακείες και πέρασε κάπως η ώρα. Σήμερα μου έστειλε ένα παιδί απ' τη σχολή. Μου στέλνει κατά καιρούς όταν ανεβάζω κανένα στορυ. Είναι καλό παιδί αλλά μέχρι εκεί.
Αυτές τις μέρες που γράφω νιώθω περίεργα. Έχω χρόνια να κρατήσω ημερολόγιο. Πάντα έγραφα σκέψεις και συναισθήματα μα όχι τόσο συστηματικά ούτε με την μορφή ημερολογίου.
Αύριο θα πάω σινεμά. Έχω καιρό να δω ταινία στον κινηματογράφο και ανυπομονώ κάπως. Θα γράψω κι αύριο το υπόσχομαι. Σήμερα δεν έχω κάτι άλλο να πω, νιώθω εξαντλημένη. Θέλω μόνο να κοιμηθώ.
83 notes · View notes
justforbooks · 9 months
Text
Tumblr media
ΟΤΑΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΤΟ τρίτο ωκεάνιο μυθιστόρημα της Ντόνα Ταρτ «Η καρδερίνα» (βραβείο Πούλιτζερ 2014) ορισμένοι Αμερικανοί κριτικοί το αντιμετώπισαν σαν ένα είδος Χάρι Πότερ για μεγάλους, αλλά οι περισσότεροι το εγκωμίασαν σαν μια σύγχρονη παραλλαγή των Μεγάλων Προσδοκιών και του Όλιβερ Τουίστ.
Κάποιοι χαρακτήρισαν την πρόζα της Ταρτ υπερβολικά εξεζητημένη κατά τόπους κι άλλοι την βρήκαν απλοϊκή, γεμάτη στερεότυπα. Το σίγουρο, πάντως, είναι πως έτσι και ξεκινήσει να παρακολουθεί κανείς την περιπέτεια του ήρωά της Θίο Ντέκερ, δεν υπάρχει περίπτωση να μην αλυσοδεθεί μαζί του συναισθηματικά.
Με τίτλο δανεισμένο από τον μικροσκοπικό πίνακα του Ολλανδού Κάρελ Φαμπρίτσιους, ένα αριστούργημα φιλοτεχνημένο το 1654, την ίδια χρονιά που αυτός ο μαθητής του Ρέμπραντ και δάσκαλος του Βερμέερ έπεσε, στα 32 του μόλις, θύμα της καταστροφικής πυρκαγιάς που έπληξε το Ντελφτ, η «Καρδερίνα» είναι πολλά πράγματα ταυτόχρονα: συγκινητικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης, καταιγιστικό θρίλερ γύρω από το διεθνές εμπόριο πλαστών αντικών και κλεμμένων έργων τέχνης, κοινωνική τοιχογραφία που αγκαλιάζει από την αριστοκρατία του Μανχάταν και τα στέκια των ναρκομανών του Βίλατζ ως το σύμπαν των τζογαδόρων της Δυτικής ακτής, χρονικό ενός μεγάλου ανεκπλήρωτου έρωτα, κριτική ανατομία του αμερικανικού ονείρου και μια εξερεύνηση, παράλληλα, του «αληθινού» νοήματος της ζωής.
Αυτό θ’ αναζητά επί χρόνια ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο οποίος, στα δεκατρία του, εξαιτίας μιας τρομοκρατικής επίθεσης στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, χάνει τη μητέρα του, το πιο αγαπημένο του πρόσωπο και μοναδική του σταθερά. Ο μικρός, σαν από θαύμα, θα επιζήσει, αλλά θα βρεθεί από τη μια στιγμή στην άλλη ξεκρέμαστος στη μεγαλούπολη, κουβαλώντας παραμάσχαλα τον πίνακα του Φαμπρίτσιους που η ιστορικός τέχνης μαμά του δεν χόρταινε να θαυμάζει, καθώς τον έχει περιμαζέψει μέσα από τα χαλάσματα της έκρηξης, καθ’ υπόδειξιν ενός βαριά τραυματισμένου ηλικιωμένου κυρίου.
Ο τελευταίος, φημισμένος αντικέρ όπως αποδεικνύεται στη συνέχεια, λίγο πριν ξεψυχήσει είχε φροντίσει να δώσει στον Θίο και το δαχτυλίδι του, πάνω στο οποίο ήταν χαραγμένα δύο επώνυμα, η φίρμα της επιχείρησής του. Τα ίχνη του κοριτσιού που τον συνόδευε στο μουσείο εκείνη τη μοιραία ημέρα, τραβώντας σαν μαγνήτης το βλέμμα του Θίο, θα τ’ ανακαλύψουμε αργότερα. Στις σελίδες της «Καρδερίνας» δεν υπάρχει ούτε ένας περιττός χαρακτήρας. Όσα «καρφιά» τοποθετεί εξαρχής η Ταρτ στον «τοίχο» της αφήγησής της παραμένουν λειτουργικά.
Η αγωνία του δεκατριάχρονου αγοριού να μην πέσει στα χέρια της κοινωνικής πρόνοιας τελειώνει σύντομα, καθώς μπαίνει υπό την προσωρινή προστασία της οικογένειας ενός μεγαλοαστού συμμαθητή του στο ιδιωτικό σχολείο όπου, χάρη στην ευφυΐα του, σπούδαζε ο Θίο ως υπότροφος. Σύντομα, επίσης, ο μικρός θ’ αποκωδικοποιήσει την πληροφορία του δαχτυλιδιού και στο πρόσωπο ενός μερακλή επιδιορθωτή παλαιών επίπλων θα συναντήσει μια πατρική φιγούρα που θα τον μυήσει ακόμα βαθύτερα στον κόσμο της τέχνης και της ομορφιάς.
Κάποια στιγμή, εν τούτοις, θα εμφανιστεί στο προσκήνιο ο πραγματικός του πατέρας –ένας αποτυχημένος ηθοποιός, εξαρτημένος από ουσίες και με τάσεις μεγαλομανίας– που θα τον πάρει κοντά του στο Λος Άντζελες, εποφθαλμιώντας την περιουσία που αναλογεί στο παιδί όταν ενηλικιωθεί. Ο μοναδικός φίλος που θ’ αποκτήσει εκεί ο Θίο θα 'ναι ένα αλλόκοτο αγόρι ρωσικής καταγωγής, πολύγλωσσο, πανέξυπνο, ριψοκίνδυνο, παραμελημένο, χωρίς ηθικά ερείσματα, επιρρεπές στα ψυχεδελικά ταξίδια – ό,τι θα λογαριάζαμε ως κακή επιρροή.
Κι ενώ τα δυο τους βαυκαλίζονται πως θα μείνουν για πάντα ενωμένα στις κοπάνες, τις τρέλες και την αποχαύνωση από τα οπιούχα και το πιοτό, ακόμη μία απρόσμενη εξέλιξη φέρνει τον Θίο, πεντάρφανο πλέον, ξανά στη Νέα Υόρκη, όπου θ’ αναζητήσει και πάλι καταφύγιο στη γνωστή αντικερί.
Κρύβοντας την Καρδερίνα πότε σε μαξιλάρι πίσω από το προσκέφαλό του, πότε ασφαλισμένη σε θυρίδα κάτω από αλλεπάλληλες στρώσεις χαρτιού, ο Θίο Ντέκερ θ’ αργήσει να συνειδητοποιήσει τις συνέπειες –ποινικές πάνω απ’ όλα– που έχει η πράξη του.
Μεγαλώνοντας, θα διοχετεύσει την ενέργεια και το μυαλό του σ’ ένα πανηγύρι από λοβιτούρες, προκειμένου να γλιτώσει τον μέντορά του από την οικονομική καταστροφή, θα εμπλακεί σε μια ερωτική σχέση που είναι αδύνατον να γεμίσει τη μαύρη τρύπα μέσα του, κι όσο περισσότερο θα συγχρωτίζεται με τη νεοϋορκέζικη ελίτ τόσο πιο μαραμένος και απελπισμένος θα νιώθει.
Κινούμενος διαρκώς ανάμεσα στα άκρα, στο καλό και το κακό, την αλήθεια και το ψέμα, ο Θίο, τόσο στα δικά του όσο και στα δικά μας μάτια, δεν είναι παρά η αντανάκλαση της εύθραυστης, επιφυλακτικής κι αιχμαλωτισμένης καρδερίνας του περιζήτητου πίνακα. Θα βρει άραγε ποτέ τη γαλήνη; Θα ξεφύγει από τον… τζεϊμσμποντικού τύπου κλοιό στον οποίο θα εγκλωβιστεί; Θα συμφιλιωθεί με την άβυσσο που του επεφύλαξε η μοίρα του;
Χώρια από τις απανωτές συμπτώσεις, τις ανατροπές στην πλοκή και την ικανότητά της να ζωντανεύει τον ψυχισμό κάθε ήρωά της, η Ντόνα Ταρτ, και σ’ αυτό το μυθιστόρημά της, αποδεικνύεται δεξιοτέχνης του σασπένς. Η «Καρδερίνα» είναι από τα βιβλία που σε καθηλώνουν, από αυτά που δεν θέλεις να τελειώσουν ποτέ!
Daily inspiration. Discover more photos at Just for Books…?
3 notes · View notes
xionisgr · 3 months
Text
ISBN: 978-960-547-660-1 Συγγραφέας: Timmers Leo Εκδότης: Άγκυρα Σελίδες: 48 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-07 Διαστάσεις: 29 x 21 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes
manpetasgr · 3 months
Text
ISBN: 978-960-547-660-1 Συγγραφέας: Timmers Leo Εκδότης: Άγκυρα Σελίδες: 48 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-07 Διαστάσεις: 29 x 21 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes
kwstasattgr · 3 months
Text
ISBN: 978-960-547-660-1 Συγγραφέας: Timmers Leo Εκδότης: Άγκυρα Σελίδες: 48 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-07 Διαστάσεις: 29 x 21 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes
a078740849aposts · 3 months
Text
ISBN: 978-960-547-660-1 Συγγραφέας: Timmers Leo Εκδότης: Άγκυρα Σελίδες: 48 Ημερομηνία Έκδοσης: 2024-06-07 Διαστάσεις: 29 x 21 Εξώφυλλο: Σκληρόδετο
0 notes
aplaw-blog · 2 years
Text
Το μυθικό νησί του Ομήρου είναι πέρα για πέρα αληθινό :
Tumblr media
Κι αν η «Ιθάκη» του Κωνσταντίνου Καβάφη είναι, πιθανότατα, το πιο διάσημο, ελληνικό ποίημα που γράφτηκε ποτέ, τότε το «Πάνω σε έναν ξένο στίχο» του Γιώργου Σεφέρη, ένα πολύ λιγότερο γνωστό ποιητικό έργο, είναι εκείνο που ζωντανεύει τη μορφή του φοβερού και τρομερού βασιλιά Οδυσσέα με τρόπο αβάσταχτα έντονο και διαπεραστικό.
Και κάπως έτσι, η μοίρα αυτού του καταπράσινου, μικρού νησιού που βρίσκεται κάτω από τη Λευκάδα και ακριβώς πλάι στην Κεφαλονιά δεν γίνεται να διαχωριστεί ποτέ πλήρως από τις τεράστιες λογοτεχνικές αναφορές που σημάδεψαν για πάντα την υπάρξη της Ιθάκης. Από την Οδύσσεια μέχρι τη μοντέρνα λογοτεχνία και στιχουργική η πατρίδα του πολυμήχανου ήρωα του ομηρικού έπους παραμένει πιθανότατα το πιο μυθικό νησί της χώρας μας, εμποτισμένο με θρύλους της αρχαίας πολιτισμικής κληρονομιάς, αλλά και με μία παραδεισένια ομορφιά η οποία το καθιστά πέρα για πέρα αληθινό. Έναν τόπο που αν δεις από κοντά για μία μόνο φορά δεν πρόκειται να ξεχάσεις ποτέ στη ζωή σου.
Στο νότιο τμήμα της θα συναντήσετε την υπέροχη πρωτεύουσα, το κοσμοπολίτικο Βαθύ, με το μικρούτσικο νησάκι Λαζαρέτο να μοιάζει λες και επιπλέει σαν βάρκα στα ανοικτά της θάλασσας. Κοντά μερικές από τις πιο δημοφιλείς παραλίες του νησιού, αλλά και το φημισμένο ορεινό χωριό Περαχώρι όπου οφείλετε να κάνετε μία στάση. Και από την άλλη, στα βόρεια, το Κιόνι, το χωριό που νομίζεις ότι βγήκε από την πιο κοσμική και φινετσάτη πλευρά της νότιας Ιταλίας. Γοητευτικό, κομψό, με υπέροχη νυχτερινή ζωή. Τέλος, ακόμα πιο ψηλά, οι απέραντες Αφάλες, η παραλία κόσμημα της Ιθάκης, ένας λόγος από μόνες τους για να ταξιδέψετε μέχρι εδώ προκειμένου να απολαύσετε μία βαθιά βουτιά στα κρύα τιρκουάζ νερά του Ιονίου Πελάγους, πριν επισκεφθείτε το ανάκτορο του Οδυσσέα. Πλέον δεν είναι τίποτα άλλο παρά ερείπια, μία πέτρινη πόρτα να αντικρύζει πέρα τον ορίζοντα ή, καλύτερα, «Την ακύμαντη γαλάζια θάλασσα», όπως γράφει ο Σεφέρης. Η Ιθάκη, πιθανότατα, είναι η ίδια αυτή η ακύμαντη, απέραντη θάλασσα που κυλά δίπλα σε πανήψυλα πεύκα. Ανάμεσα στους κορμούς τους η αύρα του Οδυσσέα είναι πάντα εδώ, για να μας συμβουλεύει «πώς να χτίσουμε και εμείς ένα ξύλινο άλογο, για να κερδίσουμε τη δική μας Τροία».
Τι θα κάνετε
Κιόνι
Αν αυτό που αναζητάτε είναι ένας αφόρητα γραφικός νησιωτικός οικισμός χτισμένος αμφιθεατρικά πάνω από τη θάλασσα, τότε ο πρώτος σας σταθμός δεν γίνεται είναι άλλος από το μαγευτικό Κιόνι. Ένα θαυμάσιο, παραθαλάσσιο χωριό με δεκάδες πέτρινα σπίτια που στο μπροστινό μέρος τους έχουν μικρά, ολάνθιστα κηπάκια. Ένα παραδοσιακό μέρος με χαριτωμένα καφενεδάκια γεμάτα τοπικό χρώμα και πεντανόστιμες γεύσεις και πολλά κομψά εστιατόρια δίπλα στο νερό.
Όταν ο ήλιος πέφτει τα ζεστά, κίτρινα φώτα του χωριού ανάβουν, κάνοντας τα μικρά, κοσμοπολίτικα μαγαζιά στο Κιόνι να αστράφτουν ομορφιά και φινέτσα, φέρνοντας στον νου διάσημο θέρετρο του ιταλικού νότου. Τα γιοτ και τα σκάφη αράζουν στον όρμο και οι νύχτες πλημμυρίζουν αρώματα από τα πολύχρωμα λουλούδια και τα καταπράσινα δέντρα και φυτά που στολίζουν τις πλαγιές της, έτσι κι αλλιώς, καταπράσινης Ιθάκης.
Το Βαθύ, μία γραφική πρωτεύουσα
Όλες οι βόλτες στην Ιθάκη, ωστόσο, αρχίζουν και, πιθανόν, τελειώνουν στο Βαθύ, την πανέμορφη Χώρα και πρωτεύουσα του νησιού. Ένα μαγευτικό χωριό βγαλμένο από πίνακα ζωγραφικής έτσι όπως είναι κυκλικά χτισμένο πάνω σε έναν όρμο με γαλαζοπράσινα νερά, πλημμυρισμένο παραδοσιακά σπιτάκια, μικρά μουσεία γεμάτα τοπικούς θησαυρούς, χαριτωμένα καφέ και εστιατόρια με εξαιρετική γαστρονομία και, φυσικά, θορυβώδη μπαρ που υπενθυμίζουν πως, σε αντιδιαστολή με τον ρομαντικό, αρχαίο μύθο της, η Ιθάκη παραμένει ένα αληθινά σύγχρονο νησί του Ιουνίου.
Από τα παραλιακά μαγαζιά θα έχετε την ευκαιρία να περάσετε ένα υπέροχο βράδυ χαζεύοντας το νησάκι του Σωτήρα, το Λαζαρέτο, ένα από τα πιο γνωστά αξιοθέατα του νησιού, τόσο όμορφο που μοιάζει ψεύτικο. Πάνω στο μικροσκοπικό νησί υπάρχει μονάχα μία εκκλησία του 17ου αιώνα, αλλά και ένα κτήριο το οποίο τον 19ο αιώνα λειτουργούσε σαν λοιμοκαθαρτήριο.
Μονή Καθαρών
15 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα, σε υψόμετρο 600 μέτρων, το μοναστήρι της Παναγίας της Καθαριώτισσας, πολιούχου της Ιθάκης, αποτελεί το καμάρι των κατοίκων του νησιού.
Η Ιερά Μονή βρίσκεται χτισμένη στο όρος Νήριτος, γνωστό και από τη σχετική αναφορά στην Οδύσσεια του Ομήρου, ενώ το όνομα της προέρχεται από τη λέξη «κάθαρα» που σημαίνει ξερόκλαδα. Ο αστικός θρύλος λέει ότι οι χωρικοί έφτασαν στο σημείο προκειμένου να καταλάβουν από που προέρχονταν μία παράξενη, έντονη λάμψη. Τότε αντίκρυσαν πολλά ξερόκλαδα στα οποία έβαλαν φωτιά για να καθαρίσουν την περιοχή. Τότε αποκαλύφθηκε μπροστά τους η εικόνα Γενεσίου της Θεοτόκου που σήμερα βρίσκεται στο Καθολικό τμήμα της Μονής.
Αν τύχει να βρεθείτε στο νησί στις αρχές του Σεπτέμβρη αξίζει να κάνετε μία στάση στο μεγάλο πανηγύρι της Μονής, που γίνεται κάθε χρόνο στις 8 Σεπτεμβρίου. Εκεί η εικόνα της Θεοτόκου περιφέρεται πάνω από τη θάλασσα και τους οικισμούς του νησιού προκειμένου να ευλογήσει ολόκληρη την Ιθάκη.
Το παλάτι του Οδυσσέα
Πόσες και πόσες ιστορίες έχουν γραφτεί βασισμένες στον μύθο του Οδυσσέα που έλειψε από την πατρίδα του 20 ολόκληρα χρόνια, πόσα ποιήματα, τραγούδια, πόσες αμέτρητες αναφορές στην ελληνική και παγκόσμια τέχνη.
Ο θρυλικός βασιλιάς της Ιθάκης είναι πρόσωπο – σύμβολο και το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για το μυθικό παλάτι του, το οποίο με τόσο έντονο και γλαφυρό τρόπο περιέγραψε ο Όμηρος στο έπος της Οδύσσειας, με μία βασική διαφορά: πριν από από περίπου 10 χρόνια ήμασταν κάθε άλλο παρά βέβαιοι ότι το νησί στο οποίο αναφερόταν ο μεγάλος ποιητής της αρχαιότητας ήταν πράγματι η Ιθάκη του Ιουνίου Πελάγους. Στην πραγματικότητα πολλοί μελετητές δήλωναν σίγουροι ότι το μέρος για το οποίο μιλούσε ο Όμηρος ήταν κάποιο άλλο νησί του ελλαδικού χώρου.
Ωστόσο, το 2010 τα ερείπια ενός ανακτόρου εντοπίστηκαν πολύ κοντά στο ορεινό χωριό Εξωγή της Ιθάκης, ένα κτίριο που μάλλον αποτελούνταν από δύο ή τρία διαφορετικά επίπεδα και ήταν χτισμένο με τρόπο μεγαλοπρεπή πάνω σε βράχο. Οι αρχαιολόγοι υποστηρίζουν πως το κτίσμα περιελάβανε, μεταξύ άλλων, εργαστήρια, αποθήκες, αποχετευτικό σύστημα, καθώς και υπόγεια δεξαμενή νερού. Στη συγκεκριμένη τοποθεσία ανευρέθηκαν, επίσης, ένα ταφικό μνημείο, καθώς και ένα πηγάδι, τα οποία χρονολογούνται στο 1200 π.Χ. Αρκετές ομοιότητες παρατηρούνται μεταξύ του συγκεκριμένου κτιριακού συμπλέγματος και άλλων γνωστών μυκηναϊκών ανακτόρων, όπως εκείνα των Μυκηνών και του Νέστορα, κάτι που τοποθετεί με ασφάλεια το παλάτι στην ίδια χρονική περίοδο με την Τρωική Εκστρατεία.
Αν και στα εντυπωσιακά ερείπια του ανα��τόρου, που αποτελούν πλέον ένα από τα πιο γνωστά αξιοθέατα της Ιθάκης, δεν έχει βρεθεί κάποια ένδειξη που να αποδεικνύει πως στο παλάτι έζησε στα αλήθεια ένας βασιλιάς με το όνομα Οδυσσέας, το κείμενο του Ομήρου παραμένει τόσο καθοριστικό και επιδραστικό για τα παγκόσμια γράμματα που ποτέ κανείς δεν θα τολμούσε να αφήσει την αμφιβολία να χαλάσει έναν υπέροχο μύθο. Άλλωστε, πρόκειται για μία από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Τα χωριά της Ιθάκης
Μπορεί τα κρυστάλλινα νερά της Ιθάκης να είναι κάτι παραπάνω από ξακουστά και οι παραθαλάσσιοι οικισμοί της αληθινά παραμυθένιοι και απερίγραπτα γραφικοί, παρόλα αυτά δεν γίνεται να προσπεράσετε μερικά από τα λιγότερα γνωστά χωριουδάκια του νησιού. Ανάμεσα σε αυτά, η Ανωγή, οι Φρίκες, ο Σταυρός, η Εξωγή, πλάι στο Ανάκτορο του Οδυσσέα, και το Περαχώρι, ψηλά στο βουνό, είναι σίγουρα αυτά που πρέπει να επισκεφθείτε για να έρθετε ένα βήμα πιο κοντά στην αυθεντικότητα αυτού του μαγικού τόπου.
Σπήλαιο των Νυμφών
Συνεχίζοντας τις μυθικές αναζητήσεις σας, μετά από την επίσκεψη του Παλάτι του Οδυσσέα, θα πρέπει να κάνετε μία στάση στο Σπήλαιο των Νυμφών, το οποίο στο νησί είναι γνωστό και με την ονομασία Μαρμαροσπηλιά.
Όλα δείχνουν πως αυτή η απόκοσμη σπηλιά, χωμένη σε υψόμετρο 190 μέτρων πάνω από τον όρμο Δεξά (μία τις πιο όμορφες παραλίες της Ιθάκης) δεν είναι άλλη από τη σπηλιά που αναφέρεται στη ραψωδία Ν της Οδύσσειας του Ομήρου, ένας τόπος λατρείας των Νυμφών στην αρχαία Ελλάδα. Μάλιστα, οι ερευνητές συμφωνούν πως τα ευρήματα είναι τέτοια που καταστούν σαφές ότι μιλάμε για το ίδιο ακριβώς μέρος.
Πλέον μπορείτε να μπείτε στο σπήλαιο μόνο από την σύγχρονη είσοδο, η οποία βρίσκεται πάνω στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Αφού κατεβείτε μία σκάλα, που οδηγεί σε βάθος περίπου 10 μέτρων, θα φτάσετε σε ένα μέρος απόκοσμο και ανείπωτα όμορφο, γεμάτο σταλακτίτες. Τα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιθάκης, στο Βαθύ.
Πηγή: travel
0 notes
adverbzine · 3 years
Text
Ο Ορέστης
Tumblr media
κείμενο από τους Α, οκέυ
Άκου ενώ διαβάζεις σε Spotify, Apple, Google Podcasts
Υπήρχε ένα μικρόσωμο αγόρι στο σχολείο μας που μιλούσε ελάχιστα, ο Ορέστης. Έκανε παρέα μια στο τόσο με τους μηχανόβιους, αλλά δεν είχε παπάκι. Κάπνιζε από νωρίς, δεν ξέραμε κάτι για κορίτσι και το χιούμορ του δεν ταίριαζε με κανενός. Κατάπινε δύσκολες μέρες απ’ τους νταήδες, με το τηλέφωνο στο αθόρυβο και σφιγμένο στο χέρι, να φαίνεται ακόμη η σελίδα με τα αντρικά κορμιά που χάζευε με θαυμασμό. Περνούσε, αν χρειαζόταν ποτέ, απαρατήρητος. Το αγόρι φορούσε φαρδιά πουλόβερ και στενά παπούτσια και κοιτούσε τον εαυτό του κάθε μέρα στον καθρέφτη μ’ αναστεναγμούς.
Ήξερε, βαθιά μέσα του κι από πολύ-πολύ νωρίς ο Ορέστης, ότι αυτό που που έδειχνε το γυαλί δεν ήταν η πραγματική του εικόνα. Αυτά τα χέρια, αλλουνού, τα πόδια, ο λαιμός, οι γωνίες του, όλα αλλουνού. Δεν ήταν δικά του. Ήταν ξένα, κάποιος τα μπέρδεψε. Μα ήταν μικρός ακόμη και περίμενε, όσο μάθαινε τι είναι άντρας. Έβλεπε το σώμα του να αλλάζει, όχι με την ίδια ταχύτητα όπως των υπόλοιπων αγοριών, ούτε με τον ίδιο βίαιο ήχο που κάνουν τα κόκαλα όταν τεντώνονται κι οι τρίχες όταν μακραίνουν. Άλλαζε, μα δεν άλλαζε προς τα κει που ήθελε ν’ αλλάξει. Έδωσε όση υπομονή μπορούσε.
Λίγα χρόνια πέρασαν, πέρασε κι εκείνος κάπου κι έφυγε απ’ το σπίτι. Η μάνα του δεν ήξερε πια πώς πέρναγε τις μέρες του και με ποιους. Του έλεγε να καπνίζει λιγότερο και να τρώει καλύτερα, κάποια στιγμή εισακούστηκε. Δεν είχε ιδέα για το ιστορικό αναζήτησης του κι όλους τους τρόπους που το ανθρώπινο σώμα μπορεί να γίνει γλυπτό. Κάποια στιγμή έμαθε για τα φάρμακα, μα χάρηκε που το παιδί της ήταν καλά, αρκεί να πρόσεχε, είχε ακούσει γι’ αυτά τα πράγματα. Για τα συμπληρώματα διατροφής, για τις ατέλειωτες ώρες περίεργων ασκήσεων γυμναστικής, για τις ορμόνες. Πολλές ορμόνες, καμία που να τη δέχεται ο κόσμος.
Τώρα κοίτα τον. Ο Ορέστης. Κοίτα πώς περπατάει, πώς κουνιέται το κορμί του που έχει αλλάξει κι είναι για κάποιους φοβερό κι επικίνδυνο. Τώρα δεν τον λένε μόνο Ορέστη, έχει κι ένα άλλο όνομα για όταν ανεβαίνει στη σκηνή μ’ ένα μικροσκοπικό βρακάκι κι επιδεικνύει το έργο του, που του ‘φαγε τόσες λόξες και δάκρυα και χρόνια να το φτιάξει. Το σώμα του που είναι ένα θαύμα και που μια μέρα θα μαραζώσει, μα καμιά μέρα δεν θ’ ασχημύνει. Λένε ότι έκανε κι εγχειρήσεις. Στον δρόμο τον κοιτάνε περίεργα, τα παιδάκια τον δείχνουν στις μανάδες. Κάποιοι του χαμ��γελούνε πονηρά, κάποιοι αλλάζουν και πεζοδρόμιο. Δεν μπορεί πια να περάσει απαρατήρητος.
Ο Ορέστης είναι ένας ευτυχισμένος μποντυμπιλντεράς.
Tumblr media
Στο Α, οκέυ θα βρεις διηγήματα και φωτογραφίες, σε μορφή facebook post. Καμιά φορά, μοιράζονται ιστορίες με άλλα sites, χαιρόμαστε που είμαστε ένα από αυτά!
Η φωτογραφία συνοδεύει το αρχικό facebook post. Είναι της Μαρίας Β.
Το gif είναι βασισμένο σε artwork της Γεωργίας Γαβριήλογλου.
1 note · View note
triaepsilon · 4 years
Text
επανένταξη στο χώρο
κάποτε είχα ένα [ αγόρι ] και πίστευα ότι άμα γράφω θα το [ κρατώ ] κι όταν με άφησε πέρασα [ώρες] ψάχνοντας τρόπους να μάθω [ να ζω ] πια, [  μελετώ ] με τις ώρες και [ γράφω ] ό,τι έχω να πω μα δεν είναι [ τ’ αγόρι  ] - μα δεν είναι [ ποτε πια ] εδώ
όσα γράφω, ξέρεις ενέχουν αλήθειες και ψέματα. έτσι κάνουν κάποιες και κάποιες άλλες κάνουν αλλιώς. προσπαθώ να μην γίνομαι προβλέψιμη αλλά συνήθως δεν τα καταφέρνω και καταλήγω να διαβάζω κείμενα από άτομα που θέλησες πιο πολύ από μένα, ή έστω με άλλον τρόπο. μια φορά έφυγα αναστατωμένη μακρυά σου και όταν γύρισα το μυαλό μου ήταν διαρκώς σ’ έναν άλλον για μέρες. από τότε έχει συμβεί μια δυο φορές, τις δυο με το ίδιο άτομο. ίσως να κρίνεται αυτό επικίνδυνο για τη μεταξύ μας σχέση, ίσως άλλα πράματα είναι καταστατικά πιο επικίνδυνα. ο πρώτος μου έρωτας ήταν στην δευτέρα δημοτικού, ήταν ένα μικροσκοπικό αγόρι που είχε τ’ όνομά σου, το ίδιο όνομα που είχε τ’ αγόρι που μου δωσε το πρώτο μου φιλί. νομίζω ότι αν η μάνα μου δε μ’ είχε τραμπουκίσει σε μικρή ηλικία θα μου άρεσαν μόνο τα κορίτσια. πλέον αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου σαν κάτι άλλο απ’ αυτό που θέλουν να με αντιλαμβάνονται οι άλλοι και αυτό είναι βαθιά προβληματικό. κλαίω μόνο με εκβιαστικούς τρόπους, αν προσπαθήσω να με λυπήσω πολύ τεχνητά ή απ’ τα νεύρα μου. κάποια απ’ αυτά που είπα μόλις είναι αλήθεια, κάποια όχι. στις 4 πρώτες σειρές οι λέξεις που βρίσκονται μέσα σε αγκύλες έχουν μια ρευστότητα. μπορούνε εύκολα να αντικατασταθούν από κάποιες άλλες γιατί ίσως δεν είναι αυτή η απόλυτή μου αλήθεια όπως εγώ την αντιλαμβάνομαι την ώρα που τη λέω, είτε επειδή τη στιγμή που το ζούσα δεν ίσχυε είτε επειδή από εδώ που το βλέπω τώρα, ξέρω ότι αυτή η ιστορία δεν είχε καλό τελος
γι’ αυτό άλλωστε έγραφα, για να μπορώ να της δώσω εγώ ένα άλλο
18 notes · View notes
Text
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΜΑΓΙΣΣΩΝ
Δεν πίστευα ποτέ ότι θα έβλεπα από κοντά μια μάγισσα. Τελικά ήταν όλες τους στο μυαλό μου. Είχαν ρίξει τα φίλτρα τους στις σκέψεις μου. ��α ονόματά τους ηχούσαν συνεχώς στο κεφάλι μου, Άννα και Μόνα. Είναι συνέχεια εκεί, μέσα στις σκέψεις μου. Εγκλωβίζουν τα όμορφα και μου αφήνουν τα άσχημα. Έχουν χτίσει κι ένα βασίλειο στο κεφάλι μου, απ’έξω λεει με μεγάλα κόκκινα γραμματα ‘ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΜΑΓΙΣΣΩΝ’. Συνειδητοποιώ πως αν και συνήθως δεν έχω την ανάγκη να αψηφώ κανόνες, τον συγκεκριμένο έπρεπε να τον σπάσω.
Στ’ ακουστικά μου ουρλιάζει ο Μανώλης. ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟΨΕ ΚΑΙΝΕ ΤΗ ΜΑΓΙΣΣΑ. Χτυπιέται ο Μανώλης. Τόσες φορές έχω ακούσει αυτο το τραγούδι όμως ποτέ δεν το έχω νιώσει. Οι στίχοι προχωράνε και εγώ ανατριχιάζω, κουνιέμαι, ψιθυρίζω κάθε στίχο με θυμό. Οι μάγισσες αρχίζουν να φτιάχνουν μέσα στο μαγικό τους καζάνι τα φίλτρα. Κλείνω τα ματια και βλέπω μια τεράστια προθήκη μπροστά μου, διακρίνω πλέον ξεκάθαρα τις ετικέτες από τα βαζάκια: ΤΥΨΕΙΣ, ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΔΥΣΤΥΧΙΑ, ΠΑΝΙΚΟΣ, ΑΙΣΘΗΜΑ ΠΝΙΓΜΟΥ, ΑΓΧΟΣ, ΤΥΨΕΙΣ, ΤΥΨΕΙΣ...
Και τώρα αρχίζω να χάνομαι. Το τελευταίο πράγμα που διακρίνω είναι η Άννα, γελά σατανικά και αδειάζει όλα τα μπουκαλάκια. Πνίγομαι, πνίγομαι, ΒΟΗΘΕΙΑ. Δεν μπορώ να φωνάξω. Μανώλη χάνομαι. Τι γίνεται μέσα μου; Τι λέω; Μανώλη σώσε με. ΜΑΝΩΛΗ! Ένα ρεφρέν Μανώλη. Έχω την εντύπωση οτι μπαίνει το ρεφρέν. Αχ να το. ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟΨΕ ΚΑΙΝΕ ΤΗ ΜΑΓΙΣΣΑ...
Σηκώνομαι και μπαίνω στο μυαλό μου. Φωνάζω αλλά δε μ ακούω. Ουρλιάζω κι εγω ουρλιάζει κι ο Μανώλης. Αρχίζω να τρέχω ανάμεσα στις σκέψεις και φτάνω έξω από το βασίλειό τους και στέκομαι ακίνητη με soundtrack: ΜΕΤΑ ΤΗ ΦΩΤΙΑ ΚΑΤΩ ΑΠ ΤΗ ΣΤΑΧΤΗ ΟΣΑ ΕΝΙΩΣΑ ΖΟΥΝ ΑΚΟΜΑ. Ανάβω έναν πυρσό και τρέχω. Σπάω την πόρτα καίω τα φίλτρα, καίω το καζάνι, καίω τις συνταγές, καίω τα πάντα. Τώρα κυνηγάω την Άννα, τρέχει. Τώρα πετάει, τώρα πετάω κι εγώ. Την αρπάζω και τη φυλακίζω. Βαθιά μέσα στα μπουντρούμια του μυαλού μου. Πιάνω και τη Μόνα και τη δένω μαζί της. ΚΙ ΕΝΩ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΝΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΟΝΑ, ουρλιάζω τους στίχους, Μανώλη τις πιάσαμε. Τις πιάσαμε Μανώλη. ΚΙ ΕΓΩ ΡΑΒΩ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΠΟΥ ΡΑΓΙΣΑ. Τραγούδα Μανώλη, είμαστε ελεύθεροι. Φεύγουμε Μανώλη.
Κοιτάζω γύρω μου. Παντού στάχτη. Στο βάθος η Άννα και η Μόνα αποδυναμωμένες. Τώρα το βασίλειο τους είναι μικροσκοπικό. Είμαι η βασίλισσα μου, Μανώλη.
Τα κατάφερα, Σολ, τα κατάφερα...
@solmeister13 @xartinovasileio @psychedelicmessworld @marseaux
720 notes · View notes
orgismenh · 9 months
Text
Ιανουάριος 24/14
Σήμερα άνοιξα τα μάτια μου στις 07.33 ακριβώς. Το όνειρο που έβλεπα μπορεί να διήρκεσε μονάχα λίγα δευτερόλεπτα εμένα όμως μου φάνηκε μια εισαγωγή στην αιωνιότητα. Η μορφή του ήταν πολύ ζωντανή για νεκρού. Έμοιαζαν σαν τις τελευταίες μέρες σου. Η αρρώστια σε είχε λιώσει. Σε φροντίζαμε. Δεν μίλησες καθόλου. Πώς να το κάνεις άλλωστε; Στο κρεβάτι του νεκροζώντανου πόσα να ειπωθούν; Είχες καιρό να έρθεις στον ύπνο μου. Με τάραξες. Τι ήθελες; Γιατί μου έσφιξες το χέρι; Προσπάθησα να κοιμηθώ μα δεν μπορούσα. Προσπάθησα να σηκωθώ μα ούτε αυτό μπορούσα να κάνω. Είχα μουδιάσει ολόκληρη και κρύωνα. Το σπίτι ήταν παγωμένο. Τα καλοριφέρ δεν ανάβουν το πρωί και το μικρό αερόθερμο που είχα χάλασε πριν λίγες μέρες. Έμεινα ξαπλωμένη στο κρεβάτι ως τις 10.30 δεν ήθελα να αρχίσει αυτή η μέρα, ήδη δεν την άντεχα. Σηκώθηκα τεμπέλικα απ' τον καναπέ και έψαξα τα πράσινα παντοφλάκια μου. Τα βήματα μου ήταν αργά, σχεδόν σύρθηκα ως το μπάνιο και δεν ήταν καν αυτές οι δύσκολες μέρες του μήνα. Έπλυνα το πρόσωπο μου και τρόμαξα λίγο με το είδωλο μου στον καθρέφτη. Ήμουν χλωμή, τα μάτια μου ήταν κόκκινα κι οι μαύροι κύκλοι από κάτω υποδήλωναν την κούραση μου. Τα μαλλιά μου ήταν λαδωμένα και ένιωθα το σώμα μου βαρύ. Βάδισα μέχρι την κουζίνα με δύο λεπτά κοντοστάθηκα στον διάδρομο. Άναψα θερμοσίφωνα, ένα μπάνιο χρειαζόμουν. Έκανα νωχελικά τον πρώτο καφέ της ημέρας, έβαλα μια τυχαία playlist - ψέμα - και έκατσα στον καναπέ του σαλονιού. Ναι καλά διάβασες. Δεν βγήκα στο μπαλκόνι σήμερα. Ο ήλιος σε έκαιγε, φαινόταν, μα ήταν ύπουλος γιατί το κάψιμο ερχόταν μαζί με έναν δυνατό αέρα. Το δέρμα μου δεν το αντέχει αυτό. Πέρασε μισή ώρα. Έκλεισα τον θερμοσίφωνα και μπήκα στο μικροσκοπικό μου μπάνιο. Τα ρούχα μου βρέθηκαν στο πάτωμα μαζί κι όλη η βαριά διάθεση που είχα πριν, σαν να την φυλάκισαν. Το νερό ήταν καυτό, το δέρμα μου αρχικά υπέφερε με τον τρόπο που κυλούσε πάνω του μα σταδιακά το συνήθισε και τα κόκκινα σημάδια ήταν η απόδειξη ότι σιωπηλά υπέμενε το βασανιστήριο. Έβαλα δυο φορές σαμπουάν και έκανα μασάζ στο κεφάλι μου, λίγα δάκρυα κύλησαν μα προσπάθησα να κοροϊδέψω τον εαυτό μου λέγοντας του ότι το σαμπουάν φταίει, μπήκε στα μάτια μου. Η playlist εξακολουθούσε να παίζει και εγώ εξακολουθούσα να κλαίω κάτω απ' το καυτό νερό. Το αφρόλουτρο μου μυρίζει κεράσι. Αφού άλλαξα άρωμα άλλαξα κι αφρόλουτρο. Πάντα το κάνω αυτό, μη με ρωτάς γιατί, δεν ξέρω. Θέλω μια σταθερή μυρωδιά, να αλλάζει που και που μα πάντα να μένει στην μνήμη μου. Τελείωσα το μπάνιο όταν το νερό πάγωσε και με συνέφερε στην πραγματικότητα. Στην πραγματικότητα αν εμένα δύο λεπτά παραπάνω θα το συνήθιζα και έπειτα θα καθόμουν άλλα 20' εκεί μέσα. Πήρα στα χέρια μου την αγαπημένη μου κρέμα και την κοίταξα. Την πρώτη φορά που η μαμά μου είδε ραγάδες στο σώμα μου μου είπε να βάζω nivea για να το διατηρεί απαλό. Και εγώ το έκανα. Ασχέτως αν γέμισα με ραγάδες αργότερα. Από τότε πάντως είναι πάντα δίπλα μου, στο πατρικό μου πάντα δίπλα στο κομοδίνο και τώρα πια στο ράφι στο μπάνιο μου. Είναι αυτή η απαλή αίσθηση που αφήνει στο τέλος, αυτή η μυρωδιά που πλέκεται με όποιο άρωμα κι αν φοράω, οποίο αφρόλουτρο κι αν έχω που θυμίζει σπίτι. Θυμίζει εμένα. Ναι μου θυμίζει τον εαυτό μου αυτή η κρέμα. Ντύθηκα γρήγορα, έβαλα εκείνα τα σεντόνια στο πλυντήριο και έπειτα χτένισα τα μαλλιά μου. Δεν θα τα στεγνώσω, θα τα αφήσω να στεγνώσουν μόνα τους. Ίσως το βράδυ πριν βγω μόνο τα κάνω μπούκλες για να διατηρηθούν δύο μέρες. Ίσως πάλι τα πιάσω με το αγαπημένο μου κλαμερ. Δεν έχω διαβάσει ακόμη και η ώρα κοντεύει μεσημέρι. Τύψεις. Πρέπει να διαβάσω! Σήμερα δεν έχω φάει κάτι μα ήδη γεμίζω την τρίτη κούπα με γαλλικό. Το ξέχασα. Τσιμπάω ένα κράκερ όσο βάζω γαλλικό και νιώθω το στομάχι μου να πονάει. Το αγνοώ. Είμαι πολύ καλή στο να αγνοώ, κυρίως όταν θέλω. Ήταν διφορούμενο αυτό, το ξέρεις, το κατάλαβες. Μη με βάζεις να σου εξηγώ. Με κουράζει να εξηγώ. Θέλω μόνο να καταλαβαίνεις. Να με δέχεσαι. Να γράφω χωρίς να με κρίνεις. Το σπίτι δεν είναι καθαρό. Με αποσυντονίζει λίγο αυτό. Μου δημιουργεί μια ανασφάλεια και ταυτόχρονα πυροδοτεί την τεμπελιά μου.
Το πλυντήριο τελείωσε. Ο ήχος με αναγκάζει να σηκωθώ απ' την καρέκλα του γραφείου. Θα ανοίξω την πόρτα για αρχή. Δεν έχω κουράγιο να τα απλώσω ακόμη, σε λίγο. Το υπόσχομαι!
[...]
Μεσολάβησαν κάποιες ώρες. Σταμάτησα να γράφω. Τα ρούχα είναι ακόμη στο πλυντήριο. Οι ώρες που κύλησαν ήταν αδιάφορες. Μαγείρεψα, έπρεπε να φάω φαγητό σήμερα. Είδα ένα επεισόδιο από μια σειρά που βλέπω τελευταία. Χαζεψα και στο κινητό μου. Δεν διάβασα. Μη με κρίνεις. Δεν είχα διάθεση. Θα καθαρίσω το σπίτι, θα ετοιμαστώ να πάω σινεμά κι ύστερα ίσως διαβάσω.
[...]
Τελικά δεν διάβασα! Έκανα όμως γενική στο σπίτι, οι τύψεις μου βλέπεις δεν μου επέτρεπαν απλά να μείνω στον καναπέ. Έπρεπε να έχω μια δικαιολογία. Πήγα τελικά και σινεμά. Είδαμε με τον κολλητό μου το poor things του Λάνθιμου. Μου άρεσε πολύ. Η Στόουν ήταν εξαιρετική στο ρόλο, κι ο Νταφόε επίσης. Γενικά η ταινία άξιζε. Τα ποπ κορν όχι και τόσο. Ήρθαμε σπίτι μου για λίγο, συζητήσαμε για τα ερωτικά του δράματα. Ο τύπος που ήθελε πολύ να ξαναβγούν τον άφησε διαβάστηκε αλλά εχθές του έστειλε ένας άλλος οπότε είναι σίγουρο ότι μέχρι την Τρίτη θα τον έχει ξεχάσει εντελώς. Γελάω λιγάκι με το πόσο άστατος είναι στα ερωτικά του. Έπειτα σκέφτομαι εμένα που περιμένω τον μεγάλο έρωτα και γελάω με τον εαυτό μου.
Σήμερα ξάπλωσα στο κρεβάτι μου. Έλεγξα δύο φορές εάν έχω κλειδώσει μα ακόμα στριφογυρίζω. Σήμερα νιώθω πολύ μόνη. Περισσότερο και από χθες. Δεν θέλω να γράψω άλλο, αύριο πάλι, το υπόσχομαι.
2 notes · View notes
lilathanasiou · 5 years
Text
Φιλικό χτύπημα στην πλάτη (πατ-πατ)
Το πρώτο χτύπημα στην πλάτη που βίωσα ήταν την πρώτη στιγμή που έφτασα σε αυτή τη γη. Στην γέννα! Ο γιατρός, με χτύπησε στην πλάτη, για να κλάψω. Έπρεπε να καταφέρω να πάρω ανάσα και να κλάψω. Έτσι όλοι θα καταλάβαιναν πως όλα πήγαν καλά. 
Και πράγματι, έκλαψα. Υπήρξα. 
Ήρθα σε αυτόν τον κόσμο κλαίγοντας, ασθμαίνοντας. Όλα προκλήθηκαν από αυτό το χτύπημα του γιατρού στην πλάτη μου. Αχ! Ύπαρξη! 
Εντάξει, τώρα, αν θέλω να ερμηνεύσω όλο αυτό κάπως συμβολικά, κάπως χαζο-ποιητικά ας πούμε, θα πρεπε να αφιερώσω λίγους στίχους στο γεγονός ότι ο τρόπος να επικυρώσεις πως υπάρχεις και πως ήρθες εδώ είναι με το πρώτο κλάμα… και αν σκεφτούμε πόσο κλάμα ακολουθεί στην ζωή μας ίσως να πρεπε να γράψω ένα ξεχωριστό βιβλίο μόνο γι’αυτό.. και ίσως το κάνω, ποιος ξέρει, αλλά τώρα δε με ενδιαφέρει η ποίηση, θέλω απλά να πω ��υτά τα λόγια. 
Χτύπημα στην πλάτη, ανάσα, λυγμός, παρουσία. 
Πάει αυτό. Συνεχίζουμε και είμαι ήδη επτά ετών. Μια σταλιά ανθρωπάκι, χανόμουν στο πλήθος. Πάντα τελευταία στις παρελάσεις, ποτέ πρώτη στη σκηνή. Σχολικά έτη, μικροσκοπικά επίσης. 
Πρώτος έρωτας, πρώτο καρδιοχτύπι, κι αυτό μικρούλι, αλλά υπήρξε και ακόμα το θυμάμαι… 
Μια σταλιά ανθρωπάκι, αλλά είχα κότσια. Τα συναισθήματά μου τα εξέφραζα με περίσσια περηφάνια, τους είχα εμπιστοσύνη. Κι έτσι πήγα σε εκείνο το αγόρι, που η μικρή καρδούλα διάλεξε, και του είπα τι και πώς. Το αγόρι έτρεξε μακριά μου. Ακόμα τον θυμάμαι να απομακρύνεται και να τον καταπίνει το προαύλιο. Κοίτα πάλι ήρθαν τα δάκρυα, και δε τα λες και μια σταλιά. 
Κι ήρθε τότε η δασκάλα, και με χτύπησε απαλά στην πλάτη, με παρακάλεσε να πάψω να κλαίω και να συγκεντρωθώ στην άσκηση μαθηματικών που είχα μπροστά μου. Ένα απαλό άγγιγμα, ένα χτυπηματάκι στην πλάτη. Κι έτσι, επανήλθα. 
Χτύπημα στην πλάτη, ανάσα, ρούφηγμα μύξας, παρουσία. 
Πάμε παρακάτω.  Κάπως ξύπνησα και είμαι δεκαοκτώ ετών. Μια σταλιά, ακόμα μικροσκοπική. Δύσκολο να με θυμάσαι. Όλοι ξεχνούσαν εύκολα το όνομά μου, ίσως και την ύπαρξή μου. Πάλι υπήρχε ένα αγόρι, αλλά τώρα δεν του μίλησα. Τον άφησα να υπάρχει. Πανελλαδικές εξετάσεις και όλοι αγχωμένοι να καταφέρουν κάτι, συνήθως το όνειρο των γονιών τους, πωπω βάρος. Αλλά μη νομίζεις, κι εγώ πολύ βάρος είχα να σηκώσω, γιατί οι δικοί μου γονείς με άφησαν να επιλέξω τι θέλω… εκεί να δεις ευθύνη. 
Πρώτη ευθύνη, πρώτο βάρος, πρώτη κρίση πανικού.  Όμως, τα κατάφερα και πέρασα σε μια σχολή. 
Εγώ , με το μικροσκοπικό σώμα, κάτι κατάφερα. Και θυμάμαι, είχα νιώσει χαρά. Αυτό το αίσθημα του να κατακτάς κάτι όλοδικό σου, και μόνο για σένα. Από τότε, επεδίωκα διαρκώς αυτό το συναίσθημα, σε ό,τι έκανα. 
Και βγαίνουν οι βάσεις και πας όλο χαρά να συζητήσεις με συμμαθητές , η χειρότερη φάρα, τα αποτελέσματα, κι εχεις ένα χαμόγελο χαραγμένο βαθιά και μιαν αυτοπεποίθηση εύθραστη, αλλά υπαρκτή . Αρχίζουν όλοι να μιλάνε για τα ιδιωτικά κολέγια στην Ελβετία, στην Ιταλία και το Λονδίνο όπου θα τους στείλουν οι γονείς τους, και κάπως το χαμόγελό σου ξεριζώνεται, και κάπως η αυτοπεποίθησή σου μικραίνει. Και τότε, έρχεται η πιο ξιπασμένη κοπέλα, εκείνη που ‘χε πάντα την πιο τσιριχτή φωνή και σου λέει “δε πειράζει μωρέ, κανείς δεν χάνεται” και σε χτυπάει απαλά στην πλάτη. 
Χτύπημα στην πλάτη, ανάσα, δεύτερη ανάσα, αποδοχή. 
Σήμερα. Φτάσαμε, καλώς ήρθαμε!  Ανοίγεις τα μάτια, και βρίσκεσαι σε ένα ξένο δωμάτιο. Είσαι τριάντα ετών. Ντύνεσαι γρήγορα, και αποχαιρετάς σιωπηλά τον τύπο που κοιμάται . Εντάξει, δεν τον αποχαιρέτησες, απλά το “έσκασες” και έφυγες. Δε θα του ξανατηλεφωνήσεις και αυτόν ούτε που θα τον νοιάξει. 
Πρέπει να πας στο γραφείο.  Μετρό, σπρώξιμο, ιδρώτας, πονοκέφαλος. 
Φτάνεις στο γραφείο. Σήμερα είναι η μέρα που θα μιλήσεις επιτέλους με το αφεντικό σου για εκείνη την αύξηση. Επιτέλους, δικαίωση, επιτέλους αναγνώριση. Και μπαίνει μέσα ο τυπάς με την γραβάτα, και κάθεται μπροστά σου σιωπηλός. Περιμένει να πεις κάτι ενώ εσύ ακούς το μυαλό σου να βουίζει. Λίγη σιωπή. 
Και ξεκινάει “ Λοιπόν, θα μπω στο ψητό, δεν υπάρχει περίπτωση γι’αυτό που συζητήσαμε , ίσως απ’του χρόνου, για την ώρα δεν θα υπάρξει κάποια αλλαγή, η απάντηση έρχεται από πάνω και είναι τελική, ευχαριστώ.” Και συ μένεις και κοιτάς, με το μυαλό να βουίζει, και με δυο αόρατα χέρια να σου γδέρνουν τον λαιμό. Δεν πήρες αύξηση, αλλά , ο τυπάς με την γραβάτα, πρωτού φύγει απ’το δωμάτιο, σε πλησίασε, και σε χτύπησε φιλικά στην πλάτη. Πατ -πατ. 
Χτύπημα στην πλάτη, ανάσα, κλείσιμο πόρτας, αναστεναγμός. 
Όλη σου τη ζωή , δέχεσαι αυτά τα χτυπήματα στην πλάτη. Παγωμένη, σε χτυπάνε φιλικά στην πλάτη, όλοι όσοι σε πονάνε, όσοι σε απορρίπτουν, όσοι σε οικτίρουν και όσοι σε αδικούν. Είσαι τριάντα ετών, και δέχεσαι να σε χτυπάνε στην πλάτη. Και κάθε “φιλικό” χτύπημα, μοιάζει σαν μπουνιά. Σαν να χουν τα δάχτυλά τους μαχαίρια στις προεκτάσεις τους, βελόνες, πινέζες, γυαλιά σπασμένα, και όλα μαζί στα μπήγουν “φιλίκα” πάντα στην πλάτη. 
Φιλενάδα, δε ξέρω τι κάνεις λάθος, μα υποσχέσου μου ένα πράγμα. Προστάτευε την πλάτη σου από τα αγγίγματα, τα χτυπήματα, τα χάδια , από όλα τα μεταμφιεσμένα με γελοιότητα ΟΧΙ που σου λένε κάνοντας αυτή την γελοία, απαίσια, αισχρή χειρονομία.  
Κι αν δε ξέρεις πώς να το καταφέρεις, για την ώρα, προσπάθησε να στέκεσαι με την πλάτη στον τοίχο. Σίγουρα αυτο είναι πιο εύκολο από το να πεις: “Πονάω, υπάρχω, θέλω, όχι, γιατί, μη, κουράστηκα.”
Θεε μου, φέρε μου όσες συμφορές αντέχω, αλλά σε ικετεύω, όχι άλλα χτυπήματα στην πλάτη!
33 notes · View notes
xionisgr · 3 months
Text
ISBN: 978-960-04-4928-0 Συγγραφέας: Michael Ende Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 328 Ημερομηνία Έκδοσης: 2022-06-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
manpetasgr · 3 months
Text
ISBN: 978-960-04-4928-0 Συγγραφέας: Michael Ende Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 328 Ημερομηνία Έκδοσης: 2022-06-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes
kwstasattgr · 3 months
Text
ISBN: 978-960-04-4928-0 Συγγραφέας: Michael Ende Εκδότης: Κέδρος Σελίδες: 328 Ημερομηνία Έκδοσης: 2022-06-01 Διαστάσεις: 21x14 Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο
0 notes